Στις χαμένες ευκαιρίες της Τουρκίας όσον αφορά τη δυνατότητα της όμορης χώρας να μεταλλαχτεί σε μια δυτικού τύπου, κοσμική και δημοκρατική, κοινωνία αναφέρεται σε άρθρο της στην ηλεκτρονική έκδοση της αγγλόφωνης «Hurriyet Daily News» η γνωστή τουρκάλα αρθρογράφος Νουράι Μερτ. Κάνοντας λόγο για «υποκρισία» των εκάστοτε πολιτικών ιθυνόντων, η Μερτ σκιαγραφεί την αποτυχία της Τουρκίας όσον αφορά την πορεία της προς τη Δύση.
Ξεκινώντας με το «σχέδιο του Ρεπουμπλικανικού καθεστώτος περί ριζικής “δυτικοποίησης” της χώρας» και επισημαίνοντας πως κάτι τέτοιο θα μπορούσε να πραγματοποιηθεί μόνο μέσω της εφαρμογής αυταρχικών πολιτικών, η Μερτ υποστηρίζει πως το λάθος των Ρεπουμπλικανών έγκειτο στην αποτυχία τους όσον αφορά την «τροποποίηση των κυρίαρχων φιλοδοξιών (της τουρκικής κοινωνίας) με δημοκρατικό τρόπο».
Η απόπειρα επιβολής της αρχής της κοσμικότητας, για παράδειγμα επέφερε τα αντίθετα αποτελέσματα, φέρνοντας ξανά στο προσκήνιο τους ισλαμιστές οι οποίοι αφότου αυτοχαρακτηρίστηκαν «συντηρητικοί δημοκράτες» (μετά το μεταμοντέρνο πραξικόπημα του 1997) ίδρυσαν το Κόμμα Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης. Υποκρινόμενοι πως στόχος τους είναι ο «εκδημοκρατισμός» της χώρας, στην πραγματικότητα εργάστηκαν για τη δημιουργία ενός ισλαμιστικού κράτους.
Όσον αφορά το σήμερα, η κυβέρνηση του Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν «υποκρίνεται πως είναι σύμμαχος της Δύσης και πως επανεξετάζει και αξιολογεί εκ νέου το ενδεχόμενο ένταξης της χώρας στην ΕΕ». Αλλά ο ισχυρισμός αυτός μπορεί εύκολα να αμφισβητηθεί ως ψευδής.
«Όλοι γνωρίζουμε πως δεν είναι μόνον οι ισλαμιστές αλλά και οι εθνικιστές και οι υποστηρικτές δεξιών κομμάτων ολοένα και περισσότερο επιφυλακτικοί όσον αφορά τον δυτικό κόσμο και τις αξίες του. Σε διάφορες περιστάσεις, κυβερνητικά στελέχη δεν δίστασαν να χαρακτηρίσουν τους (δυτικούς) συμμάχους τους συνωμότες, ακόμη και εχθρούς της Τουρκίας», σημειώνει η Μερτ. Ταυτόχρονα, όμως, επισημαίνει πως αυτή είναι η τελευταία ευκαιρία της Τουρκίας, τουλάχιστον προς το παρόν, όσον αφορά τη δυνατότητα δυτικοποίησης και εκδημοκρατισμού της χώρας.

«Εάν (οι κυβερνώντες) δεν έρθουν στα συγκαλά τους και δεν συνειδητοποιήσουν τις επιπτώσεις της απώλειας των παλιών εταίρων και φίλων της Τουρκίας, η χώρα θα είναι ολοκληρωτικά καταδικασμένη. Εάν η κυβέρνηση δεν συνεχίσει να έχει κάποια ελάχιστη, έστω, σχέση με τον δημοκρατικό κόσμο, τότε η Τουρκία θα γίνει ακόμη πιο εσωστρεφής, μονόπλευρη και καταπιεστική», γράφει η Μερτ.
Για να μην συμβεί, όμως, αυτό οι δημοκρατικές χώρες της Δύσης θα πρέπει να συνεχίσουν να ασχολούνται με την Τουρκία αντί να την αποξενώνουν περαιτέρω, επικρίνοντας τις όποιες πολιτικές ακολουθεί και εφαρμόζει η ηγεσία της. Την ίδια ώρα οι τούρκοι αντιφρονούντες θα πρέπει να σταματήσουν να επικρίνουν τους ηγέτες της Δύσης, κατηγορώντας τους πως δεν είναι αρκετά αυστηροί με την τουρκική κυβέρνηση όσον αφορά το έλλειμμα δημοκρατίας που παρατηρείται στη χώρα.
Με λίγα λόγια αυτό που υποστηρίζει η Μερτ είναι πως τόσο ο τουρκικός λαός όσο και οι εταίροι της Τουρκίας θα πρέπει να λάβουν σοβαρά υπόψη την «υποκρισία» της τουρκικής κυβέρνησης όσον αφορά τις σχέσεις της με την Ευρώπη και τον υπόλοιπο δυτικό κόσμο, αναγνωρίζοντάς την ταυτόχρονα ως βάση για οποιαδήποτε μελλοντική εξέλιξη. «Τι πιστεύετε ότι θα συνέβαινε εάν (οι κυβερνώντες) σταματούσαν να υποκρίνονται;», διερωτάται η τουρκάλα αρθρογράφος.
Και καταλήγει: «Ξέρει κανείς κάποια χώρα της οποίας ο ηγέτης ή ο πρόεδρος έχει χαρακτηριστεί δικτάτορας, με αποτέλεσμα την αποβολή της από τη διεθνή κοινότητα, να οδεύει προς ένα λαμπρό μέλλον; Γιατί, άρα, κάποιοι από εμάς ελπίζουν ότι αν ο Ερντογάν και η κυβέρνησή του απολέσουν κάθε ίχνος αξιοπιστίας στο εσωτερικό της διεθνούς σκηνής, θα ανοίξει ο δρόμος προς τη δημοκρατία και την ελευθερία; Η πρόσφατη Ιστορία της περιοχής μας αποδεικνύει το αντίθετο. Αυτό δεν σημαίνει ότι πρέπει να αποφεύγουμε να επικρίνουμε την σημερινή αυταρχική κυβέρνηση. Αυτό που προτείνω είναι ότι πρέπει να λάβουμε σοβαρά υπόψη τον αγώνα για τη δημοκρατία και να αποπειραθούμε να βρούμε μια διέξοδο αντί να περιμένουμε να καταρρεύσει η χώρα μας ώστε να μπει ένα τέλος στον αυταρχισμό».