ΤΟ ΒΗΜΑ – ΤΗΕ PROJECT SYNDICATE

Αναταραχή επικρατεί σε μεγάλο τμήμα του μουσουλμανικού κόσμου. Στη Συρία ένας βάναυσος πόλεμος έχει ήδη κοστίσει 250.000 ζωές, έχει προκαλέσει τον ξεριζωμό των μισών εκ των 21 εκ. κατοίκων της χώρας και έχει στείλει ένα εκατομμύριο πρόσφυγες πολέμου στην Ευρώπη. Στην Υεμένη οι δυνάμεις των Χούτι έχουν εξεγερθεί κατά της κυβέρνησης και τώρα βρίσκονται αντιμέτωπες με αεροπορικές επιδρομές υπό την ηγεσία της Σαουδικής Αραβίας. Συρράξεις όπως αυτές αντικατοπτρίζουν πολλά στοιχεία από τα οποία ξεχωρίζουν οι συγκρούσεις ανάμεσα στα δύο βασικά δόγματα του Ισλάμ –σιίτες εναντίον σουνιτών –αλλά και μεταξύ φονταμεντλιστών και μεταρρυθμιστών.
Το αλεβιτικό (σιιτικό) καθεστώς του σύρου προέδρου Μπασάρ Αλ Άσαντ έχει την υποστήριξη σιιτικών δυνάμεων, ειδικά του Ιράν, του οποίου η περιφερειακή επιρροή εξαρτάται από την παραμονή ενός σιιτικού καθεστώτος στην εξουσία. Και αυτός ακριβώς είναι ακριβώς ο λόγος για τον οποίο σουνιτικές δυνάμεις –κυρίως η Σαουδική Αραβία –επιδιώκουν την πτώση αυτού του καθεστώτος. Η κυβέρνηση της Υεμένης, από την άλλη πλευρά, είναι σουνιτική και κατ’ επέκταση έχει την υποστήριξη της Σαουδικής Αραβίας η οποία βομβαρδίσει τους υποστηριζόμενους από το Ιράν σιίτες Χούτι. Αναμενόμενα, οι εντάσεις μεταξύ του Ιράν και της Σαουδικής Αραβίας έχουν επιδεινωθεί το τελευταίο διάστημα, τάση η οποία κορυφώθηκε με τη διακοπή των διπλωματικών σχέσεων μεταξύ των δύο χωρών εξαιτίας της εκτέλεσης ενός σιίτη κληρικού στη Σαουδική Αραβία.
Το χάος που τροφοδοτείται από αυτές τις συγκρούσεις – και από την αστάθεια που επικρατεί σε άλλες χώρες της περιοχής, όπως το Αφγανιστάν και το Ιράκ – επέτρεψε την άνοδο κάποιων πραγματικά άξιων περιφρόνησης δυνάμεων, με πρώτο το Ισλαμικό Κράτος (ISIS). Αυτή η οργάνωση έχει αποκτήσει τόσο μεγάλη επιρροή που αμερικανοί στρατηγοί ζήτησαν από τον πρόεδρο Μπαράκ Ομπάμα να εξουσιοδοτήσει την αποστολή επιπλέον στρατευμάτων για την πάταξή της. Επιπρόσθετα, υπάρχουν αναφορές ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες ενδέχεται να αναβάλουν την απόσυρση των στρατευμάτων τους από το Αφγανιστάν, όπου ένας ολοένα και πιο βάναυσος πόλεμος κατά της κυβέρνησης επέτρεψε στους Ταλιμπάν να κερδίσουν εδάφη, δημιουργώντας έτσι την προοπτική για την εμπλοκή και του Ισλαμικού Κράτους. Το Ισλαμικό Κράτος έχει παρεισφρήσει και στο Πακιστάν.
Το θρησκευτικό στοιχείο των συγκρούσεων που μαίνονται σήμερα στη Μέση Ανατολή είναι ένας από τους κύριους λόγους για τους οποίους είναι τόσο δύσκολη η εκτόνωσή τους. Το σχίσμα μεταξύ Σουνιτών και Σιιτών ανάγεται στο έτος 632 μ.Χ. όταν πέθανε ο προφήτης Μωάμεθ χωρίς να δώσει οδηγίες για το πώς η ταχέως αναπτυσσόμενη ισλαμική κοινότητα θα επέλεγε τον διάδοχό του. Όσοι έγιναν Σιίτες πίστευαν ότι η θέση αυτή έπρεπε να καλυφθεί από την οικογένεια του προφήτη και υποστήριξαν την επιλογή του Αλί ιμπν Αμπί Ταλίμπ, ανιψιού του προφήτη και γαμπρού του. Εκείνοι που έγιναν σουνίτες υποστήριζαν την επιλογή ενός εκ των ανώτερων μελών της κοινότητας: του Αμπού Μπακρ, ο οποίος είχε υπηρετήσει ως στενός σύμβουλος του Μωάμεθ.
Σήμερα, οι περισσότεροι από τους 1,6 δισ. μουσουλμάνους όλου του κόσμου είναι Σουνίτες, διασκορπισμένοι σε μια τεράστια ζώνη που εκτείνεται από το Μαρόκο έως την Ινδονησία. Έπειτα από δεκαετίες μετανάστευσης προς την Ευρώπη και τη Βόρεια Αμερική, υπάρχουν επίσης ισχυρές σουνιτικές κοινότητες σε πολλές χώρες της Δύσης.
Οι σιίτες αριθμούνται σε 225 εκατομμύρια και γεωγραφικά είναι πολύ πιο περιορισμένοι. Το Ιράν, με 83 εκατομμύρια, είναι η χώρα με τους περισσότερους σιίτες. Ακολουθούν το Πακιστάν με 30 εκ. και η Ινδία με 25 εκ.. Το 70% του συνολικού πληθυσμού των σιιτών βρίσκονται στην αποκαλούμενη «σιιτική ημισέληνο» η οποία περιλαμβάνει το Ιράν και τους γείτονές του: το Αφγανιστάν, το Αζερμπαϊτζάν, το Ιράκ, το Πακιστάν και την Τουρκία.
Η σημερινή αναταραχή αντικατοπτρίζει μια σύγκρουση δύο κοσμοθεωριών που είναι και πολιτικές και θρησκευτικές. Οι συντηρητικοί σουνίτες, όπως εκείνοι που ακολουθούν τον φονταμενταλιστικό δόγμα του ουαχαμπισμού, τάσσονται υπέρ μιας θεοκρατικής και αυταρχικής διακυβέρνησης, την ώρα που οι σουφιστές σουνίτες προτιμούν φιλελεύθερα και χωρίς αποκλεισμούς πολιτικά συστήματα. Το ίδιο ισχύει και για τους σιίτες. Το Ιράν αποτελεί εδώ και καιρό ένα θεοκρατικό κράτος, αλλά τώρα φαίνεται πως στρέφεται προς τη μεταρρύθμιση.
Κατά πόσο μπορεί να γεφυρωθεί το θρησκευτικό χάσμα εξαρτάται από το εάν οι ρεφορμιστές μπορούν να αποκτήσουν επιρροή και στα δύο στρατόπεδα. Εάν όχι, η σύγκρουση θα συνεχίσει να μαίνεται, επιταχύνοντας την κατάρρευση της περιφερειακής τάξης πραγμάτων που υφίσταται σήμερα.
* Ο κ.Shahid Javed Burki, πρώην υπουργός Οικονομικών του Πακιστάν και αντιπρόεδρος της Παγκόσμιας Τράπεζας, σήμερα είναι πρόεδρος του Ινστιτούτου Δημόσιας Πολιτικής της Λαχόρης