Από μία κλωστή μοιάζει να κρέμεται η παρουσία της Ελλάδας στη Ζώνη του Σένγκεν. Σύμφωνα με υψηλόβαθμες κοινοτικές πηγές και ευρωπαίους διπλωμάτες με τους οποίους συνομίλησε «Το Βήμα» τις τελευταίες ημέρες, αν μέχρι τη Σύνοδο Κορυφής του προσεχούς Μαρτίου η χώρα μας δεν εκπληρώσει μια σειρά δεσμεύσεων που έχει αναλάβει προσωπικά ο Αλέξης Τσίπρας και δεν μειωθούν οι ροές των προσφύγων, τότε το σενάριο ενός «Grexit», δηλαδή της αναστολής συμμετοχής της χώρας μας στη Σένγκεν, συγκεντρώνει πολλές πιθανότητες. Δυστυχώς, οι διαμαρτυρίες της ελληνικής πλευράς ότι η Τουρκία δεν συνεργάζεται όπως θα έπρεπε δεν επαρκούν για να καθησυχαστούν οι «σκληρές φωνές», από τη στιγμή που η Αθήνα δεν έχει φροντίσει να τακτοποιήσει «τα του οίκου της», δηλαδή να λειτουργήσει με επιτυχία τα συμφωνηθέντα hotspots. Τόσο στη Δυτική Ευρώπη όσο και στα ανατολικοευρωπαϊκά κράτη-μέλη, οι ελληνικές θέσεις έχουν πέσει σε τοίχο.
«Ξήλωμα του πουλόβερ»


Οι ίδιοι αξιωματούχοι, που έχουν άριστη γνώση των δύσκολων εσωτερικών πολιτικών ισορροπιών που διαμορφώνονται στα κράτη-μέλη και ιδιαίτερα στη Γερμανία (όπου πλέον αμφισβητούνται εντονότατα οι επιλογές της Ανγκελα Μέρκελ στο Προσφυγικό), εκτιμούν ότι οι εξελίξεις μπορεί να μοιάζουν με «ξήλωμα του πουλόβερ».
Τα δημόσια μηνύματα των τελευταίων ημερών δεν αφήνουν περιθώρια αμφιβολιών για το κλίμα που έχει διαμορφωθεί στα κοινοτικά κέντρα αποφάσεων. Το πρώτο εξ αυτών ήλθε από τον έλληνα επίτροπο Δημήτρη Αβραμόπουλο την περασμένη Τρίτη, όταν σε συνέντευξή του στην έγκυρη γερμανική εφημερίδα «Süddeutsche Zeitung» επανέλαβε ξεκάθαρα ότι «πρέπει να γίνουν τα hotspots» στα ελληνικά νησιά.
Ο κ. Αβραμόπουλος έχει πολλάκις προειδοποιήσει την ελληνική κυβέρνηση για τις δυσκολίες που υπάρχουν. Ηταν αυτός που στις αρχές Δεκεμβρίου κατάφερε να… μαζέψει τις ιδέες της λουξεμβουργιανής προεδρίας για χρονική επέκταση των εσωτερικών συνοριακών ελέγχων έως και σε δύο χρόνια, ουσιαστικά δηλαδή περί εξόδου της Ελλάδας από τη Ζώνη Σένγκεν και ενώ διάφοροι θιασώτες προωθούσαν παρασκηνιακά την εκδοχή μιας «μίνι Σένγκεν». Ηταν ο ίδιος που πίεζε για πιο έγκαιρη ενεργοποίηση του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Πολιτικής Προστασίας. Οι καθυστερήσεις στα ζητήματα αυτά σήμερα κινδυνεύουν να πληρωθούν ακριβά…
Ακολούθησε το βαρύ πυροβολικό. Μιλώντας στην Ολομέλεια του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, ο πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Ντόναλντ Τουσκ δήλωσε απερίφραστα: «Δεν έχουμε περισσότερους από δύο μήνες ώστε να θέσουμε την κατάσταση υπό έλεγχο». Το περίγραμμα ολοκληρώθηκε με την παρέμβαση του Ζαν-Κλοντ Γιούνκερ. Ο πρόεδρος της Επιτροπής έδωσε δραματικό τόνο, λέγοντας ουσιαστικά ότι αν χαθεί η Σένγκεν, χάνονται όλα. «Τα εσωτερικά σύνορα με τη γενιά του Erasmus και του Internet είναι πράγματα που δεν συμβαδίζουν. Γι’ αυτό πρέπει να κάνουμε τα πάντα για να σώσουμε τη Ζώνη Σένγκεν» είπε. Ο κ. Γιούνκερ θεωρεί μάλιστα ότι η προσεχής Σύνοδος Κορυφής στις 18-19 Φεβρουαρίου, που είναι αφιερωμένη στο βρετανικό ζήτημα, πρέπει να επεκταθεί χρονικά, ώστε να συζητηθεί το Προσφυγικό. Μετά τον κ. Γιούνκερ ακολούθησε, την Τετάρτη, ο προεδρεύων του Συμβουλίου, ο ολλανδός πρωθυπουργός Μαρκ Ρούτε. Οπως είπε, αν ο αριθμός των προσφύγων δεν μειωθεί, τότε πρέπει να αναζητηθεί «σχέδιο Β»…
Οι τρεις κοινοτικοί αξιωματούχοι μίλησαν ακριβώς δύο μήνες πριν από τη Σύνοδο Κορυφής του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου στις 17-18 Μαρτίου. Τότε, θα έρθει η ώρα της αλήθειας. Θα έχει προηγηθεί η ολοκλήρωση της απόρρητης έκθεσης της Γενικής Διεύθυνσης Εσωτερικών Υποθέσεων της Κομισιόν για την εκτίμηση της κατάστασης στην Ελλάδα. Τα στελέχη της ομάδας καταγράφουν τι συμβαίνει στα νησιά του Αιγαίου. Παράλληλα, περί τις ίδιες ημέρες, λήγουν οι προσωρινοί εσωτερικοί συνοριακοί έλεγχοι που έχει επιβάλει μια σειρά χωρών με βάση τις προβλέψεις του συνοριακού κώδικα του Σένγκεν.
Το σενάριο


Εφόσον η κατάσταση παραμείνει ως έχει σήμερα, τότε το χειρότερο σενάριο είναι το πιθανότερο. Η χώρα μας θα κινδυνεύσει άμεσα με αναστολή της συμμετοχής της στη Ζώνη Σένγκεν, με το αιτιολογικό των σοβαρών ελλείψεων στην προστασία των εξωτερικών συνόρων. Αυτό μπορεί να γίνει με δύο τρόπους: είτε de facto είτε με κοινοτική απόφαση. Στην πρώτη περίπτωση, αν η Γερμανία κλείσει τα σύνορά της, τότε η κατάσταση θα είναι μη αναστρέψιμη. Στη δεύτερη περίπτωση, το ζήτημα θα έρθει στο Συμβούλιο, που μπορεί να ζητήσει από την Κομισιόν να προβεί σε σχετική σύσταση για την επιβολή μονιμότερων εσωτερικών συνοριακών ελέγχων στη Ζώνη Σένγκεν. Σύμφωνα με την τελευταία αναθεώρηση της Συμφωνίας του Σένγκεν (2013), μπορεί να υπάρξει «συλλογική επανεπιβολή» των ελέγχων αυτών. Οι σχετικές αποφάσεις στο Συμβούλιο μπορούν να ληφθούν με ενισχυμένη πλειοψηφία και στην τρέχουσα φάση οι συσχετισμοί για την Ελλάδα είναι αρνητικοί.
Μια πρόγευση τού τι έπεται προκύπτει από την απόφαση της Αυστρίας να ορίσει οροφή στις αιτήσεις ασύλου που θα δεχθεί. Ο καγκελάριος Βέρνερ Φάιμαν δήλωσε ότι το 2016 οι αιτήσεις ασύλου που θα δεχθεί η χώρα δεν θα ξεπεράσουν τις 37.500, όταν το 2015 έφθασαν τις 90.000. Πρόσθεσε δε ότι έως το 2019 θα ανέλθουν μέχρι τις 127.500.
Υπενθυμίζεται ότι οι συνοριακοί έλεγχοι εντός της Ζώνης Σένγκεν μπορούν σήμερα, σε έκτακτες περιστάσεις, να διαρκέσουν ως και έξι μήνες. Το οριστικό κλείσιμο όμως των συνόρων από τη Γερμανία θα προκαλέσει θύελλα που θα συμπαρασύρει τις χώρες των Δυτικών Βαλκανίων, όπως η Σλοβενία, η Κροατία, η Σερβία και η πρώην Γιουγκοσλαβική Δημοκρατία της Μακεδονίας (πΓΔΜ) –προκαλώντας ασφυξία στην Ελλάδα. Ηδη η πΓΔΜ έκλεισε την Τετάρτη το πέρασμα στην Ειδομένη, η Σερβία και η Κροατία ανακοίνωσαν ότι θα περνούν από το έδαφός τους μόνο όσοι πρόσφυγες κατευθύνονται προς Γερμανία και Αυστρία, ενώ ο σλοβένος πρωθυπουργός Μίρο Τσεράρ έστειλε σχετική επιστολή στον κ. Γιούνκερ.
Οι προσφυγικές ροές


Σύμφωνα με κοινοτικές πηγές που έχουν γνώση των σκέψεων της Ανγκελα Μέρκελ, η καγκελάριος μελετά καθημερινά ένα χαρτί στο οποίο καταγράφονται οι προσφυγικές ροές από την Τουρκία προς την Ελλάδα. Οσο η καμπύλη των ροών παραμένει υψηλή, τόσο αυξάνεται η εσωτερική πίεση από τους Βαυαρούς Χριστιανοκοινωνιστές (CSU) που απειλούν ακόμη και με πτώση της κυβέρνησης. Πριν από λίγες ημέρες ο Αλεξάντερ Ντόμπριντ, υπουργός Μεταφορών και προερχόμενος από το CSU, μίλησε πιο ανοιχτά από κάθε άλλον για το «Σχέδιο Β» του κλεισίματος των συνόρων.
Ευρωπαϊκές πηγές εκτιμούσαν ότι οι υψηλές ροές λειτουργούν αποτρεπτικά ώστε να συμμετάσχουν οι χώρες της Ανατολικής Ευρώπης στο πρόγραμμα μετεγκατάστασης. Σύμφωνα με ανακοίνωση του Διεθνούς Οργανισμού Μετανάστευσης (ΙΟΜ), από την αρχή του 2016 εισήλθαν στην Ελλάδα πάνω από 31.000 μετανάστες, μία αύξηση περίπου 2.100% σε σχέση με την αντίστοιχη περίοδο του 2015. Με βάση αυτό τον αριθμό, η πρόβλεψη είναι ότι οι μετανάστες που θα εισέλθουν στην Ελλάδα το 2016 θα ξεπεράσουν τις 853.650 που έφθασαν στη χώρα μας το έτος που πέρασε.
Υψηλόβαθμοι κοινοτικοί κύκλοι δεν τρέφουν αυταπάτες. Αν αποφασιστεί έξοδος της Ελλάδας από τη Ζώνη Σένγκεν, τότε θα αρχίσει η αντίστροφη μέτρηση για μια «μίνι Σένγκεν». Σε αυτή θα συμμετάσχουν, κατά τις ίδιες πηγές, οι χώρες της άλλοτε Benelux (Βέλγιο, Ολλανδία, Λουξεμβούργο), η Γερμανία, η Αυστρία, ίσως η Ισπανία και η Πορτογαλία. Η Ιταλία κινδυνεύει να έχει την τύχη της Ελλάδας, ενώ αμφιβολίες εκφράζονται και για τη Γαλλία.Το χειρότερο για την Αθήνα θα ήταν να… γλιστρήσει εκτός Σένγκεν σε μια περίοδο που η Κομισιόν εξετάζει προωθημένες αλλαγές στο Σύστημα του Δουβλίνου. Οι πληροφορίες αναφέρουν ότι η Επιτροπή εξετάζει να καταργήσει τον κανόνα που προβλέπει ότι η πρώτη χώρα εισόδου είναι αυτή στην οποία ένας πρόσφυγας πρέπει να υποβάλει αίτηση ασύλου.
Τι πρέπει να γίνει


Για να αποφευχθεί αυτό το καταστροφικό σενάριο για την Ελλάδα, πρέπει να γίνει μια σειρά από βήματα. Το βασικό πρόβλημα που αναδεικνύουν υψηλόβαθμοι κοινοτικοί αξιωματούχοι ονομάζεται «implementation gap», δηλαδή «κενό εφαρμογής» όσων έχουν αποφασιστεί.
Η Κομισιόν έχει προωθήσει μια σειρά νομοθετικών πρωτοβουλιών τις οποίες τα κράτη-μέλη, άλλοτε ομόφωνα και άλλοτε κατά πλειοψηφία, έχουν αποφασίσει αλλά δεν εφαρμόζουν. Το κορυφαίο εξ αυτών των μέτρων είναι η μετεγκατάσταση 160.000 προσφύγων από την Ελλάδα και την Ιταλία, που όμως προχωρά προκλητικά αργά (έχουν μετεγκατασταθεί περίπου 330 άτομα). Υπάρχουν επίσης το σχήμα επανεγκατάστασης απευθείας από την Τουρκία σε ευρωπαϊκές χώρες, το σχέδιο δράσης ΕΕ – Τουρκίας και η κοινή δήλωση των ηγετών των χωρών των Δυτικών Βαλκανίων.
Η προσοχή όλων όμως εστιάζεται στην Ελλάδα, για διάφορους λόγους. Πέραν του ότι είναι η βασική πύλη εισόδου, η χώρα μας έχει δεσμευθεί να κάνει μια σειρά από πράγματα, διά στόματος του Πρωθυπουργού, αλλά δυστυχώς έχει χάσει όλες τις προθεσμίες. Το βασικότερο σημείο κριτικής είναι τα hotspots. Οι δραματικές καθυστερήσεις έχουν φέρει τους πάντες στα όριά τους. «Αρχικά, οι Ελληνες μας είπαν ότι θα είναι έτοιμα στα τέλη Νοεμβρίου. Μετά, στα μέσα Ιανουαρίου. Τώρα, η νέα δέσμευση είναι για τις 15 Φεβρουαρίου, αλλά αμφιβάλλουμε αν θα τηρηθεί κι αυτή» σημειώνει ευρωπαίος διπλωμάτης.
Τα hotspots θεωρούνται σημαντικά ώστε να δημιουργηθεί μια «δεξαμενή προσφύγων» που θα τροφοδοτήσουν το πρόγραμμα μετεγκατάστασης. Κυβερνητικές πηγές στην Αθήνα απαντούν ότι «ήδη έχει δημιουργηθεί μια δεξαμενή περίπου 700 ανθρώπων, αλλά ουδείς τούς παίρνει». Δυστυχώς, το επιχείρημα αυτό δεν επαρκεί στα κοινοτικά κέντρα αποφάσεων. Δεν έχουν επίσης δημιουργηθεί οι θέσεις υποδοχής για τις οποίες ο κ. Τσίπρας δεσμεύθηκε τον περασμένο Οκτώβριο.
Την ίδια στιγμή, είναι σαφές ότι υπάρχει έλλειψη συντονισμού. Στις Βρυξέλλες υπάρχει καλή εικόνα για τον Γιάννη Μουζάλα και τον Νίκο Τόσκα. Για τον αναπληρωτή υπουργό Μεταναστευτικής Πολιτικής υπάρχει η άποψη ότι θέλει να επιτύχει πράγματα, αλλά το υπουργείο του δεν έχει την απαιτούμενη δομή, ενώ θα έπρεπε να είναι εκείνο που θα είχε τον συντονιστικό ρόλο. Επίσης, στον κ. Τόσκα, αναπληρωτή υπουργό Προστασίας του Πολίτη, πιστώνεται ότι προσπαθεί υπό αντίξοες συνθήκες να φτιάξει τα hotspots. Αντίθετα, η εικόνα είναι αρνητική τόσο για τον υπουργό Εξωτερικών Νίκο Κοτζιά όσο και για τον αρμόδιο αναπληρωτή υπουργό για Ευρωπαϊκές Υποθέσεις Νίκο Ξυδάκη. «Δεν εμπλέκονται στο ζήτημα όσο θα έπρεπε και με πρακτικό τρόπο, επομένως η Αθήνα δεν έχει διαμορφώσει συμμαχίες» είναι η μόνιμη επωδός.
Η ευθύνη όμως για τις καθυστερήσεις βαρύνει προσωπικά τον Πρωθυπουργό. Ορισμένοι κοινοτικοί αξιωματούχοι υπογραμμίζουν ότι ο κ. Τσίπρας αντιλαμβάνεται το μέγεθος του προβλήματος. Από την άλλη πλευρά, όμως, τους δίνει την εντύπωση ότι κωλυσιεργεί ώστε να αξιοποιήσει «το χαρτί του Προσφυγικού» στη διαπραγμάτευση για το Μνημόνιο.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ