Το καλοκαίρι του 2005 ήταν πολύ παράξενο για τη Μαρία Ναυπλιώτου. Η ίδια λέει κρύβοντας με τρόπο τη συγκίνησή της ότι θα το θυμάται για όλη της τη ζωή. Κρίνοντας από την ιστορία «πίσω από την ταινία» που μας περιέγραψε πριν από λίγο καιρό σε ένα καφέ δίπλα στο Μουσείο Ακρόπολης δεν μπορούμε παρά να την πιστέψουμε. Το μεγαλύτερο μέρος του καλοκαιριού εκείνου το είχε περάσει στην Κέρκυρα, κατ’ αρχάς για επαγγελματικούς λόγους. Η Ναυπλιώτου ήταν η πρωταγωνίστρια της ταινίας «Η χορωδία του Χαρίτωνα» που γυρίστηκε εξ ολοκλήρου στο μεγαλόπρεπο νησί του Ιονίου και, παρότι παρεξηγημένη (δεν είχε ιδιαίτερη απήχηση στο κοινό), παραμένει η ομορφότερη της ηθοποιού. Και συν τοις άλλοις, από κάποιο σημείο και μετά η ίδια η εμπειρία της Ναυπλιώτου στο νησί έπαψε να είναι σκέτα επαγγελματική.
Από ένα ποτήρι κρασί…
Η μικρή άγνωστη «προϊστορία» της Μαρίας Ναυπλιώτου με τον σκηνοθέτη της «Χορωδίας του Χαρίτωνα» Γρηγόρη Καραντινάκη αφορά το κρασί Lac de rose. Αφορμή για τη γνωριμία τους ήταν ένα διαφημιστικό για το κρασί που τελικά δεν γυρίστηκε με τη Ναυπλιώτου αλλά με τη Βίκυ Κουλιανού (η Ναυπλιώτου όταν ακόμη χόρευε έβγαζε το χαρτζιλίκι της από τη διαφήμιση).
Χρόνια αργότερα όμως ο Καραντινάκης τη Ναυπλιώτου έκλεισε για την πρώτη (και ως σήμερα τελευταία) μεγάλου μήκους ταινία του, τη «Χορωδία του Χαρίτωνα», της οποίας η ιστορία τοποθετείται στα χρόνια της δικτατορίας, την άνοιξη του 1968. Στη «Χορωδία» η Ναυπλιώτου υποδύεται την Ελένη, τη σχολική «νύφη των Μαθηματικών», αντικείμενο του πόθου όλου του αρσενικού πληθυσμού ενός κερκυραϊκού χωριού, όχι μόνο για την ομορφιά της αλλά και για το απρόσιτο στυλ της. Ανάμεσα σε εκείνη και σε έναν άλλον δάσκαλο, τον Χαρίτωνα (Γιώργος Χωραφάς), θα δημιουργηθεί αμοιβαία έλξη, αν και η εμφάνιση στο προσκήνιο του νέου στρατιωτικού διοικητή της περιοχής (Ακύλλας Καραζήσης) σηματοδοτεί την έναρξη μιας σειράς γεγονότων, δραματικών αλλά και διασκεδαστικών.
Το προσωπικό στοιχείο
«Για μένα οι μνήμες μέσω αυτής της ταινίας ήταν πολύ συγκεκριμένες» μας είπε η Μαρία Ναυπλιώτου. «Ηταν συμπτωματικό αλλά μέσα στη χούντα των συνταγματαρχών γνωρίστηκαν και παντρεύτηκαν οι γονείς μου. Επαιζα λοιπόν μια κοπέλα σε μια περίοδο που η μητέρα μου ήταν η ίδια κοπέλα. Και νομίζω ότι κατά μία έννοια για μένα αυτή η ταινία ήταν ένας αποχαιρετισμός προς τη μητέρα μου».
Αποχαιρετισμός γιατί; Διότι το καλοκαίρι των γυρισμάτων του «Χαρίτωνα» στην Κέρκυρα ήταν το πρώτο της Ναυπλιώτου χωρίς τη μητέρα της εν ζωή. «Είχε πεθάνει τον περασμένο Μάρτιο» μας είπε. Η ταινία ήταν μια μεγάλη ανάσα για εκείνη, όχι μόνο επειδή χρειαζόταν ένα διάλειμμα για να αλαφρώσει το ψυχικό φορτίο των τελευταίων μηνών αλλά επειδή η περίοδος στην οποία τοποθετείται «Η χορωδία του Χαρίτωνα» ήταν η εποχή που οι ίδιοι οι γονείς της ήταν νέοι.

«Τα γυρίσματα ήταν ένα όμορφο διάλειμμα».
Στην Κέρκυρα έμειναν αρκετό καιρό, ο καιρός ήταν θαυμάσιος, οι πάντες φιλικοί. Αξέχαστα θα της μείνουν τα γενέθλιά της που συνέπεσαν με τα γυρίσματα.«Μου είπαν ότι ο Γρηγόρης ήθελε να μου μιλήσει για τον ρόλο, πάω κι εγώ και ξαφνικά βλέπω να έχει στηθεί ολόκληρη φιέστα. Ηταν πάρα πολύ όμορφα. Με αγκάλιασαν όλοι τόσο ζεστά που σχεδόν για λίγο ξεχάστηκα». Αξέχαστα επίσης θα της μείνουν τα γέλια. Θυμάται (γελώντας με την καρδιά της) το περιστατικό με τον φίλο της Χρήστο Στέργιογλου που επίσης παίζει στην ταινία. «Είχε 40 βαθμούς και του φορούσαν κοστούμια μάλλινα. Τον ντύνουν 7-8 το πρωί. «Χρήστο, όπου να ‘ναι η σκηνή σου». Πάει 12, πάει 1, πάει απόγευμα, βράδυ. Ο Χρήστος δεν έκανε ποτέ το γύρισμα! Αλλά εκείνος εκεί, να κάθεται ντυμένος στα μάλλινα και να περιμένει. Τον φαντάζεσετε; «Μαρία, Μαρία, δεν αντέχω άλλο». Εγώ που τον αγαπώ πάρα πολύ και είμαστε και φίλοι να ‘χω κατουρηθεί απ’ τα γέλια!». Ηταν σαν να είχαν αποκοπεί για λίγο από την καθημερινότητα και να ζούσαν «σε μια άλλη διάσταση. Ζήσαμε, δηλαδή, τα sixties. Ζήσαμε τη χούντα των συνταγματαρχών μέσα από μια «κλοουνάδα» για μας».

Στο χωριό του Μπούα
Ο χώρος γυρισμάτων της «Χορωδίας του Χαρίτωνα» είναι ένα από τα πιο ενδιαφέροντα στοιχεία της όλης ιστορίας. «Υπάρχει ένα χωριό στην Κέρκυρα που χτίστηκε ειδικά για τουριστικούς λόγους «πάνω» σε ένα παραδοσιακό» είπε η Ναυπλιώτου. «Αργότερα εγκαταλείφθηκε, δεν γνωρίζω τον λόγο. Εκεί γυρίσαμε την ταινία. Ολο το σκηνικό που βλέπουμε ήταν ήδη έτοιμο. Σαν να παίζαμε πραγματικά σε μια ξένη παραγωγή».
Πρόκειται για το χωριό του Μπούα, από το όνομα του δαιμόνιου επιχειρηματία-ιδιοκτήτη που το έχτισε, όπως μας πληροφόρησε αργότερα ο Γρηγόρης Καραντινάκης. Το «χωριό του Μπούα» στα Δανήλια της Κέρκυρας αποτελεί έμβλημα της ηρωικής εποχής του κερκυραϊκού τουρισμού των δεκαετιών του 1970 και του 1980. «Είναι ένα «θεματικό χωριό», το οποίο υποτίθεται πως αποτελεί πιστό αντίγραφο κερκυραϊκού χωριού του 19ου αιώνα με δύο σειρές από διώροφα κτίρια-αντίγραφα της αρχιτεκτονικής της εποχής» μας είπε ο σκηνοθέτης που το ανακάλυψε το 2003 ψάχνοντας χώρους για την ταινία. «Το βρήκα κάπως περίεργα, κάτι μου «έκανε» ένας φράχτης όπου απαγορευόταν η πρόσβαση. Μπήκα κρυφά, έπεσα μπροστά στο θαύμα, το περπάτησα εκατοστό-εκατοστό, δεν πίστευα πως ήταν έτσι εγκαταλελειμμένο. Βρήκαμε επαφές, πήραμε άδεια, βάψαμε όχι πολλά, για την ακρίβεια τo φρεσκάραμε με τον σκηνογράφο Αντώνη Χαλκιά. Κάναμε διορθώσεις με σεβασμό στον χώρο. Κρίμα που δεν λειτουργεί φουλ ακόμα».
Το χωριό του Μπούα λειτούργησε ως τα μέσα περίπου της δεκαετίας του 1990, λίγο μετά τον θάνατο του δαιμόνιου επιχειρηματία. Εκτοτε παραμένει κλειστό, αν και αγοράστηκε από τον ξενοδοχειακό όμιλο Δασκαλαντωνάκη. «Γίνονται πού και πού κάποιες εκδηλώσεις, αλλά δεν το εκμεταλλεύονται όπως πρέπει και του αξίζει. Ελπίζω να μην το κάνουν καζίνο, όπως άκουσα».

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ