Στα σαράντα χρόνια της Μεταπολίτευσης έχουμε ζήσει την κατάρρευση πολιτικών κομμάτων τα οποία εμφανίζονταν ως οι μόνοι τρόποι σωτηριακής διακυβέρνησης. Ετσι στα πρώτα μεταπολιτευτικά χρονια η παλαιά, συντηρητική Δεξιά, στιλβωμένη αλλά και εκσυγχρονισμένη από τον ώριμο Κωνσταντίνο Καραμανλή, υποστηρίχθηκε από τη μεγάλη πλειοψηφία των ψηφοφόρων. Χρειάστηκαν όμως μόλις επτά χρόνια για να σβήσει η ιδεολογική αίγλη της και να μειωθεί η κομματική ισχύς της. Στις εκλογές του 1982 οι ψηφοφόροι δεν προτίμησαν μια μεταδικτατορική Ενωση Κέντρου αλλά ένα νέο μοντέλο σοσιαλιστικής διακυβέρνησης της οποίας η ρητορική περιείχε και αποήχους της παλαιάς και ελπιδοφόρας Αριστεράς. Η ίδια η φιλοευρωπαϊκή, ανανεωτική Αριστερά (χωρισμένη από το δογματικό ΚΚΕ) παρέμενε μακριά από την εξουσία. Ηταν λοιπόν αναμενόμενο ότι η αριστερίστικη επαγγελία της μεγάλης «αλλαγής» του ΠαΣοΚ θάμπωσε επίσης και πολλούς αριστερούς. Το αποτέλεσμα γνωστό. Οι καιροί αρχικά ευνοούσαν τις παροχές, τις παράλογες εξαγγελίες και την ιδεολογική/πολιτική θολούρα του πασοκικού σοσιαλισμού.

Ο χρόνος όμως έδειξε ποιο υπήρξε όντως το ΠαΣοΚ και σήμερα αναγνωρίζεται ότι ο πασοκικός ευαγγελισμός στην ουσία ήταν ο προάγγελος της τωρινής συμφοράς. Οικονομικά σκάνδαλα, καταχρήσεις, αμαρτωλές παροχές, διόγκωση του πελατειακού κράτους, η αναιδής κομματική νομενκλατούρα κ.ά. συνετέλεσαν ώστε το «μεγάλο» εθνικιστικό ΠαΣοΚ να συρρικνωθεί στη σημερινή μορφή του. Το «πονηρό πνεύμα» της ιστορίας δεν έδειξε μόνο την ανικανότητα και τη φαυλότητα του ΠαΣοΚ. Εδειξε επίσης ότι οι περισσότεροι ψηφοφόροι του δεν είχαν καμία «σοσιαλιστική» ιδεολογία. Ησαν απλώς άνθρωποι που υποστήριζαν την ιδέα των παροχών και του πελατειακού κράτους. Μόλις τα αποθέματα εξαντλήθηκαν, μόλις τα δάνεια στέρεψαν, οι ψηφοφόροι του ΠαΣοΚ στράφηκαν σε νέες εξαγγελίες, που τώρα ηχούσαν από τα αριστερά.

Η ελληνική ανανεωτική Αριστερά ως και πρόσφατα ακόμη είχε πολύ χαμηλά ποσοστά ψήφων, την ίδια στιγμή όμως οι συμπαθούντες ήσαν πάρα πολλοί. Η ελληνική Αριστερά ως και τη μετάλλαξή της στο μόρφωμα του ΣΥΡΙΖΑ διέθετε αξιόλογα στελέχη, υποστηριζόταν από διανοουμένους (τους γνωστούς «ελίτες» του Ανδρέα), είχε πρωτοποριακές ιδέες και προγράμματα αλλά καμία κομματική δύναμη. Παρέμενε ένας τόπος εξιδανικευμένος πολιτικά, δεν είχε φθαρεί από την εξουσία, το πείραμα όμως του 1990 έδειξε ποια ήταν τα όριά της. Η Αριστερά ήταν ένα βολικό ιδεολογικό καταφύγιο για πολλούς και φάνταζε ως η γη της ιδεατής πολιτικής Επαγγελίας. Αυτόν τον «καθαρό» και «ηθικό» χώρο ήρθε και κατέλαβε ο ΣΥΡΙΖΑ, ένα πολιτικό κατασκεύασμα από επικίνδυνες και γραφικές «συνιστώσες», από ανανήψαντες παλαιοκομματικούς, από «διανοουμένους» τύπου Κουράκη – Μπαλτά – Κοτζιά κ.ά. Παραφράζοντας τον στίχο του Ελύτη «Ηρθαν ντυμένοι «φίλοι» αμέτρητες φορές οι εχθροί μου», μπορούμε να πούμε πως η Αριστερά του ΣΥΡΙΖΑ ήρθε ντυμένη Ζωή Κωνσταντοπούλου και Ραχήλ Μακρή.
Εχει ευθύνη για τη Μεγάλη Κρίση ο ΣΥΡΙΖΑ; Οχι! Ευθέως τουλάχιστον και ως τον περυσινό χειμώνα, όχι. Μετά την αχαρακτήριστη στάση της ΔΗΜΑΡ, όμως, τις ραγδαίες πολιτικές αλλαγές, τη νίκη του ΣΥΡΙΖΑ και μετά τη συμμαχία του με τους ακροδεξιούς ΑΝΕΛ, η κρίση επιδεινώθηκε. Τι συντελέστηκε στους έξι μήνες της συγκυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ είναι γνωστό. Τώρα, την ώρα που γράφονται αυτές οι γραμμές, η κατάσταση όχι μόνο της ελληνικής οικονομίας αλλά η ίδια η εθνική μας υπόσταση βρίσκεται σε σημείο μηδέν. Ποια θα είναι τελικά η ευθύνη της συριζαίικης «Αριστεράς» για το μέλλον της χώρας θα το μάθουμε γρήγορα. Αλλά, όπως δείχνουν τα πράγματα, αυτή η μεταπλασμένη «Αριστερά» ίσως αποδειχθεί μοιραία για τη χώρα. Και αν η κατάσταση δεν είχε φτάσει σε αυτό το επικίνδυνο σημείο, η γελοιοποίηση της Αριστεράς του ΣΥΡΙΖΑ δεν θα είχε κανένα κόστος.
Παρά ταύτα, κάλλιο αργά παρά ποτέ. Αν λοιπόν επιβιώσουμε τελικά, η Ιστορία μάς προσφέρει μια νέα, μεγάλη ευκαιρία: να εγκαταλείψουμε τις φαντασιώσεις και γι’ αυτή τη μίζερη, μικρονοϊκή, συριζαίικη Αριστερά. Τα πράγματα μας δείχνουν πως ό,τι απέμεινε από αυτή την παλαιά αγαθή ιδεολογία είναι ένα αδειανό, τρύπιο πουκάμισο. Τώρα, λοιπόν, περισσότερο παρά ποτέ, μας δίδεται η ευκαιρία να ωριμάσουμε πολιτικά. Να εγκαταλείψουμε μια για πάντα τον φόβο μπροστά στην ελευθερία. Αυτό που απομένει στο έθνος δεν είναι ο δρόμος της «δημιουργικής ασάφειας» και ανωριμότητας. Ο μόνος δρόμος που μας απομένει είναι η δημιουργική απομυθοποίηση και της «Αριστεράς». Εχουμε αργήσει πάρα πολύ και έχουμε πληρώσει πολλά. Ωστόσο υπάρχει καιρός για να μπούμε, καθημαγμένοι έστω και προδομένοι, πλην απαλλαγμένοι από εμμονές και ιδεοληψίες, στον αιώνα του νεοελληνικού διαφωτισμού.
Ο κ. Γιώργης Γιατρομανωλάκης είναι καθηγητής Κλασικής Φιλολογίας και συγγραφέας.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ