Πολεμική ατμόσφαιρα επικρατούσε την Τρίτη σε Αθήνα και στις ευρωπαικές πρωτεύουσες, καθώς κορυφώνονται οι διαβουλεύσεις προς αναζήτηση μιας συμβιβαστικής λύσης για το επίμαχο ελληνικό ζήτημα. Στην πρωτεύουσα ο Πρωθυπουργός σήκωσε τους τόνους και θέλησε να μεταδώσει με διάφορες ευκαιρίες ότι έχει σκοπό να πάει τη διαπραγμάτευση στα άκρα, να εξαντλήσει δηλαδή όλα τα χρονικά περιθώρια που θεωρεί ότι έχει στη διάθεσή του.
Τόσο στις συναντήσεις που είχε νωρίς με τον Σταύρο Θεοδωράκη, τη Φώφη Γεννήματα και την Ντόρα Μπακογιάννη, όσο και αργότερα με την ομιλία στην Κοινοβουλευτική Ομάδα του κόμματός τους υπήρξε αυστηρός προς τους εταίρους, επιτέθηκε με σφοδρότητα στο Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, το κατηγόρησε ευθέως ότι επέβαλε εγκληματικές πολιτικές στην Ελλάδα και γενικώς ακολούθησε σκληρή γραμμή, αφήνοντας να εννοηθεί ότι ότι και η ρήξη είναι μια επιλογή, αν δεν βρει ανταπόκριση στις εκκλήσεις του για χαλάρωση της λιτότητας. Ταυτόχρονα ωστόσο φρόντισε να διατηρεί ανοιχτή την πόρτα για μια συμφωνία.
Την ίδια στιγμή στο Γενικό Λογιστήριο του Κράτους είχε κηρυχθεί σχεδόν επιστράτευση για τη συγκέντρωση και των τελευταίων διαθέσιμων κρατικών πόρων. Η αρμόδια για τη συλλογή των δημοσίων εσόδων κυρία Νάντια Βαλαβάνη απηύθυνε εκκλήσεις προς τις Εφορίες να διευκολύνουν τους οφειλέτες ώστε να ενταχθούν στη ρύθμιση των 100 δόσεων και στα Ελληνικά Πετρέλαια έκαναν ότι μπορούσαν προκειμένου να ενισχύσουν τα αποθέματα καυσίμων της χώρας, ωσάν να βρισκόμαστε μπροστά σε ενδεχόμενο πολέμου.
Αντιστοίχως στα ευρωπαϊκά κέντρα στις Βρυξέλλες και την Φρανκφούρτη το ελληνικό θέμα βρίσκονταν ψηλά στην ημερήσια διάταξη. Πυρετώδεις ήταν οι διαβουλεύσεις, οι επικεφαλής αξιολογούσαν την κατάσταση και προετοιμάζονταν για έκτακτες συνεδριάσεις, ανέμεναν το αποτέλεσμα του Euroworking Group και προετοιμάζονταν ακόμη και για Σύνοδο Κορυφής το Σαββατοκύριακο στην περίπτωση που το Eurogroup της Πέμπτης δε θα μπορούσε να καταλήξει σε κάποια συμφωνία.
Ο εκνευρισμός ήταν διάχυτος τόσο στις Βρυξέλλες, όσο και στο Βερολίνο, όπως μαρτυρά η ένταση των δηλώσεων επισήμων κοινοτικών παραγόντων και προδίδουν οι διαρροές σε μεγάλες γερμανικές εφημερίδες, οι οποίες προαναγγέλλουν σκληρά μέτρα εναντίον της Ελλάδας, όπως κλείσιμο Τραπεζών και έλεγχο στην κίνηση των κεφαλαίων.
Σε κάθε περίπτωση η πίεση προς την κυβέρνηση εκδηλώνεται με διάφορες μορφές, αλλά μαζί φανερώνεται και ο φόβος για τις περιπλοκές που μπορεί να προκαλέσει στην ευρωπαϊκή οικονομία ενδεχόμενη ελληνική χρεοκοπία εντός του ευρώ. Δεν είναι τυχαίο ότι τόσο η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, όσο και οι αναλυτές των αγορών παρακολουθούν με προσοχή τις κινήσεις που εκδηλώθηκαν στην ζώνη των ομολόγων των περισσότερων ευρωπαϊκών χωρών. Το ρίσκο τυχόν επιθετικών κινήσεων εναντίον της Ελλάδας δεν είναι αμελητέο και κατά φαινόμενα αξιολογείται, κάνοντας διστακτικούς τους ευρωπαίους στις αποφάσεις του.
Δεν είναι τυχαίο ότι τις τελευταίες ώρες άρχισαν να φθάνουν στην Αθήνα πληροφορίες ότι γίνονται προσπάθειες για κάποιου είδους συμφωνίας. Οι αμερικανοί διπλωμάτες επίσης μετέφεραν αισιόδοξα μηνύματα, αλλά και από την πλευρά της τρόικας μιλούσαν για μια προσωρινή λύση, μια νέα τρίμηνη παράταση μέχρι τον Σεπτέμβριο, ώστε να δοθεί χρόνος σε όλες τις πλευρές. Κατά μια εκδοχή η ελληνική πλευρά που αρχικώς διεκδικούσε εννέα μήνες παράταση, φέρεται να συμβιβάζεται τώρα και με εξάμηνη παράταση αρκεί να υπάρχει επαρκής αναφορά για το χρέος. Οι τροϊκανοί από την άλλη επιμένουν σε τρίμηνη παράταση, επιλέγουν «μικρό λουρί» για την Ελλάδα επειδή δεν έχουν καμία εμπιστοσύνη.
Όπως και να έχει, αν ευσταθούν τα παραπάνω, η τρίμηνη παράταση θα μπορούσε να προσφέρει μια διέξοδο στο σημερινό αδιέξοδο, θα απέτρεπε τον λεγόμενο «ξαφνικό θάνατο» της ελληνικής οικονομίας, αλλά σίγουρα δεν αποτελεί την καλύτερη λύση.
Πρόκειται για λύση ανάγκης, για λύση που διατηρεί την εκκρεμότητα στο μέγιστο βαθμό, επιβεβαιώνοντας εκείνους που επιμένουν ότι με την τακτική Τσίπρα «θα σαπίσουμε στο ευρώ».