Περισσότερα από δέκα χρόνια μετά την 11η Σεπτεμβρίου και τρία χρόνια μετά τον θάνατο του ιδρυτή της Αλ Κάιντα Οσάμα μπιν Λάντεν η αισιοδοξία όσων διέβλεπαν κάμψη των τρομοκρατικών ενεργειών και υποχώρηση του φονταμενταλισμού διαψεύδεται πανηγυρικά. Μόνο τους τελευταίους μήνες οι συγκρούσεις στη Συρία κλιμακώθηκαν με απίστευτη ένταση, με αποτέλεσμα πάνω από τον μισό πληθυσμό της να ζει σε συνθήκες συνεχούς μετακίνησης υπό τον φόβο του θανάτου ή της καταστροφής, εκατοντάδες κορίτσια απήχθησαν από την οργάνωση Μπόκο Χαράμ στη Νιγηρία, γυναίκες δικάζονται και καταδικάζονται στο Σουδάν από δικαστήρια της σαρία επειδή παντρεύτηκαν χριστιανούς, ο αμερικανός δημοσιογράφος Τζέιμς Φόλεϊ αποκεφαλίστηκε on camera πριν από λίγες ημέρες κάπου στην έρημο του «Ισλαμικού Κράτους» του ΙΚΙΣ.
Πρόκειται για μια πολύ σύνθετη κατάσταση που αναμφισβήτητα απαιτεί εξειδικευμένες γνώσεις για να αξιολογηθεί σε όλες τις πτυχές της. Ωστόσο ο «νέος φονταμενταλισμός» των τελευταίων ετών παρουσιάζει δύο κεντρικά χαρακτηριστικά. Κατ’ αρχάς, ο φονταμενταλισμός αναζωπυρώνεται σε μια νέα περίοδο αστάθειας τόσο στη Μέση Ανατολή όσο και στην Αφρική. Σημαντικό ρόλο φαίνεται να παίζει εδώ και η ασαφής, τουλάχιστον εκ πρώτης όψεως, πολιτική των ΗΠΑ. Μετά την αποτυχία του περιβόητου «πολέμου κατά της τρομοκρατίας» και το τέλος της προεδρίας του Τζορτζ Μπους, οι ΗΠΑ φαίνεται να υιοθετούν μια πολιτική «μέσα και έξω», ειδικά στη Μέση Ανατολή. Παράλληλα ο παγκόσμιος ρόλος τους αναπροσδιορίζεται λόγω μιας εξαιρετικά ευμετάβλητης διαδικασίας πολυπολισμού, ενώ χώρες που παραδοσιακά βρίσκονταν στη ζώνη επιρροής τους, όπως π.χ. η Τουρκία ή η Σαουδική Αραβία, ανατοποθετούνται. Νέες συγκρούσεις αλλά και νέες, ετερόκλητες μέχρι πρότινος συμμαχίες έχουν προκύψει στην περιοχή, ενώ οργανώσεις όπως η Χεζμπολάχ ή «υβριδικά πολιτικά σχήματα» όπως το «κράτος»/οργάνωση του ΙΚΙΣ (Ισλαμικό Κράτος του Ιράκ και της Συρίας) καταλαμβάνουν τον δικό τους χώρο σε αυτό το ρευστό τοπίο όπου κρατικά σύνορα και κρατικές πολιτικές αμφισβητούνται ή υπονομεύονται. Αν και το «δυτικό βλέμμα» συχνά αναπαράγει το στερεότυπο ενός ενιαίου Ισλάμ με όρους θρησκευτικούς, οι διαφορετικές αναγνώσεις του φυσικά ποικίλλουν, όπως άλλωστε συμβαίνει και με τον χριστιανισμό ή άλλες θρησκείες. Η κατανόηση του «πολιτικού Ισλάμ» είναι περισσότερο αναγκαία. Αν κάτι παρουσιάζει ενδιαφέρον στη σημερινή φάση είναι ότι οι πιο «ριζοσπαστικές» τάσεις του τζιχαντισμού εμφανίζονται να ασκούν κριτική ή ανοιχτά να στρέφονται εναντίον του συντηρητικού ισλαμισμού ή της απόπειρας κρατικού «εξισλαμισμού» σε ορισμένες χώρες όπως η Συρία, η Αίγυπτος, η Τουρκία ή ακόμη και τα κατεχόμενα παλαιστινιακά εδάφη. Εκτός λοιπόν των διαφορετικών αναγνώσεων της θρησκείας, διευρύνονται σήμερα και οι αντιπαραθέσεις για το ίδιο το πολιτικό Ισλάμ αλλά και τη σχέση του με τα κράτη στην ευρύτερη Μέση Ανατολή.
Επιπλέον η διαδικασία του «εξισλαμισμού της νεωτερικότητας» που ορισμένοι προωθούν σαφέστατα δεν περιορίζεται εδαφικά, ενώ ταυτόχρονα έχει μεταβάλει το «επικοινωνιακό προφίλ» ακόμη και σε σχέση με την πρώτη φάση της λειτουργίας της Αλ Κάιντα. Στο «παγκοσμιοποιημένο Ισλάμ», κατά την εύστοχη έκφραση του μελετητή Ολιβιέ Ρουά, όπου πάνω από το ένα τρίτο των μουσουλμάνων ζουν σε χώρες της Δύσης, το τελευταίο που θα πρέπει να μας εκπλήσσει είναι η κατά τα φαινόμενα «βρετανική προφορά» του δημίου του αμερικανού δημοσιογράφου. Μεγαλύτερη σημασία έχει ενδεχομένως το γεγονός ότι τα «τεχνοφοβικά» ανακλαστικά της πρώιμης Αλ Κάιντα αλλά και οι σκουρόχρωμες, συντηρητικές ιστοσελίδες με τα κατεβατά κειμένων έχουν αντικατασταθεί από μια διευρυμένη «συνδεσιμότητα» (connectivity) στον χώρο κυρίως των μέσων κοινωνικής δικτύωσης η οποία περιλαμβάνει «τιτιβίσματα» (tweets), selfies νεαρών μασκοφόρων, υποτιθέμενων «τζιχαντιστών», με τζιν και τατουάζ, συνθήματα και ατάκες σε διαδικτυακές συζητήσεις. Κατά πόσον αυτή η νέα επικοινωνιακή στρατηγική θα αποδειχθεί αποτελεσματικότερη μέθοδος στρατολόγησης νεαρών μουσουλμάνων (ή ενδεχομένως και μη μουσουλμάνων «προσήλυτων») μένει να φανεί…
Η ανάδυση μιας νέας φάσης ισλαμοφοβίας στον δυτικό κόσμο δεν μπορεί να αποκλεισθεί. Οι ρατσιστικές πολιτικές και οι διακρίσεις όμως δεν είναι μόνο αποκρουστικές αλλά και πολιτικά αναποτελεσματικές. Εχει σημασία ενδεχομένως να μας απασχολήσει ένα άλλο ζήτημα, ειδικά μετά τις τύχες της «Αραβικής Ανοιξης»: Αρκεί μια ασαφής επίκληση της «δημοκρατίας» ή της «εκκοσμίκευσης», ειδικά σε κοινωνίες όπου η «εκκοσμίκευση» ή η «δημοκρατία» έχουν σε ορισμένες περιπτώσεις συνδυαστεί ιστορικά με μορφές αυταρχισμού ή δυτικής επέμβασης; Η πολιτική, κοινωνική και οικονομική ανάπτυξη των μουσουλμάνων μέσα και έξω από τις χώρες καταγωγής τους περιλαμβάνει μια ευρεία γκάμα ζητημάτων (αντιμετώπιση της φτώχειας, ενσωμάτωση, εγγραμματοσύνη, αναβάθμιση της θέσης των γυναικών κ.τ.λ.) και απαιτείται να συνδυαστεί με την εξισορρόπηση των γεωπολιτικών ανταγωνισμών και ένα διαφορετικό πρόσωπο της «Δύσης». Ο δρόμος είναι δύσβατος αλλά μάλλον δεν υπάρχουν εναλλακτικές διαδρομές.
Η κυρία Εφη Γαζή είναι αναπληρώτρια καθηγήτρια της Ιστορίας στο Πανεπιστήμιο Πελοποννήσου.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ