Κάποτε η ομιλία ή το γραπτό κείμενο ενός διανοουμένου αρκούσε για να προκαλέσει όχι απλές συζητήσεις στη δημόσια σφαίρα αλλά δυνητικές μετακινήσεις των τεκτονικών πλακών της πολιτικής –πρόσφατη υπόμνηση, η οριστική τεκμηρίωση του κρυφού ρόλου της CIA στη «φυγάδευση» και έκδοση στη Δύση του «Δόκτορος Ζιβάγκο» το 1957. Στον ψυχροπολεμικό κόσμο το έργο του Μπορίς Πάστερνακ αντιστοιχούσε σε μια εκ των έσω κριτική του υπαρκτού σοσιαλισμού που αναμενόταν να έχει σαφή απήχηση στη συνείδηση του κοινού πέρα από την απλή λογοτεχνία, ως πολιτικό επιχείρημα. Η υπογραφή του Ζαν-Πολ Σαρτρ σε ένα μανιφέστο ή ένα μαχητικό άρθρο του Αλμπέρ Καμί ήταν ταυτόχρονα διανοητικά γεγονότα, ιδεολογικές καταθέσεις και τεχνικά μέσα ευαισθητοποίησης της κοινής γνώμης. Ωστόσο η πολιτεία και η πρόσληψη των διανοουμένων στα τέλη του 20ού αιώνα, εποχή ανάπτυξης των μέσων μαζικής ενημέρωσης, καθολικοποίησης της βασικής εκπαίδευσης και γενικευμένης δυσπιστίας προς τις αυθεντίες, υπήρξε αντιστρόφως ανάλογη. Ο δημόσιος διανοούμενος ήταν ένα είδος σε ανεπάρκεια στις αρχές του 21ου αιώνα. Στη Γαλλία η Αριστερά θρηνούσε τον ξεπεσμό από το ύψος ενός Μισέλ Φουκό στην κοινοτοπία του Μπερνάρ-Ανρί Λεβί, στις ΗΠΑ συντηρητικοί στοχαστές όπως ο Ρίτσαρντ Πόζνερ, συγγραφέας του βιβλίου «Public Intellectuals: A Study in Decline» («Δημόσιοι διανοούμενοι: Μια σπουδή στην παρακμή»), και κοινοτιστές κοινωνιολόγοι όπως ο Αμιτάι Ετζιόνι στηλίτευαν ως το 2006 την κατάπτωση των πρώην κραταιών.
Αν υποτεθεί ότι η «ενιαία σκέψη» και ο θρίαμβος του νεοφιλελευθερισμού είχαν στερήσει από την πνευματική πρωτοπορία την παρεμβατικότητα, αντικαθιστώντας την πολιτική ταύτιση με την αποδοχή του status quo ή άχρωμες γενικότητες περί οικολογίας, η κρίση επανέφερε στο προσκήνιο διανοουμένους που δεν φοβούνται τον στίβο μάχης. Η ποιότητά τους βέβαια ελέγχεται ενίοτε: για τον Τζον Γκρέι ο τρέχων σταρ Σλάβοϊ Ζίζεκ είναι περίπου τσαρλατάνος της φιλοσοφίας, όπως τον περιέγραψε σε ένα πολεμικό κείμενο του 2012 στη «New York Review of Books». Στον επίσης προβεβλημένο Αλέν Μπαντιού καταλογίζεται η επίμονη προσκόλληση στο κομμουνιστικό ιδεώδες, ωστόσο για κάθε απολογητή της οικονομικής ορθοδοξίας Νάιαλ Φέργκιουσον υπάρχει τουλάχιστον ένας αμφισβητίας Τομά Πικετί που γίνεται αντικείμενο έντονου διαλόγου στους «Financial Times». Και είναι πλέον ξανά θεμιτό για δημοσιογράφους όπως ο Ολλανδός Χούμπερτ Σμέετς να εγκαλούν από τις στήλες της «NRC Handelsblad» ονόματα όπως αυτά των Ουμπέρτο Εκο, Νταβίντ Γκρόσμαν και Γιούργκεν Χάμπερμας επειδή δεν υψώνουν περισσότερο τις φωνές τους για τη Συρία.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ