Η αναγνώριση της ενοχής της γαλλικής τράπεζας BNP Paribas και η συμφωνία της να πληρώσει σχεδόν 9 δισεκ. δολάρια για την παραβίαση των αμερικανικών κυρώσεων αποτελεί μέρος ευρύτερης στροφής στη στρατηγική του αμερικανικού υπουργείου Δικαιοσύνης που πλέον δεν εστιάζει σε συγκεκριμένους εγκληματίες, αλλά στη δυναμική καταδίωξη των τραπεζών που μεταφέρουν χρήματα γι’ αυτούς.

Στο πλαίσιο αυτό, αναμένεται να «πιάσει στο δόκανό του» περισσότερες μεγάλες τράπεζες και άλλες εταιρείες του χρηματοπιστωτικού τομέα.

Ήδη σύμφωνα με πρόσωπα που γνωρίζουν το θέμα και δημόσιες ανακοινώσεις, δύο άλλες μεγάλες γαλλικές τράπεζες –η Credit Agricole και η Societe Generale (SocGen)–, η γερμανική Deutsche Bank και η μονάδα Banamex της Citigroup στο Μεξικό είναι μεταξύ αυτών που ερευνώνται για ενδεχόμενο ξέπλυμα χρήματος ή παραβιάσεις κυρώσεων.

Το υπουργείο Δικαιοσύνης και άλλες αμερικανικές Αρχές, περιλαμβανομένου του γενικού εισαγγελέα του Μανχάταν, διερευνούν την Credit Agricole και τη SocGen για πιθανή παραβίαση των οικονομικών κυρώσεων κατά του Ιράν, της Κούβας και του Σουδάν, δήλωσε μία από τις πηγές.

Η Credit Agricole και η SocGen έχουν ανακοινώσει ότι εξετάζονται για το αν παραβίασαν τις αμερικανικές κυρώσεις. Η SocGen ανέφερε στην τελευταία ετήσια έκθεσή της ότι βρίσκεται σε συζητήσεις με το Γραφείο για τον Έλεγχο Στοιχείων Ενεργητικού στο Εξωτερικό του υπουργείου Οικονομικών των ΗΠΑ σχετικά με πιθανές παραβιάσεις κυρώσεων.

Αλλη πηγή δήλωσε ότι το υπουργείο Δικαιοσύνης των ΗΠΑ έχει προχωρήσει βαθιά σε έρευνα για το αν η μονάδα Banamex της Citigroup δεν έλεγχε τις μεταφορές χρημάτων μεταξύ των συνόρων ΗΠΑ και Μεξικό.

Οι εισαγγελείς ερευνούσαν επίσης πιθανές παραβιάσεις των κυρώσεων από τη Deutsche Bank, σύμφωνα με πηγές που γνωρίζουν την έρευνα, αν και είναι ασαφές πόσο πολύ έχει αυτή προχωρήσει. Η γερμανική τράπεζα ανέφερε στην τελευταία ετήσια έκθεσή της ότι έχει λάβει αιτήματα από εποπτικούς οργανισμούς για την παροχή πληροφοριών και ότι συνεργάζεται με αυτούς.

Το χρονοδιάγραμμα μίας πιθανής λήψης νομικών μέτρων ή σχετικών διαπραγματεύσεων για διακανονισμό, είναι ασαφές. Η αλυσίδα των υποθέσεων προέκυψε καθώς οι αμερικανοί εισαγγελείς έχουν μετακινηθεί από το να εστιάζουν σε συγκεκριμένους εγκληματίες στη δυναμική καταδίωξη των χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων που μεταφέρουν χρήματα γι’ αυτούς.

Στο επίκεντρο αυτής της προσπάθειας είναι η υπηρεσία για το ξέπλυμα χρήματος και την ακεραιότητα των τραπεζών, στην οποία υπηρετούν 12 εισαγγελείς. Η υπηρεσία αυτή, που ιδρύθηκε το 2010 και λειτουργεί εντός του υπουργείου Δικαιοσύνης, χειρίσθηκε την έρευνα για την παραβίαση από τη BNP των αμερικανικών νόμων για τις κυρώσεις κατά χωρών, όπως επίσης και μεγάλες υποθέσεις ξεπλύματος χρήματος και κυρώσεων τα τελευταία χρόνια κατά των τραπεζών HSBC, ING και άλλων.