Κάθονται στο μπαρ, παραγγέλνουν, και ο μεγαλύτερος αρχίζει να διηγείται στον νεότερο: «Να σου πω μια ιστορία. Την πρώτη ημέρα που κάθησα στο γραφείο του δημάρχου, έμεινα μόνος μου στο δωμάτιο για λίγο. Η καρέκλα ήταν αναπαυτική, το γραφείο όμορφο, είχε παντού καλαίσθητα πράγματα. Σκέφτηκα: “Από εδώ και πέρα αρχίζουν τα καλά”. Χτυπάει η πόρτα και μπαίνει ένας από τους παλιούς υπαλλήλους του δημαρχείου. Κουβαλάει ένα όμορφο, ασημένιο, πολυτελές, γυαλιστερό μπολ. Σκέφτηκα πως έφτασαν τα πρώτα δώρα. Το ακουμπάει στο γραφείο μου και μου λέει: “Αυτό είναι από τα σωματεία”. Το ανοίγω και βλέπω μέσα του σκ… Μου λέει: “Πρέπει να τα φας, αυτή είναι η δουλειά σου”. Ηταν παλιός, ήξερε τι έλεγε, και έτσι, αναγκαστικά, το έκανα. Λίγο μετά, μπαίνει με άλλο ένα μπολ. Το ίδιο εντυπωσιακό, το ίδιο περιεχόμενο. Αυτό είναι από τις μειονότητες, μου λέει. “Φά’ το”. Ηρθαν και άλλα μπολ. Από την Αστυνομία, από τις υπηρεσίες καθαριότητας, από τα κόμματα. Τα έφαγα όλα. Εκείνη την ημέρα κατάλαβα πως από εδώ και πέρα δεν αρχίζουν τα καλά, αλλά η πραγματικότητα. Αυτή είναι η δουλειά του πολιτικού. Τα ωραία δεν ήρθαν ποτέ».
Η εκκεντρική γευσιγνωσία είναι μια παραβολή. Προέρχεται από τη σειρά «The Wire», μια τηλεοπτική καταγραφή του αδιεξόδου της κοινωνίας, βασισμένο στη δημοσιογραφική έρευνα και στη βεβαιότητα πως, όσο και να προσπαθήσουν οι άνθρωποι, λίγα πράγματα μπορούν να κάνουν για να νικήσουν τον τρόπο με τον οποίο δουλεύουν τα πράγματα, το λεγόμενο «σύστημα». Η σειρά προβλήθηκε από το 2002 μέχρι το 2008 και μιλάει για τα διάφορα υποστρώματα ζωής στη Βαλτιμόρη. Πολιτική, μειονότητες, δημοσιογραφία, ναρκωτικά, λούμπεν και πιο λαμπερός υπόκοσμος φτιάχνουν ένα σύμπαν τόσο αληθοφανές που το συμπέρασμα είναι εξαιρετικά αποθαρρυντικό για την κοινωνία. Η σειρά δεν είναι τυχαία. Εχει διδαχθεί στο μάθημα κοινωνιολογίας του Χάρβαρντ και πρόσφατα ο καθηγητής και μεταφραστής του Καβάφη, Ντάνιελ Μέντελσον, έγραψε για την «αισχυλική ηθική» της σειράς.
Η παραβολή θα μπορούσε να χρησιμεύσει και στα δικά μας. Η πολιτική παραμένει το πιο σέξι και παράλληλα το πιο συκοφαντημένο πράγμα της εποχής μας, καθώς τα πολιτικά κόμματα δέχονται επίθεση παραμένοντας ευέλικτα όσο ένα μαμούθ, χρεοκοπημένα, αλλά ακόμη ανθεκτικά, αν και κουρασμένα από τη χρόνια τριβή με την εξουσία. Τα κόμματα με τις αγκυλώσεις τους είναι αυτό που οι περισσότεροι λογικοί άνθρωποι μοιάζουν να «μη θέλουν». Μόνο που στη ζωή δεν αρκεί το να μη θέλεις κάτι. Πρέπει και να ξέρεις και τι θέλεις.
Η λογική του «διαφορετικού», του «φρέσκου», της συλλήβδην αποθέωσης της νεότητας ως κάτι εξ ορισμού θετικό, έχουν ακουστεί πολλές φορές τις τελευταίες ημέρες. Είναι από τις φράσεις που επανέλαβε πολλές φορές ο Σταύρος Θεοδωράκης, ένας δημοσιογράφος που αποφάσισε να γίνει πολιτικός, έστω και χωρίς «πολιτική».
Οταν περνάς από την πλευρά της κριτικής, που (το ομολογώ) είναι πιο εύκολη, σε αυτή της πράξης, όμως, είσαι υποχρεωμένος να απαντήσεις σε ερωτήσεις. Οπως το τι είναι το «διαφορετικό» το οποίο ευαγγελίζεσαι. Διαφορετικό σε σχέση με τι; Με το παρελθόν. Σύμφωνοι, όλοι νιώθουμε κάπως ένοχοι με το παρελθόν, αλλά τι είναι αυτό που θα διαφέρει; Οπως στο ποιες είναι οι «ευρωπαϊκές αρχές» που όλοι μας πρέπει να υποστηρίζουμε. Η παράλογη εφαρμογή του μνημονίου, η μετατροπή της Ευρώπης σε γερμανική επαρχία, η στήριξη στον ουκρανό φιλοευρωπαϊστή που χαιρετά ναζιστικά είναι ευρωπαϊκές αρχές; Το ότι πρέπει να παραγάγουμε χρήμα δεν μπορεί να θεωρηθεί προγραμματική δήλωση, το ερώτημα είναι πώς θα το παραγάγουμε, όχι αν το θέλουμε.
Τα καλά νέα είναι πως όλοι συμφωνούμε πως έχουμε πρόβλημα. Τα κακά νέα είναι ότι δεν υπάρχει μια λύση. Αν υπήρχε, κάποιος από τους πανούργους παλιούς πολιτικούς που ζούνε χρόνια για την εξουσία και την υστεροφημία τους, θα την είχε ανακαλύψει.
Οταν ψάχνεις τη λύση επιτιθέμενος άτσαλα στο παλιό, καλό θα είναι να το προτείνεις με στοιχεία. Με πολιτικό προσανατολισμό, με σεβασμό στην πολιτική και όχι στην ηθική (που είναι συνήθως έννοιες ασύμβατες), με αριθμούς, με μελέτη, με στοιχεία, με ιδεολογική πλατφόρμα και όχι με γενικολογίες. Με πρόσθεση και όχι με αφαίρεση. Γιατί, αν επιτίθεσαι χωρίς σχέδιο, ο αντίπαλος, ειδικά αν είναι παλιά καραβάνα, πάντα κερδίζει.
Με λίγα λόγια: Θετική η αλληλεπίδραση, θετική η διαφορετικότητα, θετικές οι νέες τάσεις και τα φρέσκα πρόσωπα. Αν δεν έχουν ουσία, όμως, στο τέλος θα νιώσεις άβολα από την ανθεκτικότητα του συστήματος· έστω και λιγότερο άβολα από τον δήμαρχο της παραβολής.

*Δημοσιεύθηκε στο BHmagazino την Κυριακή 9 Μαρτίου 2014

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ