Στις αυστηρές προβλέψεις για την πορεία της τουρκικής οικονομίας αποδίδεται το μεγαλύτερο του αναμενόμενου «άνοιγμα» που παρουσιάζει η Εθνική Τράπεζα, σύμφωνα με την προκαταρκτική παρουσίαση των αποτελεσμάτων των στρες τεστ από την Τράπεζα της Ελλάδος, τα οποία έδειξαν ότι θα χρειαστεί περί τα 2 δισ. ευρώ για τη διατήρηση των δεικτών κεφαλαιακής της επάρκειας πάνω από τα ελάχιστα επιτρεπτά όρια μέχρι και το 2016.
Πηγές από την τράπεζα σημειώνουν χαρακτηριστικά ότι οι κεφαλαιακές ανάγκες που προκύπτουν από την άσκηση ακραίων καταστάσεων προέρχονται από το εξωτερικό και κατά κύριο λόγο από την τουρκική θυγατρική Finansbank, ενώ την ίδια στιγμή η μητρική στην Ελλάδα δεν έχει ανάγκη «ούτε μισού ευρώ»
Όπως επισημαίνουν οι ίδιοι κύκλοι, το μεγάλο έλλειμμα που εμφανίζει η τουρκική τράπεζα, βάση της διαγνωστικής μελέτης που παρουσιάστηκε στη διοίκηση της ΕΤΕ, είναι αποτέλεσμα των πολύ αυστηρών σεναρίων που υιοθετήθηκαν για την πορεία της οικονομίας της Τουρκίας.
«Με τις υποθέσεις που έχουν γίνει, οι προβλέψεις για επισφαλείς απαιτήσεις της Finansbank αυξάνονται έως και 60% σε σχέση με τα τρέχοντα επίπεδα, ”καίγοντας” όλα τα κέρδη του 2014. Με τον τρόπο αυτό εκτινάσσονται σε υπερβολικά υψηλά επίπεδα οι κεφαλαιακές απαιτήσεις όλου του ομίλου» υπογραμμίζουν από τη διοίκηση της Εθνικής.
Και επισημαίνουν ότι τα επόμενα 24ωρα θα παρουσιάσουν στην Τράπεζα της Ελλάδος μία σειρά από στοιχεία που τεκμηριώνουν την αυστηρότητα των εκτιμήσεων αυτών, με στόχο να περιορίσουν αισθητά το ποσό που έχει προβλεφθεί πως θα χρειαστεί ο όμιλος. Για παράδειγμα, εξηγούν, η κερδοφορία του πρώτου διμήνου του 2014, αποτελεί ένα σοβαρό επιχείρημα για την εξέλιξη των αποτελεσμάτων στο σύνολο της χρήσης.
Οι ίδιες πηγές πάντως δηλώνουν με βεβαιότητα ότι η τράπεζα είναι σε θέση να αναπληρώσει τις ζημιές που θα προκύψουν με μία σειρά από κινήσεις ρευστοποίησης στοιχείων του ενεργητικού της.
Το «Οκ» από την τρόικα
Σε ανάλογες διαβουλεύσεις βρίσκονται και οι υπόλοιπες τράπεζες, ώστε μετά από συμφωνία της Τράπεζας της Ελλάδος με την τρόικα, να δοθούν μέσα στις επόμενες δύο εβδομάδες τα τελικά αποτελέσματα των στρες τεστ στη δημοσιότητα.
Κοινοτικές πηγές σημειώνουν ότι Τράπεζα της Ελλάδος και Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) έχουν ήδη καταλήξει στη μεθοδολογία των ασκήσεων αντοχής, ενώ από την πλευρά της η Ευρωπαϊκή Επιτροπή δεν παίρνει θέση δηλώνοντας αναρμόδια επί του θέματος, παραπέμποντας, ορθώς, στους επόπτες του συστήματος, που είναι οι υπεύθυνοι για τον έλεγχο των αντοχών του.
Στο πλαίσιο αυτό, με βάση τα προκαταρκτικά στοιχεία που έχουν παρουσιαστεί στις τράπεζες ο λογαριασμός από τα στρες τεστ διαμορφώνεται στα 5 –5,5 δισ. ευρώ.
Τραπεζικοί κύκλοι υπογραμμίζουν ότι η διαφοροποίηση του ΔΝΤ, όπως αυτή προκύπτει μέσα από δημοσιεύματα στον ξένο τύπο, σχετίζεται με παλαιότερο αίτημα της κυβέρνησης για κάλυψη του χρηματοδοτικού κενού των επόμενων ετών με τη χρήση του αποθέματος από το πακέτο της ανακεφαλαιοποίησης ύψους 8,5 δισ. ευρώ περίπου.
Βέβαια, μετά την υπέρβαση των δημοσιονομικών στόχων τα πράγματα έχουν αλλάξει και η ελληνική πλευρά φαίνεται να έχει εγκαταλείψει αυτήν την ιδέα. Ως εκ τούτου, η διαφορά του ΔΝΤ ενδεχομένως να αφορά σε ευρύτερες πολιτικές επιδιώξεις, αναφορικά με τη συμμετοχή στα προγράμματα στήριξης στην Ευρώπη.
Τραπεζικά στελέχη σημειώνουν ότι σε κάθε περίπτωση η διαπραγμάτευση με τον ένα ή τον άλλο τρόπο θα πρέπει να λήξει, υπογραμμίζοντας ότι δεν μπορεί να κρατείται σε ομηρία ένα ολόκληρο τραπεζικό σύστημα, καθώς από τη μία πλευρά προκαλεί ανασφάλεια στην αγορά, στους μετόχους και τους πελάτες των πιστωτικών ιδρυμάτων και από την άλλη δεν επιτρέπει την έναρξη της χρηματοδοτικής διαδικασίας προς την κατεύθυνση στήριξης της πραγματικής οικονομίας.​