Περίπου 100 ελαιογραφίες, 150 σχέδια, 40 σκίτσα, φωτογραφίες, επιστολές και ντοκουμέντα περιλαμβάνει η μεγάλη αναδρομική έκθεση με τίτλο «Νίκος Λύτρας – Χτίζοντας με το χρώμα και το φως», η οποία παρουσιάζεται στην Εθνική Πινακοθήκη.


Η έκθεση, την οποία έχει επιμεληθεί η ιστορικός τέχνης Αφροδίτη Κούρια, είναι μια από εκείνες τις εκθέσεις στις οποίες – ευτυχώς – η Εθνική Πινακοθήκη μάς έχει συνηθίσει. Εξαιρετικά παρουσιασμένη και τεκμηριωμένη, αποτελεί μια πρώτης τάξεως ευκαιρία να βυθιστεί κανείς στον κόσμο του συγκλονιστικού ζωγράφου που είναι ο Νικόλαος Λύτρας. (Αν υπάρχει μια σύγχυση ως προς το μικρό όνομα του ζωγράφου, η επιμελήτρια της έκθεσης, υπεύθυνη και για την ιστορική έρευνα, προτιμά το «Νίκος», υποστηρίζοντας όχι μόνον ότι ο ίδιος υπέγραφε τα πρώιμα έργα του ως «Νίκος Λύτρας» αλλά και ότι υπήρξε ένας μοντέρνος ζωγράφος και συνεπώς το «Νίκος» ταιριάζει καλύτερα.)


Γεννημένος στην Αθήνα το 1883, σπούδασε στο Σχολείο των Τεχνών από το 1902 ως το 1906, κοντά στον πατέρα του Νικηφόρο Λύτρα και τον Γεώργιο Ιακωβίδη. Από το 1907 συνέχισε τις σπουδές του στην Ακαδημία του Μονάχου, όπου είχε σπουδάσει και ο πατέρας του, με δάσκαλο τον Λούντβιχ φον Λοφτς. Στη βαυαρική πρωτεύουσα, ήρθε σε επαφή με τον Γερμανικό Εξπρεσιονισμό και τις δημιουργίες της περίφημης ομάδας «Blaue Reiter» («Γαλάζιος Καβαλάρης»). Σε αντίθεση με τον πατέρα του όμως, με την επιστροφή του στην Αθήνα το 1912, είδε την ακαδημαϊκή διδασκαλία ως κάτι εναντίον του οποίου θα έπρεπε να αντιδράσει και πολύ γρήγορα στράφηκε προς τις λύσεις που προσέφερε ο μοντερνισμός.


Ο Νίκος Λύτρας άρχισε να συμμετέχει στις εκθέσεις του Συνδέσμου Ελλήνων Καλλιτεχνών (1915, 1916, 1917, 1920, 1926), ενώ το 1919 εξέθεσε από κοινού με τον γλύπτη Γρηγόριο Ζευγώλη. Το 1917, μαζί με τον Κωνσταντίνο Παρθένη, τον Περικλή Βυζάντιο, τον Θεόφραστο Τριανταφυλλίδη και τον Λυκούργο Κογεβίνα, δημιούργησε την πρώτη «Ομάδα Τέχνης», η οποία είχε μάλιστα στόχο ακριβώς την αντίσταση στην ακαδημαϊκή ζωγραφική. Οι εκθέσεις της Ομάδας το 1917, το 1918 και το 1928 προσπαθούσαν να εδραιώσουν τις μοντερνιστικές τάσεις στον ελληνικό καλλιτεχνικό χώρο.


Το 1923, ο Λύτρας εξελέγη καθηγητής στη Σχολή Καλών Τεχνών. Μετά τον θάνατό του, το 1927, διοργανώθηκαν αναδρομικές εκθέσεις του έργου του στο Ζάππειο το 1929 και το 1936 στην Μπιενάλε της Βενετίας.


Είναι, πιστεύω, πολύ ενδιαφέρον – το επισήμανε σε μια σύντομη συζήτηση, η διευθύντρια της Εθνικής Πινακοθήκης Μαρίνα Λαμπράκη-Πλάκα – το ότι για τον Λύτρα το αίτημα ενός ελληνικού υπαιθρισμού δεν ταυτίζεται ακόμη με το ιδεολόγημα της ελληνικότητας, όπως διαμορφώνεται μετά το 1922, όταν η «ανόρθωση» του Εθνους μετά τη Μικρασιατική Καταστροφή υπάγει τις μοντέρνες αναζητήσεις στην εθνική ιδεολογία. Βέβαια, είναι δύσκολο να αντισταθεί κανείς στην επισήμανση ότι οι νεοέλληνες μοντέρνοι διατυπώνουν την αναζήτησή τους με τοπικούς όρους – το τοπίο είναι «ελληνικό» -, σε αντίθεση με τους ευρωπαίους ομοτέχνους τους. Ωστόσο αυτό που για τους Ευρωπαίους είναι εν πολλοίς αυτονόητο, για τους Ελληνες πρέπει να επινοηθεί εξ αρχής, καθ’ ότι στο νεότευκτο ελληνικό κράτος ούτε ισχυρή ακαδημία υπάρχει, κατά της οποίας να εξεγερθεί κανείς, ούτε υπολογίσιμο μοντέρνο ρεύμα, με το οποίο να συνταχθεί. Ετσι, η αναζήτηση της «ιδιοπροσωπίας» γίνεται συστατικό στοιχείο της επινόησης ενός «νέου» τρόπου να ζωγραφίζει κανείς, έστω και αν σε άμεση σύγκριση με τον ευρωπαϊκό μοντερνισμό μοιάζει να εισάγει ένα στοιχείο ξένο. Χαρακτηριστικό είναι ότι ενώ για εμάς σήμερα ο Λύτρας μοιάζει ένας από τους υψηλότερους εκπροσώπους της νεοελληνικής ζωγραφικής, για κάποιους σύγχρονούς του κριτικούς μοιάζει ξενόφερτος, κάποιος που αντιμετωπίζει το ελληνικό φως με «βόρειο» τρόπο.


Οι παρατηρήσεις αυτές έχουν ίσως αξία σε σχέση με έναν απαραίτητο διαχωρισμό: όταν μιλούμε για τους ζωγράφους της νεότερης Ελλάδας, πρέπει να έχουμε κατά νου ότι απουσιάζουν από την κυρίαρχη αφήγηση του ευρωπαϊκού – και, αργότερα, διεθνούς – μοντερνισμού. Οι εξηγήσεις για αυτό είναι πολλές. Το να τις αναζητούμε όμως δεν πρέπει να μας φέρνει ως το σημείο να στρέψουμε την πλάτη στο γεγονός ότι κάποιοι ανάμεσά τους υπήρξαν μεγαλειώδεις δημιουργοί. Και από αυτούς, ένας από τους σημαντικότερους ήταν ο Νίκος Λύτρας. Η ζωγραφική του αποτελεί απόλαυση για κάθε φιλότεχνο.


Τέλος, αξίζει να μνημονευτεί ο πολύ κατατοπιστικός κατάλογος της έκθεσης: συνέκδοση της Εθνικής Πινακοθήκης και του Ελληνικού Λογοτεχνικού και Ιστορικού Αρχείου, πρόκειται για μια μονογραφία με εκτενή τεκμηριωτικά κείμενα για τον καλλιτέχνη και το έργο του.


Εθνική Πινακοθήκη, Βασ. Κωνσταντίνου 50, Αθήνα, τηλ. 210 7235.857. Ως τις 2 Ιουνίου.