Δύο μήνες μετά την έναρξη των διαπραγματεύσεων μεταξύ των ΗΠΑ και της Ρωσίας για τον τερματισμό του πολέμου στην Ουκρανία, ο ρώσος πρόεδρος Βλαντίμιρ Πούτιν δεν δείχνει διατεθειμένος να προχωρήσει στην οδό της ειρήνευσης.

Ο Στιβ Γουίτκοφ, ο απεσταλμένος του αμερικανού προέδρου Ντόναλντ Τραμπ για την Ουκρανία, χαρακτήρισε «παραγωγικές» τις συνομιλίες του, στις 11 Απριλίου, με τον Πούτιν, οι οποίες, όπως είπε την περασμένη Τρίτη, θα αφορούν ειρηνευτικές συμφωνίες για «πέντε περιοχές της Ουκρανίας» (το Ντονέτσκ, το Λουχάνσκ, τη Ζαπορίζια, τη Χερσώνα και την Κριμαία).

Αλλα δείχνουν τα ρωσικά χτυπήματα

Μόνο που η πραγματικότητα διαψεύδει τον Γουίτκοφ. Τις τελευταίες εβδομάδες η Ρωσία, η οποία κατέχει το 20% του ουκρανικού εδάφους, κλιμακώνει τις επιθέσεις της στο μέτωπο. Δεν είναι σαφές αν επίκειται εαρινή επίθεση, όμως τα πρόσφατα ρωσικά πλήγματα κατά αμάχων στο Κρίβι Ριχ, τη γενέτειρα του ουκρανού προέδρου Βολοντίμιρ Ζελένσκι, στις 4 Απριλίου, με 20 νεκρούς, και στο Σούμι, την περασμένη Κυριακή των Βαΐων, με 35 νεκρούς και περισσότερους από 10 τραυματίες, ενισχύουν την εντύπωση ότι η Μόσχα δεν προτίθεται να τερματίσει τον πόλεμο και δεν ανησυχεί μήπως προκαλέσει τη μήνιν του Τραμπ, ο οποίος, κατά δήλωσή του, θέλει να τελειώνει με τον πόλεμο όσο γίνεται πιο γρήγορα. Επιπλέον, το γεγονός ότι στις 3 Απριλίου ο Πούτιν επιστράτευσε 160.000 άνδρες ηλικίας 18 ως 30 ετών – τον μεγαλύτερο αριθμό από το 2011 – ενισχύει την εκτίμηση ότι η Ρωσία στοχεύει σε έναν πόλεμο φθοράς κατά της Ουκρανίας.

Σύμφωνα με το CNN, ο Πούτιν προσπαθεί να κερδίσει χρόνο διότι αφενός αντιλαμβάνεται ότι ο Τραμπ προσβλέπει στο να κλείσει γρήγορα το ζήτημα της Ουκρανίας, χωρίς όμως η λύση του να περνά από έναν σύνθετο συμβιβασμό, και αφετέρου διότι προσδοκά ότι οι νίκες των Ρώσων στα πεδία των μαχών το καλοκαίρι θα αλλάξουν τη δυναμική των ειρηνευτικών συνομιλιών. Στρατιωτικοί αναλυτές προβλέπουν ότι το καλοκαίρι θα είναι δύσκολο για την Ουκρανία και ότι ήδη η Μόσχα ετοιμάζει κλιμάκωση των επιθέσεων τον Μάιο, ενώ το Κίεβο έχει υπαινιχθεί ότι οι ουκρανικές δυνάμεις θα αντιμετωπίσουν έλλειψη πυρομαχικών τις επόμενες εβδομάδες. Η συγκυρία ευνοεί τη Μόσχα: ο Λευκός Οίκος αρνείται οποιεσδήποτε εγγυήσεις ασφαλείας στην Ουκρανία, ενώ οι Ευρωπαίοι μέσω της «συμμαχίας των προθύμων», στην οποία προΐστανται το Ηνωμένο Βασίλειο και η Γαλλία, ετοιμάζονται να στηρίξουν δυναμικότερα την Ουκρανία, αλλά οι ρυθμοί τους δεν είναι όσο ταχείς θα έπρεπε. Η Μόσχα εκτιμά συνεπώς ότι ο χρόνος είναι με το μέρος της.

Οι διαπραγματεύσεις για τις σπάνιες γαίες

«Το ΝΑΤΟ στηρίζει τις προσπάθειες του Τραμπ για την ειρήνευση» τόνισε ο ΓΓ του ΝΑΤΟ Μαρκ Ρούτε μετά τη συνάντησή του με τον Ζελένσκι την Τρίτη στην Οδησσό, όμως παραδέχτηκε ότι «οι ειρηνευτικές διαπραγματεύσεις δεν είναι εύκολες, ιδιαίτερα μετά από τέτοια έκρηξη βίας» (υπονοώντας τη σφαγή ουκρανών αμάχων στο Σούμι την περασμένη Κυριακή).

Το μόνο σημείο στο οποίο διαφαίνεται κάποια πρόοδος είναι οι διαπραγματεύσεις για την εκμετάλλευση των σπάνιων γαιών της Ουκρανίας από τις ΗΠΑ. Ο αμερικανός υπουργός Οικονομικών Σκοτ Μπέσεντ δήλωσε ότι η συμφωνία μεταξύ των δύο πλευρών είναι πολύ πιθανό να επιτευχθεί εντός των επόμενων ημερών. Υπενθυμίζεται ότι η συμφωνία για τις σπάνιες γαίες αποτελεί για τον Τραμπ έναν τρόπο για να «αποσβέσουν» οι ΗΠΑ τα δισεκατομμύρια δολάρια στρατιωτικής βοήθειας που έχουν προσφέρει στην Ουκρανία από την αρχή της ρωσικής εισβολής. Η συμφωνία για τα συγκεκριμένα ορυκτά, τα οποία είναι ιδιαιτέρως σημαντικά για την ανάπτυξη προϊόντων υψηλής τεχνολογίας, είναι ακόμη μία ένδειξη του τρόπου που ο αμερικανός πρόεδρος αντιλαμβάνεται την πολιτική: ως συναλλαγή.

Επιπλέον, ο Τραμπ επιχειρεί, σύμφωνα με ανάλυση στον «Monde» του Ζαν Πιερ Φιλιού, καθηγητή της Σχολής Πολιτικών Επιστημών του Παρισιού, να «κλείσει» το ζήτημα της Ουκρανίας σε συνδυασμό και με μια ευρύτερη συμφωνία για τη Μέση Ανατολή, στο πλαίσιο αναδιάταξης των διεθνών συσχετισμών, όπου βασικοί δρώντες θα είναι οι ΗΠΑ, η Ρωσία και η Σαουδική Αραβία. Αυτή η επιδίωξη του Τραμπ αποτυπώνεται και στο γεγονός ότι έχει ορίσει ως ειδικό απεσταλμένο των ΗΠΑ τόσο για την Ουκρανία όσο και για τη Μέση Ανατολή τον ίδιο άνθρωπο, τον Στιβ Γουίτκοφ, επιχειρηματία και συμπαίκτη του στο γκολφ.

Ο καθηγητής Φιλιού θυμίζει ότι ο Τραμπ και ο Πούτιν διατηρούν στενές σχέσεις τόσο με τον πρωθυπουργό του Ισραήλ Μπενιαμίν Νετανιάχου όσο και με τον ντε φάκτο ηγέτη της Σαουδικής Αραβίας Μοχάμεντ μπιν Σαλμάν. Τόσο ο Νετανιάχου όσο και ο Πούτιν προσέβλεπαν στη νίκη του Τραμπ στις αμερικανικές εκλογές. Ο Νετανιάχου δεν έχει στείλει βοήθεια στην Ουκρανία μετά τη ρωσική εισβολή στις 24 Φεβρουαρίου 2022, ενώ μέσω των φιλοϊσραηλινών αμερικανών βουλευτών στο Κογκρέσο μπλόκαρε την αποστολή αμερικανικής βοήθειας προς το Κίεβο από τον Οκτώβριο του 2023 ως τον Απρίλιο του 2024. Επιπλέον, ο Νετανιάχου εισηγήθηκε στον Τραμπ τη διατήρηση των ρωσικών βάσεων στη Συρία (με στόχο την ανάσχεση του Ιράν, μείζονος αντιπάλου του Ισραήλ).

Το νέο δόγμα Πούτιν για τη διπλωματία

Αμα τη επιστροφή του Τραμπ στον Λευκό Οίκο, η Σαουδική Αραβία ανακοίνωσε επενδύσεις 600 δισεκατομμυρίων δολαρίων στις ΗΠΑ και επελέγη ως η χώρα για τη διεξαγωγή των αμερικανορωσικών διαπραγματεύσεων για την τύχη της Ουκρανίας ήδη από τον περασμένο Φεβρουάριο. Στις αμερικανορωσικές διαπραγματεύσεις για την Ουκρανία στο Ριάντ ρόλο-κλειδί διαδραματίζει, όπως ανέφερε η «Wall Street Journal», ο συνταγματάρχης της FSB (ρωσικές μυστικές υπηρεσίες) Σεργκέι Μπεσέντα, 70 ετών, ο οποίος συγκαταλέγεται σε εκείνους που σχεδίασαν τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία. Η συμμετοχή του Μπεσέντα, ενός ανθρώπου της απολύτου εμπιστοσύνης του Πούτιν, αποτελεί μήνυμα στο Κίεβο ότι η Μόσχα επιμένει στην απόκτηση του ολοκληρωτικού ελέγχου της Ουκρανίας. Είναι επίσης ενδεικτική της προσέγγισης του ρώσου προέδρου, ο οποίος φαίνεται να υποκαθιστά τους διπλωμάτες με πράκτορες των μυστικών υπηρεσιών – μια πρακτική η οποία, σύμφωνα με ειδικούς σε ζητήματα ασφαλείας, δεν είχε υιοθετηθεί ούτε στην κορύφωση του Ψυχρού Πολέμου.

Και ενώ οι συνομιλίες ΗΠΑ – Ουκρανίας συνεχίζονται στη Σαουδική Αραβία, σήμερα λήγει η υποτιθέμενη εκεχειρία των 30 ημερών η οποία συμφωνήθηκε στις 19 Μαρτίου και προέβλεπε την αναστολή πληγμάτων κατά ενεργειακών υποδομών. Η Ουκρανία αποδέχτηκε την εκεχειρία των 30 ημερών, όμως η Ρωσία ουδέποτε τη σεβάστηκε, γεγονός το οποίο δεν εγγυάται ότι ανάλογες προσπάθειες στο άμεσο μέλλον θα αποφέρουν καρπούς.