Μπορεί οι μεγαλύτεροι και οι πιο ιστορικοί οίκοι μόδας να βρίσκουν τα τελευταία πολλά πια χρόνια φιλόξενο και ασφαλές απάγκιο στα χαρτοφυλάκια των επιχειρηματικών κολοσσών των δύο αιώνιων αντιπάλων Μπερνάρ Αρνό (LVMH) και Φρανσουά Ανρί Πινό (Kering), μπορεί η αίγλη τους να παραμένει αδιατάρακτη και η λάμψη τους εκτυφλωτική, μπορεί τα προϊόντα τους να έχουν αδιασάλευτη θέση στη μέση καταναλωτική φαντασίωση, όμως κατά σχεδόν τραγική ειρωνεία το εδώ και το τώρα της μόδας παραμένει ανένταχτο, ανεξάρτητο και ακηδεμόνευτο. Σχεδόν αναρχικό.
Κι αυτή είναι η μεγαλύτερη επιτυχία που πιστώνεται στον Σιμόν Πορτ Ζακεμούς ή, αλλιώς, τον άνθρωπο που πριν από 15 χρόνια οραματίστηκε τον εαυτό του κυρίαρχο ανάμεσα στην καθεστηκυία τάξη της μόδας και το κατάφερε. Παρότι μάλιστα την εποχή που ξεκινούσε τη σταδιοδρομία του ήταν ο μόνος που πίστευε πως μπορούσε να το πετύχει. Oχι από πείσμα, υπερτροφικό εγωισμό ή περίσσευμα αυτοπεποίθησης. Αλλά εξαιτίας του πλεονάσματος αισιοδοξίας που διαθέτει.
Αυτή είναι μάλλον και η μεγαλύτερη προίκα που πήρε από τον τρόπο που ανατράφηκε αλλά και από τον τόπο όπου μεγάλωσε. Γεννημένος στον γαλλικό Νότο, στην πόλη Σαλόν ντε Προβάνς, ο Jacquemus το πρώτο πράγμα που διδάχτηκε από τους αγρότες γονείς του ήταν να απολαμβάνει την ομορφιά της φύσης, να χαίρεται την ελευθερία, την ξεγνοιασιά και την αμεριμνησία, όχι μόνο να εκτιμά αλλά και να δοξάζει τις μικρές χαρές της ζωής.

Photo Credits: AFP-Visualhellas
Μπορεί κάποιοι να έβλεπαν ως μειονέκτημα το γεγονός πως ένα παιδί που από πολύ μικρό, όπως έχει πει, ονειρευόταν να σταδιοδρομήσει στη μόδα χωριζόταν από γεωγραφική αλλά και κοινωνική απόσταση από το Παρίσι. Ομως για τον ίδιο αυτό ήταν που έγινε τελικά το συγκριτικό πλεονέκτημά του.
Παρά τη νεαρή ηλικία του, η ιστορία του ανθρώπου στο όνομα του οποίου ορκίζονται πια μεταξύ πολλών άλλων η απερχόμενη επικεφαλής της «Vogue» Αννα Γουίντουρ, σταρ του Χόλιγουντ σαν την Τζούλια Ρόμπερτς, την Γκουίνεθ Πάλτροου και τη Ζεντάγια, αλλά και ναυαρχίδες σοσιαλμιντιακής επιδραστικότητας, όπως οι αδελφές Τζένερ, είναι μυθιστορηματική.
Η δημιουργία ήταν στο αίμα του, αν υπολογίσει κανείς πως τα πρώτα του ρούχα ξεκίνησε να τα σχεδιάζει και να τα κατασκευάζει πριν ακόμα αποκτήσει πλήρη αντίληψη του εαυτού και του κόσμου.
Μούσα του τότε ήταν η μητέρα του. Το πνεύμα, η εικόνα και η ανάμνηση εκείνης είναι που τον καθοδηγούν έως σήμερα. Η πρώτη του δημιουργία, την οποία σχεδίασε για εκείνη, ήταν ένα φόρεμα φτιαγμένο από τις λινές κουρτίνες που κρέμονταν στο πατρικό του σπίτι, εφοδιασμένο με μια ζώνη κατασκευασμένη από τα κορδόνια των αθλητικών παπουτσιών του. Την ημέρα που η μητέρα του φόρεσε τη δημιουργία του και πήγε να τον παραλάβει από το σχολείο την ανακαλεί έως σήμερα ως την πιο ευτυχισμένη της ζωής του.

Photo Credits: AFP-Visualhellas
Αποφασισμένος να πετύχει με σύμμαχο τον εαυτό του
Ο Jacquemus είχε από πολύ μικρός αντίληψη του τι ήθελε να κάνει αλλά και της ταυτότητάς του. Είχε αρθρώσει από πολύ νωρίς την ομοφυλοφιλία του και μολονότι η αποδοχή του εαυτού του τού κόστισε σε κοινωνικές σχέσεις, του έφερε περίεργα βλέμματα και περιπαικτικά σχόλια από τους συμμαθητές του, εκείνος λέει πως στην πραγματικότητα χαλύβδωσε την πίστη στον εαυτό του και τον έκανε ακόμα πιο αισιόδοξο για το μέλλον.
Το 2009 είχε έρθει η ώρα να συναντηθεί με το πεπρωμένο του. Ή με αυτό που έως τότε πίστευε πως ήταν το πεπρωμένο του. Μετοίκησε στο όνειρό του, δηλαδή στο Παρίσι, και ξεκίνησε τις σπουδές του στην περίφημη ESMOD (École Supérieure des Arts et Techniques de la Mode). Ομως το πλαίσιο ήταν πολύ λιγότερο δημιουργικό και πολύ περισσότερο αποστειρωμένο απ’ όσο υπολόγισε. Οι σπουδές μπορούσαν να περιμένουν.
Η δίψα του για δημιουργία όμως δεν μπορούσε να πάρει αναβολή. Δούλεψε σε ένα περιοδικό μόδας, όμως την πραγματική ώθηση για να βγει από το καβούκι του και να διεκδικήσει το μερτικό του στη σύγχρονη μόδα την έδωσε το πιο τραγικό γεγονός.

Photo Credits: AFP-Visualhellas
Τον Νοέμβριο του 2009, δύο μόλις μήνες αφού είχε φύγει από την πατρογονική εστία του, η μητέρα του σκοτώθηκε σε αυτοκινητικό δυστύχημα. Ο Jacquemus επέστρεψε συντετριμμένος στην Προβηγκία, όμως δεν παραδόθηκε στον θρήνο.
Εκλαψε για τη μητέρα του πέντε μέρες. Την έκτη ανακοίνωσε στην αγαπημένη γιαγιά του πως ήταν ώρα να επιστρέψει στο Παρίσι. Οταν εκείνη προσπάθησε να τον συνετίσει, εκείνος την αποχαιρέτισε αφήνοντας στο τραπέζι του σπιτιού της ένα τεύχος της γαλλικής έκδοσης της «Vogue». «Μια μέρα», της είπε, «θα με δεις σε αυτές τις σελίδες». Σήμερα ανακαλεί εκείνη την υπόσχεσή του ως εξόχως χαριτωμένη, μα κι άλλο τόσο παιδαριώδη. Κι ας τα κατάφερε καλύτερα κι από όσο μπορούσε κι ο ίδιος να υποθέσει.
Στο Παρίσι δεν περίμενε τη θεά Τύχη να περάσει από το κατώφλι του. Δημιούργησε ο ίδιος ευκαιρίες για τον εαυτό του. Μέσα σε λίγες μέρες αγόρασε το πρώτο του τόπι ύφασμα, βρήκε μια μοδίστρα σε μια υπαίθρια αγορά, της παρέδωσε το σχέδιό του και της ζήτησε να το ράψει.
Είχε προηγηθεί ένα σύντομο παζάρι ανάμεσά τους. Εκείνη ζητούσε 150 ευρώ, εκείνος έδινε 100. Για τη μετεωρική άνοδό του στις τάξεις της γαλλικής κι έπειτα της παγκόσμιας μόδας ευθύνεται σίγουρα το ταλέντο του αλλά και η επινοητική φύση του.
Για να κάνει γνωστή τη δουλειά του, αφού η πόρτα της Εβδομάδας Μόδας του Παρισιού φαινόταν (και εν πολλοίς ήταν) τότε αδιαπέραστη, απεργάστηκε ένα σχέδιο. Ανέθεσε στις φίλες του – τότε σχεδίαζε αποκλειστικά γυναικεία ρούχα – να φορέσουν τις δημιουργίες του σε ένα event που διοργάνωνε η «Vogue».
Η σκέψη του απέδωσε και με το παραπάνω καρπούς, αν αναλογιστεί κανείς πως δύο χρόνια αργότερα ο Jacquemus γινόταν ένας από τους νεότερους σε ηλικία σχεδιαστές που προσκαλούνταν να παρουσιάσουν τη συλλογή τους στην Εβδομάδα Μόδας του Παρισιού – μάλιστα έως τότε για τα προς το ζην εργαζόταν ως πωλητής σε μπουτίκ ρούχων.
Με το brand του, το οποίο χρόνο με τον χρόνο πολλαπλασιάζει τα κέρδη του – η αξία του σήμερα υπολογίζεται σε μισό δισ. δολάρια –, δεν θα μπορούσε παρά να αποτίνει φόρο τιμής στην αιώνια έμπνευσή του, τη μητέρα του.
Το έκανε με τον πλέον ανάγλυφο και εμφατικό τρόπο, αφού Jacquemus είναι το δικό της πατρικό όνομα. Εκείνη έχει ακόμα στο μυαλό του όταν δημιουργεί. Μια γυναίκα της Μεσογείου που απολαμβάνει τη ζωή μακριά από στερεοτυπικές αναφορές και κλισέ. Συχνά ο ίδιος λέει στις συνεντεύξεις του πως δεν σχεδιάζει για τις Παριζιάνες, αλλά για τις Γαλλίδες. Αυτή είναι ίσως η ειδοποιός διαφορά που τον έχει αναδείξει σε έναν από τους πλέον επιτυχημένους και αναγνωρίσιμους σχεδιαστές. Και ας διαθέτει ιστορία μόλις 15 ετών.
Ενας μαέστρος της εικόνας
Ο Jacquemus δεν πουλά απλά όμορφα ρούχα και αξεσουάρ. Δημιουργεί την υπόσχεση μιας εμπειρίας στην οποία, απ’ ό,τι μαρτυρούν τα κέρδη της εταιρείας του αλλά και τα οκτώ πλέον καταστήματά του σε Μονακό, Νέα Υόρκη, Λος Αντζελες, Λονδίνο, Ιμπιζα, Σεν Τροπέ, Κάπρι και Μύκονο, όλο και περισσότεροι θέλουν να γίνουν κοινωνοί. Είναι σαν να μπολιάζει τα καταναλωτικά προϊόντα του με ιστορίες και αναμνήσεις που έχει ο ίδιος στο DNA του, να δημιουργεί δηλαδή ένα περιτύλιγμα απολύτως ταιριαστό, σχεδόν ιδανικό για την εποχή τού «ποστάρω, άρα υπάρχω».
Μπορεί, για παράδειγμα, δύο από τα πλέον εμβληματικά κομμάτια του, οι τσάντες «Chiquito» και «Bambino», να μην έχουν ιδιαίτερη χρηστική αξία, όμως έγιναν εκ των ων ουκ άνευ αξεσουάρ για την παράλληλη ζωή που εκτυλίσσεται στις τετράγωνες διαστάσεις του Instagram.

Photo Credits: AFP-Visualhellas
Ο γάλλος σχεδιαστής είναι ένας μαέστρος της εικόνας, τόσο στον τρόπο που προωθεί τις συλλογές ρούχων και αξεσουάρ του όσο και σε εκείνον που τοποθετεί τον εαυτό του στην κονίστρα των κοινωνικών δικτύων.
Μόνο στον προσωπικό του λογαριασμό διαθέτει περισσότερους από 400 χιλιάδες ακολούθους, οι οποίοι «καταναλώνουν» ασμένως στιγμιότυπα από τον ιδιωτικό βίο του, ρετρό φωτογραφίες από την παιδική ηλικία του, σπαράγματα αληθινής ζωής – τόσο καλά και επιμελώς φιλτραρισμένης που μοιάζει να ξεχειλίζει από αλήθεια.
Θα ήταν δίκαιο να εικάσει κανείς πως άριστο γνώστη της ιδιολέκτου των social media τον βοήθησε να γίνει ο σύζυγός του, Μάρκο Μαέστρι, ο οποίος προέρχεται από τον κόσμο του μάρκετινγκ και πλέον είναι σάρκα από τη σάρκα του brand. Εκτός από συνεργάτες, είναι βέβαια και «συνένοχοι» στην πολύ ιδιωτική τους ευτυχία, την οποία επισφράγισε η απόκτηση των δίδυμων παιδιών τους πέρυσι τέτοιες μέρες.
Ο Jacquemus δεν χρειάζεται βέβαια αιτίες ή αφορμές για να νιώθει ευτυχής – αν και η φρενήρης επιτυχία και η ουρανομήκης διασημότητά του είναι πάντα δύο καλοί λόγοι. Ο 35χρονος Γάλλος έχει πείσει τον κόσμο – όχι μόνο της μόδας – πως η ευτυχία είναι τελικά απόφαση και στάση.
Ισως αν μπορούσε να την αποτυπώσει σε μια εικόνα, θα ήταν βγαλμένη από τη θρυλική επίδειξη που πραγματοποίησε το καλοκαίρι του 2019 στη γενέτειρά του, την Προβηγκία, στρώνοντας ένα μοβ catwalk ανάμεσα στις απέραντες εκτάσεις με τις ανθισμένες λεβάντες και αφήνοντας έκθαμβους τους προσκεκλημένους του. Για εκείνον ήταν απλώς μια ακόμα μέρα στο γραφείο.







