Homeschooling: ελληνιστί, κατ’ οίκον εκπαίδευση. Οff-grid: άλλως, εκτός δικτύου, χωρίς τεχνολογία. Και στα δύο «σπορ» φαίνεται εξασκούνταν υπό ακραίες συνθήκες η παλαιοχριστιανική πολύτεκνη οικογένεια της Κορινθίας, λαθροβιώντας επί τρία χρόνια μέσα σε λαγούμια, εκτός πολιτισμού. Τα δε παιδιά ήταν αποκομμένα από την υποχρεωτική εγκύκλιο παιδεία. «Eχουμε τη δασκάλα μας. Τα διαβάζουμε εμείς» υποστήριξαν οι γονείς.

Μπορεί η υπόθεση αυτή, με πρωταγωνιστή 45χρονο «αναχωρητή» δημοτικό υπάλληλο που βρίσκεται αντιμέτωπος με τη Δικαιοσύνη, να αποτελεί την εξελληνισμένη προσαρμογή της κατ’ οίκον εκπαίδευσης, της οποίας τα ποσοστά «απογειώθηκαν» στις ΗΠΑ στη διάρκεια του κορωνοϊού; Η περίπτωση των «Aμις της Κορινθίας», όπως συστήθηκαν, μπορεί να είναι η ελληνικοποιημένη, παραμορφωμένη εκδοχή της πλήρους αποσύνδεσης από ηλεκτρικό, νερό και «επίσημες» πηγές ενέργειας;

Η ζωή εκτός δικτύου αποτελεί μια διαδεδομένη επιλογή, κυρίως σε Πολιτείες των ΗΠΑ, η οποία παρέχεται στον δυτικό κόσμο και σε σύντομη εκδοχή, δηλαδή με «πακέτα» εναλλακτικών διακοπών. Η ελλαδική περίπτωση σπάει τον κανόνα της πλήρους αποκήρυξης της τεχνολογίας, αφού ο «αρχηγός» των παλαιοχριστιανών της Κορίνθου φέρεται να διατηρούσε πρόσβαση σε Ιντερνετ και κινητό. Η θρησκοληψία του και η ακραία ιδεολογία – είχε διασυνδέσεις και με τη Χρυσή Αυγή – οδήγησαν στην αποκοπή των «παιδιών των λαγουμιών» από τη δημόσια εκπαίδευση.

Τηλεκπαίδευση και ταλέντα

Παρότι στις ΗΠΑ ισχύει ακόμη το «στίγμα» που ταυτίζει την οικιακή εκπαίδευση με «μέλη παραθρησκευτικών σεχτών ή θιασώτες ακροδεξιών και ακροαριστερών ιδεολογιών», ο Τζον Ράις, κάτοικος Λος Αντζελες, εξηγεί μιλώντας στο «Βήμα» ότι υπάρχουν πολλοί «κανονικοί άνθρωποι» που οδηγήθηκαν στην κατ’ οίκον εκπαίδευση λόγω των προβλημάτων τής εξ αποστάσεως εκπαίδευσης στη διάρκεια της πανδημίας ή επειδή στα παιδιά τους εντοπίστηκε από νωρίς ταλέντο στον αθλητισμό ή στις τέχνες. Τέτοιες είναι οι περιπτώσεις των Τέιλορ Σουίφτ, Μπίλι Aϊλις και Eμα Γουότσον, που εργάζονται στη μουσική ή στην υποκριτική τέχνη από παιδιά και γι’ αυτό ολοκλήρωσαν την εκπαίδευσή τους κατ’ οίκον.

«Οικογένειες από το Μανχάταν μέχρι το Κεντάκι υιοθετούν πλέον σε μεγάλο βαθμό την ανεξέλεγκτη αυτή πρακτική, που κάποτε περιοριζόταν στο ιδεολογικό περιθώριο» αναφέρει ανάλυση της «Washington Post», υπολογίζοντας από 1,9 ως 2,7 εκατομμύρια τα παιδιά που εκπαιδεύονται σήμερα κατ’ οίκον στις ΗΠΑ. Είναι εντυπωσιακό ότι σε διάστημα έξι ετών περιοχές στο Μπρούκλιν και στο Μπρονξ είδαν εκτόξευση (άνω του 300%) της εναλλακτικής αυτής πρακτικής, που πλέον φέρει τη «σφραγίδα» της νομιμότητας και στις 50 πολιτείες, και μάλιστα σε κάποιες επιδοτείται, ενώ πριν από 40 χρόνια θεωρούνταν παράνομη και ακόμη παλαιότερα αποτελούσε προνόμιο των ελίτ.

Και ενώ στην κατ’ οίκον εκπαίδευση συνεχίζουν να επιδίδονται ως επί το πλείστον παραθρησκευτικά ή ακροδεξιά περιβάλλοντα, τελευταίως καταφεύγει σε αυτή ένα «αυξανόμενο τμήμα της κυρίαρχης μεσαίας τάξης, καλά μορφωμένο, που δεν ανήκει σε κάποιο από τα δύο πολιτικά άκρα αλλά έχει απογοητευτεί πολύ με την «απάντηση» των δημόσιων σχολείων στην πανδημία» υποστηρίζει ο Τζέιμς Ντούγιερ, καθηγητής στη Νομική Σχολή William and Mary και συν-συγγραφέας του «Homeschooling: The History and Philosophy of a Controversial Practice».

Αν ένα παιδί δεν εργάζεται στο Χόλιγουντ και δεν παίζει στο ΝΒΑ ή δεν συντρέχουν λόγοι υγείας (15%-16% των οικιακά εκπαιδευόμενων στις ΗΠΑ), το κίνητρο που κυριαρχεί πίσω από τη επιλογή της κατ’ οίκον εκπαίδευσης είναι βασικά ένα, επισημαίνει η Aντρια Ντένισον, καθηγήτρια Σχολικής Ψυχολογίας στο Πανεπιστήμιο του Τέξας: «Οι γονείς θέλουν να έχουν τον πλήρη έλεγχο της εκπαίδευσης των παιδιών τους».

Η ανάγκη για απόλυτο έλεγχο

Την ίδια ανάγκη «απόλυτου ελέγχου» των ιδεών με τις οποίες γαλουχούνται τα παιδιά τους διαπιστώνει και η «Washington Post», είτε αυτά «διδάσκονται τους κλασικούς της αρχαίας Ελλάδας» είτε «τη ναζιστική προπαγάνδα». Προσθέτει ότι στην αύξηση των κατ’ οίκων εκπαιδευόμενων στις ΗΠΑ συνέβαλε και «η εισβολή της πολιτικής στη δημόσια εκπαίδευση» αναφορικά με θέματα φυλετικά και σεξουαλικής ταυτότητας.

Εναλλακτικό lifestyle; Ανάγκη; Ιδεοληψία; Κοσμοθεωρία; Μόδα; Ψυχική απόκλιση; Τα ίδια ερωτήματα μπορούν να τεθούν και για την τάση τής εκτός δικτύου διαβίωσης που είχε υιοθετήσει ο έλληνας παλαιοχριστιανός και η οποία φαίνεται πως επίσης έχει αναπτύξει τη δική της δυναμική παγκοσμίως: από «βαθιά οικολόγους» ριζοσπάστες αναρχικούς στη Γαλλία μέχρι ακραίους νεοφασίστες «επιβιωτιστές» (survivalists) που προετοιμάζονται για το τέλος του κόσμου στις ΗΠΑ.

Οι κοινότητες εκτός δικτύου στις ΗΠΑ (Γιούτα, Αριζόνα, Καλιφόρνια, Oρεγκον, Μιζούρι και αλλού) δεν έχουν τρεχούμενο νερό ή ηλεκτρικό ρεύμα, όπως το λαγούμι της Κορινθίας. Κάποιες διαθέτουν σύστημα αποχέτευσης και διαχείρισης απορριμμάτων και βασίζονται σε ανανεώσιμες πηγές ενέργειας. Στο Τόρι Σουπεριόρε, στις ιταλικές Aλπεις, 600 άτομα διαβιούν εκτός δικτύου, με την ενέργεια να προέρχεται από ανανεώσιμες πηγές.

Οι εκτός δικτύου συλλογικότητες δηλώνουν «αυτάρκεις και ελεύθερες». Μπορούν να αποτελέσουν μακροπρόθεσμα ένα βιώσιμο εναλλακτικό ενεργειακό πράσινο μοντέλο; «Οσο μικρότερη είναι η κλίμακα παραγωγής, όσο πιο αποκεντρωμένη και όσο μεγαλύτερη έμφαση δίνεται στην τοπική αποθήκευση, τόσο το καλύτερο για τις κοινωνίες και τον πλανήτη» λέει στο «Βήμα» ο Αριστοτέλης Τύμπας, καθηγητής Ιστορίας της Τεχνολογίας στους Νεότερους Χρόνους στο ΕΚΠΑ, διευκρινίζοντας ότι το μοντέλο «βασίζεται στη λογική της κοινωνικής συνεργασίας. Δεν έχει σχέση με την περίπτωση των παλαιοχριστιανών».