O Πρόεδρος της Δημοκρατίας (ΠτΔ) έχει απασχολήσει περισσότερες φορές τη συνταγματική αναθεώρηση. Το 1986 καταργήθηκαν οι λεγόμενες «υπερεξουσίες» του ΠτΔ, με κυριότερη από αυτές την έως τότε δυνατότητά του να διαλύει προώρως τη Βουλή σε περίπτωση που θα διαπίστωνε προφανή δυσαρμονία της Βουλής με το λαϊκό αίσθημα. Στην τελευταία δε συνταγματική αναθεώρηση του 2019 αποσυνδέθηκε (και ορθώς) η εκλογή του ΠτΔ από την πρόωρη διάλυση της Βουλής λόγω μη επίτευξης της αυξημένης πλειοψηφίας των 180 βουλευτών.
Ας ξεκαθαρίσουμε κάτι από την αρχή: Ο ρόλος του ΠτΔ ως υπερκομματικού ρυθμιστή του Πολιτεύματος σημαίνει ότι πρέπει να δρα διακριτικά, προληπτικά και διατηρώντας τις εύθραυστες ισορροπίες μεταξύ των παραγόντων της πολιτικής ζωής. Τούτο όμως δεν σημαίνει ότι δεν υπάρχουν και περιπτώσεις, στις οποίες ο ΠτΔ, αξιοποιώντας το θεσμικό του κύρος, πρέπει να παρεμβαίνει ακόμη και δημόσια, ιδίως σε περιπτώσεις παραβίασης ατομικών δικαιωμάτων και διακινδύνευσης των δικαιοκρατικών εγγυήσεων της έννομης τάξης.
Στο πλαίσιο της προσεχούς αναθεώρησης θα πρέπει ίσως να σκεφτούμε μήπως ο ΠτΔ θα μπορούσε να εξοπλιστεί με ορισμένες σημαντικές αρμοδιότητες, οι οποίες, ωστόσο, δεν τον εμπλέκουν άμεσα στην πολιτική ζωή. Θα μπορούσε ενδεικτικά να του χορηγηθεί η αρμοδιότητα της επιλογής των προέδρων των ανωτάτων δικαστηρίων και των μελών των ανεξαρτήτων αρχών ύστερα από γνωμοδότηση επιτροπών ευρείας σύνθεσης (που θα αποτελούνται λ.χ. από ανώτατους δικαστικούς, προέδρους των ανεξαρτήτων αρχών, εκπροσώπους των κομμάτων και των δικηγορικών συλλόγων). Η λύση αυτή δεν είναι καλύτερη από την επιλογή της εκάστοτε ηγεσίας της δικαιοσύνης από το Υπουργικό Συμβούλιο ή από την επιλογή των μελών των ανεξαρτήτων αρχών από τη Διάσκεψη των Προέδρων της Βουλής με τα γνωστά προβλήματα; Και, σε κάθε περίπτωση, η λύση αυτή δεν κινείται στη λογική των θεσμικών αντιβάρων, τα οποία τόσο έχει ανάγκη το πρωθυπουργοκεντρικό σύστημα στα σύγχρονα κοινοβουλευτικά κράτη;
Πιο σημαντικό είναι όμως κάτι άλλο, πέρα από τη διαδικασία της συνταγματικής αναθεώρησης. Είναι ίσως η κατάλληλη στιγμή να αλλάξουμε νοοτροπία και να απαλλαγούμε από την αντίληψη ενός «φοβικού» ΠτΔ που δεν θα ασκεί καμία ουσιαστική αρμοδιότητα. Γιατί άλλο είναι ο ΠτΔ να μη διασαλεύει την πολιτική ομαλότητα και να μη δημιουργεί εχθρότητες χωρίς λόγο και η άλλο η αντίληψη ενός ΠτΔ, ο οποίος δεν ασκεί καμία (ή σχεδόν καμία) ουσιαστική αρμοδιότητα, περιοριζόμενος σε έναν καθαρά συμβολικό ρόλο χωρίς πολιτειακή ουσία.
Πόσες άραγε φορές πρέπει να συναινεί ο ΠτΔ σε προσχηματική επίκληση εθνικών λόγων εξαιρετικής σημασίας από τον εκάστοτε πρωθυπουργό, προκειμένου να διαλυθεί προώρως η Βουλή; Συμβάλλει στην αξιοπιστία του πολιτικού μας συστήματος η ευθεία καταστρατήγηση της σχετικής συνταγματικής διάταξης του άρθρου 41 παρ. 2; Γιατί κανένας ΠτΔ δεν έχει αναπέμψει ποτέ κανένα ψηφισμένο νομοσχέδιο στη Βουλή, παρότι το Σύνταγμα του παρέχει ρητώς την αρμοδιότητα αυτή και παρότι κατά καιρούς έχουν ψηφισθεί και προφανώς αντισυνταγματικοί νόμοι; Ας δούμε επίσης τι συμβαίνει και σε άλλες έννομες τάξεις. Στην Πορτογαλία δεν είναι που ο ΠτΔ προσέφυγε στο συνταγματικό δικαστήριο κατά της περικοπής των μισθών την εποχή της οικονομικής κρίσης;
Ο μεταπολιτευτικός ελληνικός συνταγματισμός έχει εθιστεί στην αντίληψη ενός αδύναμου ΠτΔ χωρίς ουσιαστικές αρμοδιότητες, αντίληψη που συμβάλλει και αυτή (στο μέτρο που της αναλογεί) στην κρίση της σύγχρονης αντιπροσωπευτικής δημοκρατίας. Μήπως ήρθε η ώρα να αλλάξουμε το συνταγματικό μας παράδειγμα;
Ο κύριος Σπύρος Βλαχόπουλος είναι καθηγητής της Νομικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών.