Το 2025 ήταν η χρονιά όπου συζητήσαμε περισσότερο για κόμματα που δεν υπήρχαν, παρά για αυτά που όντως κυβερνούσαν ή αντιπολιτεύονταν. Μια χρονιά όπου το φαντασιακά προεκλογικό τοπίο έγινε ένα με το πραγματικά πολιτικό: τι θα γίνει αν ο Τσίπρας φτιάξει κόμμα, αν ο Σαμαράς κινηθεί δεξιότερα, αν η Καρυστιανού μετατρέψει την ψηφιακή της ορμή σε πολιτική δύναμη.
Μείναμε στατικοί και αδρανείς μέσα στις υποθετικές συζητήσεις. Γιατί; Επειδή το πραγματικό πολιτικό σκηνικό μάς πέφτει βαρύ. Θέλει επιλογές, θέλει ευθύνη, θέλει να κοιτάξεις κατάματα αυτό που αποφεύγεις και να δεις αν όποιος εμπιστεύτηκες φάνηκε αντάξιος ή αν πήρες λάθος απόφαση πίσω από το παραβάν.
Όμως, εν τέλει, αν είχαμε εκλογές αύριο, τα κόμματα θα ήταν ακριβώς τα ίδια με το 2023. Ούτε κόμμα Τσίπρα, ούτε δεξιά κίνηση Σαμαρά, ούτε οργανωμένο ρεύμα Καρυστιανού. Ακόμη και το Κίνημα Δημοκρατίας του Κασσελάκη κινδυνεύει να μη φτάσει καν ως την αφετηρία.
Ολόκληρη χρονιά και, στο τέλος, βρισκόμαστε στο ίδιο πολιτικό σαλόνι να κοιταζόμαστε οι ίδιοι μεταξύ μας: η Νέα Δημοκρατία να κυνηγάει ξανά την αυτοδυναμία, το ΠαΣοΚ με τη βελόνα – κολλημένη – στο χέρι, η Πλεύση Εξεταστικής (σόρι, Ελευθερίας) να κάνει θόρυβο χωρίς κατεύθυνση, κι ο ΣΥΡΙΖΑ να διαλύεται αργά και βασανιστικά, στον Τρωικό Πόλεμο της Αριστεράς για τα μάτια του ωραίου Αλέξη.
Κι όμως, κοινωνικά μοιάζουμε να ζητάμε αλλαγή. Στις δημοσκοπήσεις, στα καφενεία, στα timelines. Μόνο που δεν τη ζητάμε για τον πραγματικό κόσμο. Τη ζητάμε για τον φανταστικό. Σαν να ζούμε στο upside down του «Stranger Things»: όλα ανάποδα, όλα θολά, όλα μέσα στις αναμνήσεις και τις σκιές. Ακόμα κι όσοι δεν είδαν ποτέ τη σειρά, ξέρουν τη νοσταλγική παγίδα της. Στην ελληνική πολιτική αυτή δεν είναι παγίδα, είναι modus operandi.
Κοιτάμε το παρελθόν και θυμόμαστε μόνο ό,τι μας συμφέρει. Κοιτάμε το μέλλον και βλέπουμε μόνο ό,τι μας φοβίζει. Ακόμη και την πιο σκοτεινή περίοδο μετά τη Μεταπολίτευση, βαθιά μέσα στην κρίση και πάνω από τον ευρωπαϊκό γκρεμό, κάποιοι τη θυμούνται «καλύτερη». Χωρίς ακρίβεια. Λες και τα capital controls και το «χωρίς ΑΤΜ» ήταν αστικός μύθος. Λες και η συλλογική και προσωπική οικονομική κατάρρευση δεν συνέβη ποτέ.
Αναρωτιόμαστε, τώρα που λέμε αντίο σε ένα ακόμη έτος, αν η Ελλάδα τού σήμερα είναι η καλύτερη που είδαμε ποτέ. Ο Πρωθυπουργός λέει ναι (τι να πει;), εμείς λέμε όχι. Εκείνος ήθελε να την κάνει 2.0, εμείς τη βλέπουμε σαν τη Ντάλια στο σαρωτικό reunion τού «Παρά Πέντε», «με ποιον παίζαμε και κερδίσαμε 2-0;». Η απάντηση για το 2025 είναι ίδια: με κανέναν. Μόνοι μας και γι’ αυτό νομίζουμε ότι κερδάμε.



