Ενας νεαρός βιολονίστας από το Σικάγο, απόφοιτος της Σχολής Μουσικής του Πανεπιστημίου Νορθγουέστερν και βετεράνος του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, αποφασίζει στα 21 του να δοκιμάσει την τύχη του ως στιχουργός στη Νέα Υόρκη. «Ηξερα ότι η καρδιά μου ήταν στο θέατρο, όχι στο βιολί» θα εξηγούσε δεκαετίες αργότερα ο Σέλντον Χάρνικ. Τα σκετς και οι παρωδίες του σχολείου, τα τραγούδια και τα σκετς με τα οποία διασκέδαζε τους συμπολεμιστές του στον στρατό, όχι οι χορδές και το δοξάρι, έδειχναν το μέλλον του. Θα περνούσε μια δεκαετία με πιο καθημερινές και συνηθισμένες συνθέσεις προτού συναντήσει τον μουσικό Τζέρι Μποκ με τον οποίο θα γνώριζαν από κοινού την επιτυχία στον χώρο του μιούζικαλ. Τη δεκαετία του ’60 κέρδισαν βραβεία Tony και βραβεία Grammy, αρχής γενομένης από το Πούλιτζερ που απέσπασε το «Φιορέλο!», μουσική θεατρική παράσταση γύρω από τον βίο και την πολιτεία του μεταρρυθμιστή δημάρχου της Νέας Υόρκης Φιορέλο ΛαΓκουάρντια. Εκείνο όμως που τους καθιέρωσε και αποτέλεσε έκτοτε το διαβατήριό τους προς τη δόξα είναι «Ο βιολιστής στη στέγη», που ανέβηκε για πρώτη φορά στο Μπρόντγουεϊ στις 22 Σεπτεμβρίου 1964 και κατέβηκε έπειτα από σχεδόν 8 χρόνια και 3.300 παραστάσεις. Πολλά έργα και πολλές δεκαετίες αργότερα, ο Χάρνικ θυμόταν ότι εκείνη την εποχή οι συντελεστές πάλευαν να εξηγήσουν στον σκηνοθέτη το βαθύτερο νόημα της υπόθεσης του μιούζικαλ, ώσπου μπήκε εκείνος στη μέση: «Είναι μια ιστορία με θέμα την παράδοση» είπε επιγραμματικά. Παραγωγικότατος, ικανότατος στο πάντρεμα των λέξεων, προικισμένος με σκωπτικό και εκλεπτυσμένο χιούμορ, ο Χάρνικ ήταν αγαπητό μέλος της μουσικής καλλιτεχνικής κοινότητας. Ο αγαπημένος του τρόπος σύνθεσης, να φτιάχνει στιχάκια στο μυαλό του, λίγο έλλειψε να αποβεί κάποτε μοιραίος, όταν δεν είδε ένα φορτηγό που ερχόταν κατά πάνω του. Ο οδηγός μόλις που μπόρεσε να φρενάρει και πάτησε θυμωμένος παρατεταμένα την κόρνα: «Τον κοίταξα ξαφνιασμένος και συνέχισα να περπατάω δουλεύοντας το τραγούδι μου» αφηγούνταν αφοπλιστικά ο στιχουργός.