Η μεταπολεμική συνθήκη υπό αμφισβήτηση

Του Μάρκου Καρασαρίνη

Η μελλοντική διαίρεση του μεταπολεμικού κόσμου υπήρξε ήδη εμφανής από το καταστατικό του γεγονός. Την άνοιξη του 1945 η υπογραφή της παράδοσης της ναζιστικής Γερμανίας δύο φορές, προκειμένου να ικανοποιηθούν οι απαιτήσεις της σοβιετικής πλευράς, οδήγησε έκτοτε σε χωριστό εορτασμό της Ημέρας της Νίκης – στις 8 Μαΐου για τους δυτικούς συμμάχους, στις 9 Μαΐου για τη Ρωσία. Ο Β΄ Παγκόσμιος Πόλεμος, η αιματηρότερη σύγκρουση όλων των εποχών, εκτός από δεκάδες εκατομμύρια νεκρούς, την εξόντωση των εβραϊκών κοινοτήτων της Ευρώπης, τις ανυπολόγιστες υλικές καταστροφές, κατέλιπε τη βεβαιότητα ενός Ψυχρού Πολέμου και τον φόβο ενός πυρηνικού πολέμου.

Οι οκτώ δεκαετίες ειρήνης, οικονομικής ευμάρειας, κοινωνικής κινητικότητας, τεχνολογικής προόδου που ακολούθησαν ξεπέρασαν τις σκιές (και ίσως και τις προσδοκίες) οι οποίες συνόδευαν από ένα σημείο και μετά την Απελευθέρωση. Το Σχέδιο Μάρσαλ και το «οικονομικό θαύμα», η σοσιαλδημοκρατική συναίνεση γύρω από ένα κράτος πρόνοιας, η δημιουργία μιας ισχυρής μεσαίας τάξης, η στερέωση και η ανάπτυξη της δημοκρατίας, η συγκρότηση ενός διεθνούς συστήματος που λείανε αιχμές και απορρόφησε με επιτυχία τριβές υπερέβησαν τον επικίνδυνο ανταγωνισμό μεταξύ των υπερδυνάμεων, την κούρσα των πυρηνικών εξοπλισμών, τους πολέμους δι’ αντιπροσώπου σε διάφορα σημεία της υφηλίου, τις ατέλειες της μεταπολεμικής συνθήκης.

80 χρόνια μετά, το οικοδόμημα παραμένει επιβλητικό, παρουσιάζει όμως πλέον εμφανείς ρωγμές: τα χρώματα του παρελθόντος ξεθωριάζουν, η διευθέτηση ξεφτίζει, γεωπολιτικές φιλοδοξίες καλλιεργούνται διά της προσφυγής στη βία. Κοινωνικά και πολιτικά κεκτημένα που θεωρήθηκε ότι θεράπευσαν οριστικά τις μνημειώδεις αποτυχίες του πρώτου μισού του 20ού αιώνα παύουν να αποτελούν αυτονόητα και τίθενται υπό αμφισβήτηση. Η έντεχνη υπονόμευση θεμελιωδών δημοκρατικών αξιών από φορείς αντιδημοκρατικών ιδεών προπαγανδίζεται και γίνεται ανεκτή στο όνομα της ίδιας της δημοκρατίας. Καθώς οι γενιές που βίωσαν τον πόλεμο παρέρχονται, η μνήμη του γεγονότος μετατρέπεται στο πλαίσιο των νέων τεχνολογιών σε «μεταμνήμη» που θέτει νέα ηθικά και πολιτικά διακυβεύματα.

Είναι αλήθεια ότι το αφήγημα του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου χαρακτηριζόταν πάντοτε από τη ρητή σύγκριση της έκβασής του με το ζοφερό μέλλον ενός παγκόσμιου ολοκληρωτισμού που η ήττα της ναζιστικής Γερμανίας απέτρεψε. Καθώς για τις ημερομηνίες-ορόσημα δεν αρκεί ο αυτοθαυμασμός, η ίδια ανάγκη να αναλογιστούμε το τότε σε σχέση με το τώρα υφίσταται και σήμερα, ακόμη περισσότερο από ό,τι χθες.

Ο μεταπολεμικός ορίζοντας προσδοκιών

Της Ιωάννας Λαλιώτου

Κάθε εποχή αναστοχάζεται την ιστορία με βάση τις κατανοήσεις και τα βιώματα του παρόντος. Πώς κατανοούμε λοιπόν σήμερα τη σημασία της λήξης του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου; Η απάντησή μας σε αυτό το ερώτημα φωτίζει σε μεγάλο βαθμό την αντίληψή μας για την πορεία των σύγχρονων κοινωνιών αλλά για τις αναδιατάξεις της ισχύος σε πλανητικό επίπεδο σήμερα.

To τέλος του πολέμου αποτέλεσε νέα αρχή για τον κόσμο και χαρακτηρίστηκε τόσο από μεγάλες συνέχειες όσο και από μετασχηματισμούς και ασυνέχειες. Για τη Δύση η μεταπολεμική εποχή ήταν περίοδος ραγδαίας οικονομικής ανάπτυξης που περιέλαβε νικητές και ηττημένους. Η ανασυγκρότηση της Ευρώπης, η ηγεμονία των ΗΠΑ στο πολιτισμικό, πολιτικό και οικονομικό σύμπαν της μεταπολεμικής ευρωπαϊκής, και όχι μόνο, Ιστορίας, η ανάδειξη νέων κοινωνικών υποκειμένων σε διατλαντικό επίπεδο ήταν κύρια χαρακτηριστικά της.

Μέσω της αποαποικιοποίησης οι ευρωπαϊκές αυτοκρατορίες απώλεσαν το μεγαλύτερο μέρος των αποικιών τους, διασφαλίζοντας όμως παράλληλα και με ποικίλους τρόπους νεο-αποικιοκρατικούς συσχετισμούς μεταξύ πρώην μητροπόλεων και πρώην αποικιών. Παράλληλα, οι μεγάλες μεταναστευτικές μετακινήσεις από τις πρώην αποικίες προς τις πρώην μητροπόλεις, αλλά και από τον ευρωπαϊκό Νότο προς τον ευρωπαϊκό Βορρά οδήγησαν σε τεκτονικούς μετασχηματισμούς των ευρωπαϊκών κοινωνιών.

Από το 1989 και μετά αυτοί οι μετασχηματισμοί ενισχύθηκαν από μετακινήσεις πληθυσμών από την Ανατολική προς τη Δυτική Ευρώπη δημιουργώντας ένα δυναμικό πλαίσιο μεταμόρφωσης των δυτικοευρωπαϊκών μητροπόλεων που σε μεγάλο βαθμό παραμένει ενεργό έως σήμερα. Παράλληλα, η σταδιακή ανάδυση του λεγόμενου «Τρίτου Κόσμου», ενός «Παγκόσμιου Νότου» με χαρακτηριστικά συστημικής και επιτεινόμενης οικονομικής υπανάπτυξης και εξάρτησης από τον «Παγκόσμιο Βορρά», προσδιόρισε τη σχέση και την πλεονεκτική θέση της Ευρώπης αλλά και του συνόλου του δυτικού «αναπτυγμένου» κόσμου σε όλη τη μεταπολεμική περίοδο διαμορφώνοντας τη «μεταποικιακή συνθήκη» του ύστερου 20ού και του πρώιμου 21ου αιώνα.

Παρά τα δεινά και τη βιαιότητα της μεταποικιακής αυτής περιόδου σε πλανητικό επίπεδο, για τον δυτικό κόσμο τουλάχιστον μπορεί να χαρακτηριστεί ως εποχή υψηλών προσδοκιών. Η δέσμευση των δυτικών κοινωνιών στην αποφυγή ενός νέου παγκοσμίου πολέμου οδήγησε σε μακροχρόνια – πάνω από επτά δεκαετίες – διαρκή ειρήνη σε διατλαντικό επίπεδο. Η σταθερή ειρήνη συνδέθηκε με την ανάπτυξη πολιτικών και κυρίως δυναμικών κοινωνικών κινημάτων χειραφέτησης, διεκδίκησης δικαιωμάτων, εμβάθυνσης της δημοκρατίας και των αρχών της ισότητας και της ισονομίας.

Τα κοινωνικά κινήματα της γενιάς του ’68 εξέφρασαν τον δυναμισμό αλλά και την αισιοδοξία της διεκδίκησης δημοκρατίας, ισότητας, ελευθερίας στο εσωτερικό των δυτικών κοινωνιών. Ως αποτέλεσμα εν μέρει και της οικονομικής ανάπτυξης της μεταπολεμικής περιόδου, νέοι και νέες που προέρχονταν από τα αστικά αλλά και τα ευρύτερα κοινωνικά στρώματα της εργασίας απέκτησαν πρόσβαση σε δημόσιες δομές υγείας, πρόνοιας και ανώτατης ή τριτοβάθμιας εκπαίδευσης, δομές που λειτούργησαν ως δυνατοί μοχλοί κοινωνικής κινητικότητας και ανόδου. Ταυτόχρονα, νέα κοινωνικά υποκείμενα αναδείχθηκαν σε πρωταγωνιστές της διεκδίκησης για εμβάθυνση της δημοκρατίας: μέλη της ευρύτερης αστικής τάξης των εργατικών στρωμάτων, των αναπτυσσόμενων μεταναστευτικών κοινοτήτων έπαιξαν καταλυτικό ρόλο στις διεκδικήσεις εμβάθυνσης, εκπροσώπησης και κοινωνικών δικαιωμάτων γύρω από άξονες που συνδέθηκαν με το φύλο, την τάξη, τη φυλή και την εθνικότητα, τη σεξουαλικότητα, την ιδεολογική τοποθέτηση.

Αλλοτε μέσω ενός ριζοσπαστικού και άλλοτε μέσω ενός φιλελεύθερου πρίσματος, οι δυτικές κοινωνίες είδαν πάντως τη δημοκρατία, τα δικαιώματα και την ειρήνη ως μέσα που ξεκάθαρα υπηρετούσαν την «προκοπή» των πολλών. Αλλά και στο επίπεδο των διεθνών σχέσεων, το διπολικό σύστημα παγκόσμιας ισχύος (ΗΠΑ – Σοβιετική Ενωση), ακόμα και ο Ψυχρός Πόλεμος, παρά τη βιαιότητά του σε πλανητικό επίπεδο, λειτούργησαν στη συνείδηση των δυτικών ανθρώπων ως εργαλεία που θα απέτρεπαν την επανάληψη του πολέμου και θα συντηρούσαν το status quo του μεταπολεμικού ορίζοντα προσδοκιών τους.

Πώς όμως μεταλλάσσεται αυτή η κληρονομιά σήμερα; Οι διαδοχικές κρίσεις των αρχών του 21ου αιώνα (χρηματοπιστωτική, πανδημική, κλιματική) φαίνεται να ανατρέπουν – ή τουλάχιστον να κλυδωνίζουν – τον ορίζοντα προσδοκιών της μεταπολεμικής περιόδου. Η μετατόπιση από το διπολικό προς ένα πολυκεντρικό σύστημα παγκόσμιας ισχύος φαίνεται επίσης να συμβάλει προς αυτή την κατεύθυνση. Για τις λεγόμενες γενιές GEN-Z και GEN-A ο Β΄ Παγκόσμιος Πόλεμος δεν είναι παρά ένα κεφάλαιο στα σχολικά βιβλία Ιστορίας, ίδιας συμβολικής αξίας όπως και τα υπόλοιπα κεφάλαια. Και η μεταπολεμική συνθήκη δείχνει όλο και πιο ασύνδετη με τα σύγχρονα βιώματα των νέων. Ισως αυτή η απομάκρυνση καταδεικνύει με τον πιο εύγλωττο τρόπο και την κατάρρευση του ορίζοντα των προσδοκιών. Βρισκόμαστε στο τέλος του Μεταπολέμου; Ισως. Το σίγουρο πάντως είναι ότι η Ιστορία συνεχίζεται, κάποτε χαοτικά, πάντα όμως απρόβλεπτα δυναμικά και μετασχηματιστικά.

*Η κυρία Ιωάννα Λαλιώτου είναι καθηγήτρια Σύγχρονης Ιστορίας στο Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας.

Η συγκρότηση ενός νέου κόσμου

Του Κώστα Υφαντή

Η 8η Μαΐου 1945 είναι η ημέρα που συνθηκολόγησε η ναζιστική Γερμανία και τελείωσε ο Β΄ Παγκόσμιος Πόλεμος στο Ευρωπαϊκό Θέατρο. Είναι η Ημέρα της Νίκης στην Ευρώπη (VE Day). Ο Πόλεμος στον Ειρηνικό θα διαρκούσε τρεις μήνες ακόμη. Ομως για την Ευρώπη ξεκινά η περίοδος που ο πιο διάσημος ιστορικός του Ψυχρού Πολέμου Τζον Λούις Γκάντις αποκάλεσε «Μακρά Ειρήνη». Εάν θεωρήσουμε δε ότι η ρωσική εισβολή στην Ουκρανία δεν απειλεί το διεθνές σύστημα, τότε τα 80 χρόνια που έχουν περάσει από το 1945 είναι η μεγαλύτερη σε διάρκεια περίοδος χωρίς σύγκρουση από την εποχή των Ναπολεόντειων Πολέμων (1803-1815). Το τέλος της πιο βίαιης και αιματηρής σύγκρουσης στην ιστορία του ανθρώπου εγκαινίασε μια μοναδική κατάσταση. Επιβεβαίωσε το τέλος των παλαιών καθεστώτων, το τέλος των ευρωπαϊκών αυτοκρατοριών και της αποικιοκρατίας. Στην ουσία, ολοκληρώθηκε μία εποχή που ξεκίνησε τον 16ο αιώνα και χαρακτηρίστηκε από την κυριαρχία της Ευρώπης. Το διεθνές σύστημα το 1945 ανασυγκροτείται, όπως θα έγραφε ο Χένρι Κίσιντζερ, ως πραγματικά παγκόσμιο, με δύο πόλους που γεωπολιτικά υπερβαίνουν την ιστορική Ευρώπη.

Αυτή η διπολική δομή βοήθησε στη διατήρηση της ειρήνης. Ηταν αρκετά απλή ώστε να μη δημιουργούνται πολύπλοκα διλήμματα στη Μόσχα και στην Ουάσιγκτον. Ο κόσμος σύντομα διολίσθησε σε μια συνθήκη μαύρου-άσπρου. Οι συμμαχίες που δημιουργήθηκαν, πολυμερείς ή διμερείς, αποδείχθηκαν ιδιαίτερα σταθερές. Ακόμη και όταν είχαμε «αποστασίες» όπως της Κίνας ή της Κούβας, η επίδρασή τους στον συσχετισμό ισχύος δεν ήταν σημαντική, καθώς οι δύο υπερδυνάμεις είχαν την ικανότητα να αμυνθούν ακόμη και χωρίς συμμάχους. Οι δύο πόλοι ήταν εν πολλοίς και στρατηγικά αυτάρκεις, πράγμα που ελαχιστοποίησε τις πιθανές εστίες σύγκρουσης. Η αντιπαράθεση ήταν και σκληρά ιδεολογική, αλλά αυτό δεν έκανε τη συμπεριφορά τους πιο ριψοκίνδυνη. Και οι δύο υιοθέτησαν πιο μετριοπαθείς ιδεολογικές φόρμες όσο περνούσαν τα χρόνια. Γενικά, οι συστημικές αναγκαιότητες επικράτησαν των εσωτερικών δυναμικών που θα μπορούσαν να γεννήσουν αστάθεια. Η απειλή πυρηνικού ολοκαυτώματος εξοβέλισε από τον εκατέρωθεν στρατηγικό σχεδιασμό την όποια αισιοδοξία ότι μπορεί να υπάρξει νικητής. Γενικά, και οι δύο υιοθέτησαν κοινά αποδεκτούς «κανόνες παιγνιδιού» στη διαχείριση της αντιπαλότητάς τους.

Και η Ευρώπη; Τα έθνη της Δυτικής Ευρώπης ήλθαν αντιμέτωπα με την ιστορική τους υποχώρηση και με την πραγματικότητα της εξάρτησής τους από τις ΗΠΑ. Ομως, η ανάγκη ανασυγκρότησης έφερε στο προσκήνιο πέρα από τη δομική στρατηγική αδυναμία και μια νέα παρόρμηση. Πάνω στα ερείπια και στις ενοχές για τη βία που ισοπέδωσε τις ευρωπαϊκές κοινωνίες, αναδύθηκε μια νέα avant garde που όντως ανασυγκρότησε την Ευρώπη σε όλα τα επίπεδα. Μια πολιτική πρωτοπορία που έθεσε τις βάσεις της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης, του πιο επιτυχημένου προγράμματος ειρήνευσης στην ευρωπαϊκή ιστορία, με την οικοδόμηση των πιο φιλελεύθερων δημοκρατικών πολιτειών που γνώρισε η ήπειρος.

Μια οικονομική και κοινωνική πρωτοπορία που θεμελίωσε την ανάπτυξη στο κράτος πρόνοιας και στο κράτος δικαίου οριοθετημένα από τις δυτικές αξίες και μακριά από τις σκοτεινές όψεις της νεωτερικότητας (τουλάχιστον μέχρι τώρα…) και μια πρωτοπορία στη λογοτεχνία, στη μουσική, στις εικαστικές τέχνες και στο θέατρο που αποκατέστησε την Ευρώπη ως το ανυπέρβλητο κέντρο παγκόσμιας πολιτισμικής αναζήτησης. Σε αυτό το τελευταίο είχαμε τη συνέχεια να εμβολιάζει την ανάγκη για μια νέα ριζοσπαστική αρχή και μια «ευρωπαϊκότητα» που καθόρισε και διαμόρφωσε το μεταπολεμικό Zeitgeist. Ο ιταλικός νεορεαλισμός και η μουσική του Χένζε, o Πικάσο, ο Καντίνσκι και ο Μοντριάν, ο αφηρημένος εξπρεσιονισμός, η Σχολή του Παρισιού και o Γκρέιαμ Σάδερλαντ στην άλλη όχθη της Μάγχης, ο Τζιακομέτι, ο Μπρεχτ, ο Πίντερ και ο Μπέκετ, o Σαρτρ, η Σιμόν Ντε Μποβουάρ, ο Φουκό και ο Καμί και τόσοι άλλοι και άλλες.

Μια πολιτική, οικονομική, κοινωνική και πολιτισμική έκρηξη, μια αναγέννηση μέσα στην ανασφάλεια της γεωπολιτικής μονομαχίας των υπερδυνάμεων. Μετά από δύο παγκόσμιους πολέμους που ο ευρωπαϊκός εθνικισμός με τους εμβρυουλκούς του ναζισμού και του φασισμού γέννησε, η Ευρώπη μετασχηματίζεται μέσα από την ιστορία της και την απογοήτευση που αυτή η ιστορία προκαλεί μεταξύ του Παρισινού Μάη και της Ανοιξης της Πράγας.

Οπως θα έγραφε ο Τόνι Τζαντ, τα επόμενα κρίσιμα χρόνια εγκλωβισμένες/οι μεταξύ της Αμερικής του Τραμπ και της Ρωσίας του Πούτιν πρέπει να θυμόμαστε γιατί οικοδομήσαμε αυτή την Ευρώπη μέσα από τα στρατόπεδα του Αουσβιτς. Μόνο η Ιστορία θα μας βοηθήσει.

*Ο κ. Κώστας Υφαντής είναι καθηγητής Διεθνών Σχέσεων και πρόεδρος του ΙΔΙΣ στο Πάντειο Πανεπιστήμιο.

Μνήμη και τεχνολογία

Της Αννας Μαρίας Δρουμπούκη

Ογδόντα χρόνια μετά το τέλος του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, η ζωντανή μνήμη όσων έζησαν την παγκόσμια σύρραξη φθίνει. Οι τελευταίοι επιζώντες και βετεράνοι γίνονται ολοένα πιο σπάνιοι και μαζί τους σβήνει η άμεση προφορική μαρτυρία των γεγονότων. Τη σκυτάλη της μνήμης αναλαμβάνουν πλέον τα μουσεία και τα ιδρύματα μνήμης, που καλούνται να κρατήσουν ζωντανή την ιστορία για τις νεότερες γενιές. Σε αυτή την αποστολή αξιοποιούν τεχνολογίες αιχμής – από την εικονική πραγματικότητα (VR) και την τεχνητή νοημοσύνη (AI) μέχρι ολογράμματα και διαδραστικά πολυμέσα – μεταμορφώνοντας τον τρόπο μετάδοσης της εμπειρίας του πολέμου.

Στο Imperial War Museum του Λονδίνου οι νέες μόνιμες γκαλερί για τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο και το Ολοκαύτωμα συνδυάζουν αυθεντικά τεκμήρια με σύγχρονα πολυμέσα. Περισσότερα από 1.500 αντικείμενα και προσωπικές μαρτυρίες από περισσότερες από 80 χώρες παρουσιάζονται με διαδραστικές μεθόδους, αναδεικνύοντας το παγκόσμιο εύρος της σύρραξης και εμβαθύνοντας στην ανθρώπινη διάστασή της. Στη Βαρσοβία, το Μουσείο της Εξέγερσης αξιοποιεί επίσης τη δύναμη της τεχνολογίας στην αφήγηση: υπόκωφοι ήχοι βομβαρδισμών αντηχούν στις αίθουσες, μια τρισδιάστατη προβολή προσφέρει μια εικονική πτήση πάνω από τα ερείπια της ισοπεδωμένης πόλης, ενώ μια πρόσφατη διαδραστική εγκατάσταση με τεχνητή νοημοσύνη αναλύει το πρόσωπο κάθε επισκέπτη και το αντιστοιχεί με φωτογραφία κάποιου αντάρτη του 1944 – επιτρέποντας στον καθένα να βρει τον «σωσία» του στα αρχεία και να μάθει την ιστορία του​. Μια τέτοια απρόσμενη προσωπική σύνδεση γεφυρώνει το χάσμα των γενεών και κάνει την Ιστορία πιο άμεση.

Στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού το Εθνικό Μουσείο Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου στη Νέα Ορλεάνη παρουσιάζει την έκθεση «Voices from the Front», όπου διαδραστικά ολογράμματα σε φυσικό μέγεθος προβάλλουν βιντεοσκοπημένες μορφές βετεράνων και άλλων προσώπων του πολέμου. Οταν ο επισκέπτης θέσει ερωτήματα, ένα έξυπνο σύστημα αντλεί την κατάλληλη απάντηση από εκατοντάδες προηχογραφημένες αφηγήσεις – δημιουργώντας την εντύπωση πραγματικής συζήτησης με ανθρώπους του παρελθόντος​. Ενας από τους συμμετέχοντες, σήμερα 102 ετών, ανέφερε ότι νιώθει πως «γράφει Ιστορία» βλέποντας τον εαυτό του να διηγείται όσα έζησε, περήφανος που η μαρτυρία του θα συνεχίσει να ακούγεται όταν εκείνος πάψει να υπάρχει​.

Καθώς η γενιά του πολέμου χάνεται, τέτοιες τεχνολογικές «γέφυρες» αποκτούν ανεκτίμητη αξία. Στο Μουσείο Ολοκαυτώματος του Ιλινόι, πρωτοπόρο στην ψηφιακή διατήρηση μαρτυριών, οι επισκέπτες μπορούν να συνομιλήσουν με ολογράμματα επιζώντων του Ολοκαυτώματος αλλά και να ζήσουν καθηλωτικές εμπειρίες VR που τους μεταφέρουν στους τόπους των γεγονότων μέσα από την αφήγηση των ίδιων των επιζώντων​. Τέτοιες τεχνικές κάνουν την Ιστορία απτή εμπειρία, ενεργοποιώντας όχι μόνο τη σκέψη αλλά και το συναίσθημα.

Παράλληλα, τα μουσεία διευρύνουν το περιεχόμενο της αφήγησης, υιοθετώντας μια όλο και πιο πολυφωνική προσέγγιση. Ομάδες που άλλοτε περιθωριοποιούνταν στη συλλογική μνήμη τώρα αποκτούν φωνή: οι Ρομά, που υπέστησαν κι αυτοί τη ναζιστική γενοκτονία, τα ΛΟΑΤΚΙ+ άτομα, που διώχθηκαν ως «ανεπιθύμητα» από το Γ΄ Ράιχ, οι γυναίκες που έζησαν τον πόλεμο στην πρώτη γραμμή και στα μετόπισθεν, καθώς και οι έγχρωμοι στρατιώτες από τις αποικίες ή τις μειονότητες που πολέμησαν παρά τις διακρίσεις. Αυτές οι πτυχές ενσωματώνονται πλέον στο επίσημο αφήγημα, αποκαθιστώντας ιστορικές αδικίες. Αντίστοιχα, το μουσείο της Νέας Ορλεάνης έχει αφιερώσει ειδική έκθεση στους αφροαμερικανούς στρατιώτες και το αίτημά τους για μια «Διπλή Νίκη» – κατά του φασισμού στο εξωτερικό και του ρατσισμού στην πατρίδα.

Η στροφή προς την εντυπωσιακή, βιωματική παρουσίαση της μνήμης γεννά όμως και ερωτήματα. Μήπως η θεαματοποίηση της ιστορίας – όσο ελκυστική κι αν είναι – κινδυνεύει να απλουστεύσει μια σύνθετη πραγματικότητα; Μήπως οι επισκέπτες μένουν στα εφέ και χάνουν το βάθος; Μια εμπειρία VR μπορεί να σοκάρει και να συγκινήσει, αλλά δεν υποκαθιστά την ιστορική παιδεία. Και καμία AI δεν αντικαθιστά τη ζωντανή ανθρώπινη μαρτυρία. Ωστόσο, η νέα ψηφιακή γενιά ίσως χρειάζεται τέτοια διαδραστικά ερεθίσματα για να συνδεθεί συναισθηματικά με ένα μακρινό παρελθόν. Οταν ένας νέος συνομιλεί με το ολόγραμμα ενός βετεράνου ή «ταξιδεύει» εικονικά σε ένα καταφύγιο του Blitz, η εμπειρία μπορεί να πυροδοτήσει ενδιαφέρον που δύσκολα θα γεννούσε μια σκονισμένη προθήκη.

Η πρόκληση για τα μουσεία μνήμης είναι να αξιοποιήσουν την τεχνολογία για να ζωντανέψουν την Ιστορία, χωρίς να θυσιάσουν την ακρίβεια και την πολυπλοκότητά της. Ογδόντα χρόνια από το 1945, η παρακαταθήκη του πολέμου μεταδίδεται με τρόπους που οι μάρτυρες εκείνης της εποχής δεν θα μπορούσαν να διανοηθούν. Αν αυτά τα νέα «εργαλεία» μνήμης χρησιμοποιηθούν σωστά, μπορούν να διατηρήσουν ζωντανά τα διδάγματα της πιο σκοτεινής σελίδας του αιώνα και να μας θωρακίσουν απέναντι στη λήθη και την παραποίηση της Ιστορίας.

*Η κυρία Αννα Μαρία Δρουμπούκη είναι ιστορικός, διδάσκουσα του Πανεπιστημίου Αιγαίου.