Μια πόλη, αναπόφευκτα, καλεί τους ανθρώπους να την κρίνουν και να την αξιολογήσουν. Κάθε δάσος, πέλαγος, μεγαλούπολη ή χωριό καλεί υποσυνείδητα το μυαλό να σχηματίσει μια άποψη περί αυτού.

Τι εικόνα δίνει η πόλη της Καστοριάς, η χαμένη στα βάθη της Μακεδονίας, σε κάτοικο και επισκέπτη; Τι σκέψεις εμπνέει σε δημότη και λαογράφο; Πολλές είναι και οι σκέψεις των νέων που ζουν σε αυτή την πόλη και σύντομα θα την εγκαταλείψουν, τουλάχιστον για το διάστημα των σπουδών τους.

Φαίνεται ότι αυτή η μικρή πόλη μπορεί να εμπνεύσει «τουριστική» γοητεία. Χτισμένη στις όχθες μιας υπέροχης λίμνης, περικυκλωμένη από κατάφυτα βουνά, διάσπαρτη από βυζαντινούς ναούς, προκαλεί τον θαυμασμό τόσο στον φυσιοδίφη όσο και στον λάτρη της παράδοσης. Τα δάση γύρω της προσδίδουν μια ομορφιά, άγνωστη στις μεγαλύτερες πόλεις, ενώ η αμυδρή ανάμνηση του Κάστορα, αδελφού της Ωραίας Ελένης, που σκότωσε έναν δράκο στην περιοχή συνδέει την απόμακρη βορεινή πόλη με τον αρχαίο μύθο.

Αναμφίβολα, η Καστοριά μπορεί να δώσει μια εικόνα γραφικού και εξωτικού στον κάτοικο της μεγαλούπολης. Ωστόσο, η όμορφη πόλη δεν αποτελεί επίγειο παράδεισο περισσότερο απ’ ό,τι άλλοι τόποι. Για πολλούς ανθρώπους που κατοικούν στο κέντρο, όπου πεζά, συνωστισμένα κτίσματα κρύβουν βουνά και λίμνη, η Καστοριά είναι ένας κόσμος καθημερινής ζωής. Μάλιστα, ενώ πολλοί ευκατάστατοι θα μετακινούνταν ευχαρίστως στη γαλαζοπράσινη μικρή πόλη, πολλοί μόνιμοι κάτοικοι θα την εγκατέλειπαν χωρίς δισταγμό για μια μεγαλούπολη – ενίοτε εκτός Ελλάδας.

Το φάντασμα της αποδημίας

Παρά την αδιαμφισβήτητη ομορφιά, παρά την υπέροχη λίμνη και τα πυκνά δάση που περιβάλλουν την πόλη, το φάντασμα της αποδημίας ως διεξόδου επαγγελματικής και οικονομικής στοιχειώνει αδιάκοπα τους κατοίκους της. Ενώ πολλοί Αθηναίοι ή Θεσσαλονικείς αποζητούν το γαλαζοπράσινο της περιφέρειας, οι «κάτοχοι» αυτού του δώρου είναι πεπεισμένοι ότι ζουν σε έναν τόπο τουλάχιστον περιθωριακό.

Τι αντίθεση! Ο επισκέπτης θα την πει πανέμορφη, ο κάτοικος ανιαρή. Ο γόνος της μεγαλούπολης τη βλέπει πάμπλουτη, ο δικός της φτωχή. Μα πώς εξηγείται αυτό το παράδοξο;

Φαίνεται πως η ακμή της Καστοριάς στη βάση της γουνοποιίας και η ξαφνική πτώση του κλάδου έχουν δημιουργήσει ιδιάζοντα συμπλέγματα στον πληθυσμό της. Οι γηραιότεροι θυμούνται μια «χρυσή» εποχή, πλούτου και υποσχέσεων, της οποίας το τέλος τούς εμφύσησε πολλές ανασφάλειες. Καθώς οι πολίτες θεωρούν τη φυγή ως λύση βιοπορισμού, τίθεται το ερώτημα: Πώς θα μπορούσε να αναπτυχθεί η πόλη;

Αρκετοί συνεχίζουν να ασκούν τη γουνοποιία. Αλλοι εκτιμούν πως ο πλούτος έγκειται στον τουρισμό – η Καστοριά δεν περιβάλλεται από νερό, αλλά περιβάλλει νερό, οπότε είναι αξιόλογος προορισμός. Ωστόσο, ο σχεδιασμός ενός ιδανικού μέλλοντος για μια πόλη απαιτεί σκέψη και πολιτική σύνεση.

Κατά την υποκειμενική άποψή μου, η «χρυσή» περίοδος για τη γουνοποιία έχει περάσει. Οι παλιοί κάτοικοι ισχυρίζονται ότι οι πρόγονοί τους δίδαξαν την «τέχνη» σε άλλους, όμως σήμερα αυτή γνωρίζει περισσότερο ανταγωνισμό απ’ ό,τι σε άλλες εποχές, καθώς κάποιοι παράγοντες, οικονομικής, οικολογικής και κλιματολογικής φύσεως, επηρεάζουν τη ζήτηση που έχει.

Ο κίνδυνος της «μονοκαλλιέργειας»

Οσο για τον τουρισμό, αυτός δεν μπορεί να προσφέρει βέβαιη και σταθερή προοπτική για τους νέους, ιδιαίτερα αν μετατραπεί σε μια νέα μορφή «μονοκαλλιέργειας», όπως είχε συμβεί με τον τομέα της γούνας, με τις γνωστές συνέπειες που μπορεί να έχει κάθε μορφή επένδυσης χρημάτων και ελπίδων σε έναν μόνο κλάδο της οικονομίας.

Πέρα από τις δελεαστικές λύσεις, υπάρχει πιο ταπεινή προοπτική. Το έδαφος της Καστοριάς είναι γόνιμο. Η ανάπτυξη κτηνοτροφίας και γεωργίας μπορεί πρωτίστως να προσφέρει νέες προοπτικές σε εναλλακτικές μορφές καλλιέργειας και ήπιας και φιλικής προς το περιβάλλον κτηνοτροφίας. Κάτι τέτοιο θα μπορούσε να συμβάλει στην απόκτηση αυτάρκειας και ταυτόχρονα να μειώσει τον βαθμό εξάρτησης της περιοχής από προϊόντα την καλλιέργεια των οποίων ευνοούν οι κλιματολογικές και άλλες συνθήκες. Παράλληλα θα αυξανόταν η εξωστρέφεια της περιοχής με εξαγωγές προς τις εσωτερικές και εξωτερικές αγορές.

Αυτές, λοιπόν, είναι κάποιες σκέψεις ενός από τους μαθητές που σύντομα θα βρεθούν μακριά από την πόλη τους για να σπουδάσουν και κάποια στιγμή θα αντιμετωπίσουν το δίλημμα της επιστροφής ή μη.

Θα είναι άραγε σε θέση η Καστοριά σε λίγα χρόνια να δεχθεί πίσω ορισμένους έστω απ’ αυτούς και να τους προσφέρει ελκυστικά κίνητρα για να επιστρέψουν και να χτίσουν ένα μέλλον όπως το ονειρεύονται ή, παρά το ότι πολλοί θα το ήθελαν, θα δυσκολευτούν να βρουν ισχυρούς λόγους προκειμένου να ζήσουν και να δημιουργήσουν εδώ;

Το μέλλον θα «δείξει». Ωστόσο, ας είμαστε αισιόδοξοι και, στον βαθμό που μπορεί, ας κάνει ο καθένας, ανάλογα με τη θέση και τον ρόλο του – με ατομική αλλά κυρίως με συλλογική προσπάθεια -, ό,τι περνάει από το χέρι του ώστε να συμβεί κάτι τέτοιο.