Ο πλανήτης βάλλεται ταυτόχρονα από πολλαπλά μέτωπα. Πρωτοφανείς θερμοκρασίες (καύσωνες) κάνουν αβίωτες τις πόλεις στις δυτικές Ηνωμένες Πολιτείες. Η Νότια Ευρώπη «βράζει» για μέρες όπως και η Μέση Ανατολή, με τον υδράργυρο στο Νότιο Ιράν να δείχνει 67 βαθμούς Κελσίου. Αλλά και στην Κίνα καταρρίφθηκε το ρεκόρ θερμοκρασίας, με τους πολίτες να αναζητούν ανακούφιση από τη ζέστη ακόμη και σε καταφύγια βομβών… Την ίδια στιγμή, αλλού «άνοιξαν» οι ουρανοί. Στη Νοτιοανατολική Ασία καταρρακτώδεις βροχοπτώσεις και φονικές πλημμύρες παρέσυραν συθέμελα ολόκληρες περιοχές.

Ο φετινός Ιούλιος μπορεί με ευκολία να χαρακτηριστεί ως ο χειρότερος μήνας στην κλιματική ιστορία. Οι μέσες θερμοκρασίες για ολόκληρη την υδρόγειο ήταν στα υψηλότερα επίπεδα που έχουν καταγραφεί ποτέ. Επιστήμονες από τα Εθνικά Κέντρα Περιβαλλοντικής Πρόβλεψης των ΗΠΑ, το Πανεπιστήμιο του Μέιν και την υπηρεσία Copernicus της Ευρωπαϊκής Ενωσης έπειτα από αναλύσεις κατέληξαν στο ότι η 3η και η 6η Ιουλίου ήταν οι πιο ζεστές μέρες που έχουν καταγραφεί ποτέ παγκοσμίως. Μάλιστα, η μέση παγκόσμια θερμοκρασία έφτασε τους 17,01 βαθμούς, ξεπερνώντας το ρεκόρ του Αυγούστου 2016 των 16,92 βαθμών.

Νέα κανονικότητα οι καύσωνες στο μέλλον

Η κλιματική αλλαγή δεν αποτελεί πια μια επιστημονική πρόβλεψη για το μέλλον. Είναι παρούσα και προοιωνίζεται ένα ακόμη πιο δυστοπικό μέλλον. Οπως είχε αναφέρει και ο γενικός γραμματέας του Παγκόσμιου Μετεωρολογικού Οργανισμού κ. Γιούκα Πέτερι Τάλας, στο μέλλον οι συχνοί καύσωνες θα είναι η νέα κανονικότητα. Το έχουν άλλωστε καταδείξει και οι επιστημονικές μελέτες της επιστημονικής Διακυβερνητικής Επιτροπής για την Κλιματική Αλλαγή (Intergovernmental Panel on Climate Change – IPCC) του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών.

«Το κύμα των καυσώνων που επικρατεί αυτό το διάστημα στο βόρειο ημισφαίριο είναι μία δραματική κλιμάκωση της κλιματικής αλλαγής. Φαίνεται ότι έχουμε εισέλθει σε μία παρατεταμένη περίοδο κλιματικής αστάθειας, με νέα χαρακτηριστικά όπως τα συνδυασμένα κλιματικά φαινόμενα (π.χ. καύσωνες με ξηρασία), τους θαλάσσιους καύσωνες (δηλαδή θερμοκρασίες επιφάνειας θάλασσας που ξεπερνούν τους 26-27 βαθμούς Κελσίου) αλλά και στάσιμα συστήματα που επιτρέπουν θερμές αέριες μάζες να μεταφέρονται από τη Βόρεια Αφρική προς την Ευρώπη» επισημαίνει μιλώντας στο «Βήμα» ο καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Αθηνών και μέλος της Επιστημονικής Επιτροπής της Ευρωπαϊκής Ενωσης για την Κλιματική Αλλαγή κ. Κώστας Καρτάλης.

Βασική αιτία οι εκπομπές αερίων θερμοκηπίου

Οπως εξηγεί ο καθηγητής, τρέχουσες θεωρίες αναφέρουν ως πιθανές αιτίες της κλιματικής αστάθειας το λιώσιμο των πάγων στην Αρκτική που προκαλεί τη μετατόπιση του αεροχείμαρου, μία θερμική ανωμαλία στα επιφανειακά ύδατα στον Βόρειο Ατλαντικό ή τον επίμονο θαλάσσιο καύσωνα στον Ανατολικό Ατλαντικό. «Αν και οι θεωρίες αυτές μένει να επιβεβαιωθούν, το βέβαιο είναι ότι βασική αιτία για την κλιματική αλλαγή είναι οι εκπομπές αερίων θερμοκηπίου (διοξείδιο του άνθρακα και μεθάνιο) λόγω της χρήσης ορυκτών καυσίμων. Με άλλα λόγια, η πηγή του προβλήματος είναι γνωστή. Αυτό που εκκρεμεί είναι η ανταπόκριση της διεθνούς κοινότητας (κυρίως δε των αναπτυγμένων κρατών) στις υποσχέσεις τους για τη μείωση των εκπομπών από τη χρήση ορυκτών καυσίμων. Δυστυχώς ο χρόνος δεν είναι σύμμαχος» τονίζει ο κ. Καρτάλης.

Σύμφωνα με την τελευταία έκθεση του IPCC η συγκέντρωση του ατμοσφαιρικού CO2 δεν έχει υπάρξει τόσο υψηλή εδώ και δύο εκατομμύρια χρόνια, γεγονός που θα συνεχίσει να πυροδοτεί ακραία καιρικά φαινόμενα και υπερθέρμανση της Γης. «Η συγκράτηση της θερμοκρασίας κάτω από τον 1,5 βαθμό Κελσίου προϋποθέτει τη μείωση των εκπομπών αερίων θερμοκηπίου κυρίως μέσα από τη στροφή στις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας. Στην Ευρωπαϊκή Ενωση ο στόχος μείωσης είναι 55% το 2030 σε σχέση με το 1990, ενώ η Επιστημονική Επιτροπή της ΕΕ για την Κλιματική Αλλαγή θεωρεί ότι ο στόχος αυτός πρέπει να ανέλθει στο 90% το 2040, για να συγκρατηθεί η θερμοκρασία κάτω του 1,5 βαθμού Κελσίου και να επιτευχθεί  κλιματική ουδετερότητα το 2050. Και οι δύο στόχοι προϋποθέτουν σταδιακή – μέχρι το 2050 – εξάλειψη της χρήσης των ορυκτών καυσίμων» υπογραμμίζει ο κ. Καρτάλης

Κλιματικό hot-spot η περιοχή της Μεσογείου

Στη… γειτονιά μας όλον τον Ιούλιο πυρκαγιές σαρώνουν δασικές και αστικές εκτάσεις της Βόρειας Μεσογείου (Ελλάδα, Ιταλία, Ισπανία, Τουρκία). Στη χώρα μας – ελέω ξηρασίας, ισχυρών ανέμων, αλλά και ενός παρωχημένου συστήματος πυροπροστασίας που διαχρονικά δίνει έμφαση στην καταστολή και όχι στην πρόληψη – ανεξέλεγκτες φωτιές κατέστρεψαν ορισμένες από τις τελευταίες πράσινες οάσεις της Αττικής, σε Λαυρεωτική και Δερβενοχώρια, αλλά και εκτάσεις σε Λουτράκι, Μεσσηνία, Λακωνία, Ρόδο, Βόλο κ.ά. Και όλα αυτά ενώ περιμένουμε το τρίτο σφοδρό κύμα καύσωνα από Τρίτη με νέα 45άρια.

Στην Ελλάδα διαπιστώνεται συστηματική άνοδος της θερμοκρασίας προς υψηλότερες τιμές, κυρίως από το 2000 και μετά. «Η αύξηση είναι μεγαλύτερη τους θερινούς μήνες που χαρακτηρίζονται επίσης από καύσωνες με μεγαλύτερη διάρκεια σε σύγκριση με το παρελθόν. Οι εκτιμήσεις για το μέλλον δεν είναι ευοίωνες, ιδιαίτερα σε ό,τι αφορά τους καύσωνες που εκτιμάται βάσιμα ότι θα είναι συχνότεροι, θα έχουν μεγαλύτερη ένταση και θα διαρκούν περισσότερο» επισημαίνει ο κ. Καρτάλης. Δυστυχώς η περιοχή της Μεσογείου, όπως σχολιάζει ο καθηγητής, «θεωρείται κλιματικό hot-spot καθώς οι επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής είναι εντονότερες σε σχέση με άλλες περιοχές του πλανήτη».

Από την πλευρά του, ο καθηγητής Γεωλογίας και Διαχείρισης Φυσικών Καταστροφών κ. Ευθύμης Λέκκας μιλώντας για τις συνολικές επιπτώσεις από τις δασικές πυρκαγιές στη χώρα μας αναφέρεται στις αναμενόμενες επιπτώσεις σε ό,τι συνιστά την έννοια «περιβάλλον» (πανίδα, χλωρίδα, αέρας, έδαφος, υπέδαφος, νερά) ενώ τονίζει ότι εάν η καταστροφή συνεχιστεί, το Λεκανοπέδιο θα καταρρεύσει περιβαλλοντικά, με ορατό τον κίνδυνο ερημοποίησης των εδαφών. Μία δασική πυρκαγιά αυξάνει επτά φορές τον κίνδυνο πλημμυρών, τέσσερις φορές τον κίνδυνο διάβρωσης του εδάφους και τρεις φορές τον κίνδυνο κατολισθήσεων, ενώ όλα αυτά συντελούν στην ερημοποίηση και στην περαιτέρω επιτάχυνση της αύξησης της θερμοκρασίας. Στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, σύμφωνα με τον κ. Λέκκα, έχει υπολογισθεί ότι μια αύξηση 0,5 βαθμών Κελσίου σε  ευαίσθητες περιοχές, όπως η Μεσόγειος, αυξάνει κατά 30 ημέρες τη διάρκεια των υψηλών θερμοκρασιών και κατά πέντε τις ημέρες καύσωνα.

Στις επιπτώσεις από τη φετινή υπερθέρμανση του πλανήτη αναφέρθηκε και ο Μπένζαμιν Κετς, ο επιστήμονας που ηγείται ενός προγράμματος παρακολούθησης της θερμοκρασίας της γης στην Ευρωπαϊκή Διαστημική Υπηρεσία, προειδοποιώντας ότι η φετινή ζέστη θα επηρεάσει «σοβαρά» την παγκόσμια παραγωγή τροφίμων. Ωστόσο, οι συνέπειες δεν είναι μόνο επισιτιστικές, κλιματικές, υγειονομικές, είναι επίσης οικονομικές και κοινωνικές, δημιουργώντας ανισότητες, αποκλεισμούς και οδηγώντας σε μετανάστευση μεγάλους πληθυσμούς, κυρίως τους φτωχότερους.