Ο Βλαδίμηρος Κυριακίδης είναι κωμικός, χρόνια δοκιμασμένος στο είδος. Αλλά δεν είναι μόνο αυτό. Με την εμπειρία που κουβαλάει, τις ευαισθησίες που διαθέτει και, κυρίως, τη διάθεση να εξελίσσεται, κάνει εφέτος την ανατροπή: στρέφεται στο κλασικό ρεπερτόριο, ερμηνεύει τον Γουίλι Λόμαν στον «Θάνατο του Εμποράκου» του Αρθουρ Μίλερ και συνεργάζεται με τον σκηνοθέτη Γιώργο Νανούρη. Και ομολογεί ότι όλο αυτό εντάσσεται στη στρατηγική που έχει χαράξει.

Τι σας οδήγησε στην επιλογή του «Εμποράκου»;

«Για χρόνια είχα αποφασίσει να ασχοληθώ με την κωμωδία. Με ενδιαφέρει η έρευνα και η εξέλιξη στη δουλειά μου. Δεν έχω παίξει ακόμη την κωμωδία που θέλω. Μεγαλώνω όμως. Ευτυχώς έχω δίπλα μου ανθρώπους που μπορούν να με συμβουλεύσουν, όπως ο παραγωγός μου, ο Μάρκος Τάγαρης, που σκέφτηκε το έργο, και η γυναίκα μου, η Εφη Μουρίκη. Με συνετά βήματα και σκέψη καταλήξαμε, προ τριετίας, στον «Εμποράκο» – τους ευχαριστώ. Εχουμε δρομολογήσει και την επόμενη δεκαετία, από τα 60 μου στα 70. Αν δεν υπάρξει αυτή η στρατηγική, δεν μπορείς να κάνεις τίποτα στο θέατρο –είμαστε όλοι αναλώσιμοι. Θα μπορούσα να χαθώ στο πουθενά, σε ένα αστείο, να περνάμε όλοι καλά και να μη συμβαίνει τίποτα. Η ανάγκη μου πια μου έδειξε ότι δεν μπορώ να ικανοποιηθώ πλέον με αυτό που κάνω».

Είχατε πάντα στρατηγική;

«Ναι. Πάντα στοχεύω σε βάθος χρόνου αλλά και ρισκάρω. Ζω μέσα στην ανασφάλεια, σε καθημερινή βάση. Οταν παίζω, είναι σαν να ‘ναι η τελευταία παράσταση. Και πρέπει να πω ένα μεγάλο ευχαριστώ σε αυτούς που με εμπιστεύθηκαν και ήρθαν να με δουν, να ανταποδώσω την ενέργεια που δέχομαι.

»Από εκεί και πέρα υπάρχει ένα σχήμα, οξύμωρο ή σχιζοφρενικό. Από το 1980 που ξεκίνησα είχα μια υπέροχη ανωριμότητα, μια παιδικότητα που αισθανόμουν ότι όταν ανεβαίνω στη σκηνή είμαι στην παιδική χαρά με τους φίλους μου. Και το διασκέδασα όλα αυτά τα χρόνια. Αλλά πάντα σε δεύτερο επίπεδο και βάθος σκέψης υπήρχε κάτι άλλο που δεν φαινόταν ή φαινόταν ελάχιστα. Κι αυτό ήταν το οξύμωρο: ενώ προσπαθούσα να οργανώσω τα υπαρξιακά μου ξαφνικά έμπαινα στη σκηνή και τα ξεχνούσα όλα.

»Με τα χρόνια κατάλαβα ότι η σπουδή και η γνώση πρέπει να αποτυπώνονται πάνω στη σκηνή, όποιο είδος θεάτρου κι αν υπηρετείς. Γνώρισα ανθρώπους που με μάγεψαν. Δεν ξέρω αν θα μείνω στον «Εμποράκο», αν θα ανοίξω ένα καινούργιο κεφάλαιο, αλλά θα το προσπαθήσω».

Πάμε στον Μίλερ και στο έργο…

«Εχω εντυπωσιαστεί. Προσπαθώ να αποδώσω όσο καλύτερα μπορώ αυτό που έχει σκεφτεί αλλά και την πολυδιάστατη κατάσταση που έχει χτίσει. Η περιγραφή της κοινωνίας είναι σκληρή κι έτσι το αντιμετωπίζω – συγκινούμαι. Το σχόλιό του πάνω στη λαίλαπα του καπιταλισμού είναι απίστευτο. Παρουσιάζει ανθρώπους που έχουν κατακεραυνωθεί από το ίδιο το σύστημα και το κάνει με μαγεία, με έναν λόγο που ρέει, με ποίηση».

«Οταν παίζω είναι σαν να ’ναι η τελευταία παράσταση. Και πρέπει να πω ένα μεγάλο ευχαριστώ σε αυτούς που με εμπιστεύθηκαν και ήρθαν να με δουν, να ανταποδώσω την ενέργεια που δέχομαι»

Και ο Γουίλι Λόμαν;

«Είναι ο μέσος άνθρωπος, αδύναμος, θύμα της κοινωνίας. Κι αυτό είναι το έργο, άνθρωποι στεγνοί απ’ έξω, για το κυνήγι της δόξας, του μεγαλείου, που όμως δεν έχουν στεγνώσει μέσα τους. Προσπάθησα να πλησιάσω, πέρα από τα θεωρητικά της εποχής, τον ανθρωποκεντρικό χαρακτήρα της πολιτικής, γιατί το έργο είναι πολιτικό, πέρασα στον άνθρωπο. Προσπαθώ να δείξω την υπαρξιακή του αγωνία, τον λόγο ύπαρξής του στην κοινωνία, αλλά κάπου κάτι κάνει λάθος. Εχει κατασκευάσει έναν κόσμο στον οποίο έχει ταμπουρωθεί και δεν μπορεί να ξεκολλήσει».

Πώς τον προσεγγίζετε;

«Ο Μίλερ σε μια σημείωσή του γράφει ότι ο Γουίλι Λόμαν όταν έμπαινε στο γραφείο τούς έκανε όλους να γελάνε, ήταν ευχάριστος άνθρωπος. Γι’ αυτό έβαλα μια προσθήκη, που λέω στη γυναίκα μου: «Κάποτε γελούσαν με τα αστεία μου, τώρα γελάνε με μένα». Ετσι προσπαθώ να τον προσεγγίσω για να φτάσει στο μεγάλο αδιέξοδο ή στη μεγάλη ανοησία-θυματοποίηση, «να πεθάνω για να ζήσουν οι άλλοι», το ηρωοποιεί. Το μεγάλο μυστικό του έργου είναι το πίσω-μπρος στην πραγματικότητα και τη φαντασία. Με συγκλονίζει».

Τι μαθαίνετε από τη συνεργασία σας με τον Γιώργο Νανούρη;

«Στη ζωή μου λέω ότι μπορεί έξω να γεράσω, αλλά δεν θέλω να γεράσω μέσα μου. Αρα τις καινούργιες τεχνοτροπίες, γνώσεις, ρεύματα προσπαθώ να τα κάνω και πράξη. Συνεργαζόμενος με τον Γιώργο κατάλαβα ότι έχει μοντέρνα οπτική, πρόταση, αλλά πάντα με έναν απόλυτο σεβασμό στο κείμενο, στην ερμηνευτική αγωγή. Οι παραστάσεις του είναι μοντέρνες, κλασικότροπες, όχι μεταμοντέρνες – είμαι αντίθετος. Ξεκόλλησα από το ρεαλιστικό, αφέθηκα στο ταξίδι, στη φαντασία, στην ποίηση. Ομολογώ ότι είμαι φρέσκος σε αυτό το είδος και μπαίνω παρορμητικά».

Μήπως αργήσατε για το κλασικό ρεπερτόριο;

«Οχι. Μπήκα όταν έπρεπε να μπω. Αισθανόμουν μια ανασφάλεια να μπω σε αυτά τα χωράφια, ήθελα να νιώσω κάπως έτοιμος. Και τώρα, κάθε μέρα, προπονούμαι για να γίνομαι καλύτερος. Ποτέ δεν είχα ούτε θα έχω τη σιγουριά ότι τα κατάφερα. Κάθε βράδυ λέω στον εαυτό μου ότι δεν έχω καταφέρει τίποτα.

»Αν αυτή η παράσταση πάει καλά, ανοίγουμε άλλους δρόμους. Είναι ένα μέτρο με τον εαυτό μου. Αν βγω στη σκηνή και κλάψω σημαίνει ότι μπορώ να παίξω δράμα; Μεγάλο λάθος. Θέλω να το αποφύγω και να γυμνάσω την τεχνική μου. Θέλω στη σκηνή να πατήσει μια δραματική προσωπικότητα. Προσπαθώ να υποτάξω πολλά πράγματα συν το χιούμορ που το έχω εύκολο».

Σας απασχολεί η τηλεοπτική τυποποίηση;

«Οχι, καθόλου. Η καριέρα χτίζεται στο θέατρο, όχι στην τηλεόραση. Αν αύριο σταματήσω την τηλεόραση, μπορεί σε μία πενταετία να με έχουν ξεχάσει. Στο θέατρο το κοινό αναμετράται μαζί σου κι εσύ μαζί του. Υπάρχει μια ενέργεια στο θέατρο και πρέπει να ταυτίζεται η ενέργειά μου με του θεατή. Ολο αυτό το μεγαλείο υπάρχει στο θέατρο. Αλλά μου αρέσει η τηλεόραση – κι εκεί εξελίσσομαι».

Η «Μουρμούρα» θα τελειώσει;

«Δεν νομίζω. Πάμε για 11η χρονιά. Τώρα έρχεται η Παρθένα Χοροζίδου, ο παιδικός μου έρωτας – δική μου πρόταση. Ηθελα, εδώ και χρόνια, να παίξω μαζί της. Η φετινή χρονιά φέρνει τεράστια αλλαγή. ΄Η θα πετύχει ή θα αποτύχει. Αν πετύχει, πάμε για άλλα 10-15 χρόνια. Τη χαίρομαι τη «Μουρμούρα». Περνάμε πολύ καλά».

Πληροφορίες παράστασης:

Απόδοση-σκηνοθεσία-φωτισμοί Γιώργος Νανούρης, σκηνικά Γιώργος Γαβαλάς, κοστούμια Ντένη Βαχλιώτη. Παίζουν: Βλαδίμηρος Κυριακίδης, Εφη Μουρίκη, Κωνσταντίνος Γώγουλος, Ρένος Ρώτας, Δημήτρης Γεροδήμος, Κατερίνα Μάντζιου, Γιάννης Βαρβαρέσος, Θεοδόσης Τανής.

Θέατρο Ζίνα

Από 5/10.