Ο Λάκης Λαζόπουλος έχει φθάσει νωρίτερα στο ραντεβού μας και έχει ήδη προλάβει να παραγγείλει καφέ, όταν τον συναντώ. «Πώς τα βλέπετε τα πράγματα;» τον ρωτώ για να σπάσει ο πάγος πριν το μαγνητοφωνάκι αρχίσει να καταγράφει. «Oπως λέει και ένας γνωστός μου «τα βλέπω όπως είναι»» απαντά σχεδόν σιβυλλικά και ύστερα ξεκαθαρίζει. «Αυτό που βλέπω μπροστά μου είναι ένας κακός Πικάσο. Τα πράγματα δεν έχουν πάρει μετά την πανδημία ακόμη μορφή στην ελληνική κοινωνία. Φέρουν πολλές προεξοχές και γωνίες. Βλέπεις για παράδειγμα μεγάλες διαφορές στις ζωές των ανθρώπων. Βλέπεις κάποιους ανθρώπους που ζουν καλά και κάποιους άλλους που δεν ζουν καθόλου καλά, αλλά νομίζω ότι πρέπει να μεταφερθείς στις γωνίες για να έχεις πλήρη εικόνα».

Το σχόλιό του έχει πάντα ενδιαφέρον, είτε αγαπάς τον τρόπο του, είτε αντίθετα αγαπάς να τον μισείς. Ο Λάκης Λαζόπουλος ποτέ δεν αρκέστηκε σε ρόλους. Αντίθετα γεννούσε χαρακτήρες συμπυκνώνοντας μέσα τους το κωμικό δράμα τού να είσαι νεοέλληνας. Εμοιαζε να σκαλίζει τον εαυτό του και να βρίσκει κάτι από τον καθένα μας, βάζοντας τον καθρέπτη μπροστά μας, άλλοτε ψέγοντάς μας και ενίοτε χαϊδεύοντάς μας τα αφτιά. Φέτος απείχε από το θέατρο. «Δεν θα άντεχα να έχω διπλές παραστάσεις» λέει. «Θέλω να δουλεύω, αλλά δεν μου αρέσει να δουλεύω  νυχθημερόν στο θέατρο. Θα ήθελα, για παράδειγμα, να κάνω 15 παραστάσεις μαζεμένες σε έναν χώρο και ύστερα να σταματάω. Η ζωή μου δεν είναι το σανίδι».

Εξερευνώντας την τοξική αρρενωπότητα

Και όμως η συνάντησή μας γίνεται με αφορμή την παράσταση «Ενα μπιμπερό και μία ανθοδέσμη», η οποία θα παρουσιαστεί στο Θέατρο Παλλάς στις 14 Φεβρουαρίου. Τα έσοδά της θα διατεθούν στον Σύλλογο Θυάτειρα – πρόκειται για μία ένωση με πολυδιάστατη δράση που στηρίζει το ανθρωπιστικό έργο του Σεβασμιωτάτου Αρχιεπισκόπου Θυατείρων και Μ. Βρετανίας, Υπερτίμου και Εξάρχου Δυτικής Ευρώπης και Ιρλανδίας κ. Νικήτα – για τη στήριξη των αναγκών της Στέγης Γερόντων «Αγιοι Ανάργυροι» του Ι. Ν. Προφήτη Ηλία Παγκρατίου.

Ο Λάκης Λαζόπουλος στρατεύθηκε στον σκοπό, κάθισε στο κρεβάτι του – γιατί πάντα εκεί γράφει – και παρέδωσε ένα νέο έργο. Δύο άντρες, εκείνος και ο ηθοποιός Πάνος Βλάχος, που τόσο εκτιμά όπως τονίζει, μιλούν για όσα απασχολούν σήμερα μία γυναίκα, με την παράσταση να συναντά τη μουσική μέσω ζωντανής ορχήστρας.

«Πρόκειται για μία κουβέντα που περιστρέφεται γύρω από την τοξική αρρενωπότητα» αναφέρει. «Ο δικός μου ο χαρακτήρας είναι βουτηγμένος σε αυτήν, του Πάνου πάλι έχει καταλάβει τι του συμβαίνει και για αυτό πηγαίνει να ζητήσει σε γάμο για δεύτερη φορά την ίδια γυναίκα. Υπάρχει ένας ωραίος διάλογος. «Μπορείς» ρωτά o ένας «να κάτσεις κάτω από ένα γιαπί, ξέροντας ότι από πάνω σου δουλεύουν γυναίκες και είναι πιθανό να τους φύγει η βαριοπούλα και να πέσει στο κεφάλι σου;» και απαντά ο άλλος: «ξέρεις ότι το παιδί που κρατάνε στην αγκαλιά τους είναι πιο βαρύ από τη βαριοπούλα; Σου έχουν έρθει πολλά μωρά στο κεφάλι;»».

Κεφάλαιο τηλεόραση

Και η κουβέντα διευρύνεται. Γιατί την ίδια στιγμή, όπως λέει, τα τελευταία χρόνια θεωρεί ότι πάσχουμε από υπερβολική πολιτική ορθότητα. «Ειδικά η τηλεόραση απαιτεί πλέον έναν αφόρητο καθωσπρεπισμό. Πας να πεις μία λέξη και σου λένε «μη παρακαλώ! Δεν πρέπει να ακουστεί». Μα, είναι γραμμένη στον Μπαμπινιώτη, κυρία μου. Ξέρετε αυτό που ζητάμε αυτή τη στιγμή είναι να ξεθάψουμε τη Βλαχοπούλου για να ζητήσει συγγνώμη από τη Σούζη. Ενώ η Σούζη και τρώει και ψεύδεται» αναφέρει.

Στην τηλεόραση πάντως πρόκειται να επιστρέψει μέσω μίας σειράς μυθοπλασίας, όμως μία σατιρική εκπομπή δεν φαίνεται στον ορίζοντα, μολονότι όπως ακούγεται έχει δεχτεί κρούσεις. «Eχουν υπάρξει προτάσεις αλλά πάντα με περιορισμούς» επιβεβαιώνει. «Οπότε μια χαρά είναι το Διαδίκτυο και τα podcast που κάνω. Εκεί μου δίνεται πλήρης ελευθερία να πω ό,τι θέλω» σημειώνει με νόημα.

Εκλογές και νέοι

Στις εκλογές που έρχονται θα πάει να ψηφίσει. «Αν και άλλες φορές έχω επιλέξει την αποχή, σε αυτές θα δώσω το «παρών», ειδικά την πρώτη Κυριακή, γιατί θα είναι η πρώτη φορά που ο κόσμος θα εκφραστεί αναλογικά» αναφέρει. Βέβαια, όπως ξεκαθαρίζει, από τους πολιτικούς δεν περιμένει τίποτα. «Το σύστημα παραμένει αμετανόητα ίδιο και δεν έχει επηρεαστεί σχεδόν από καμία κυβέρνηση. Υπάρχουν μόνο ανεπαίσθητες αλλαγές. Είναι σαν τα λάστιχα από τις κιλότες της μητέρας μου, συγχωρήστε μου τη λέξη κιλότα, αλλά έτσι την έλεγε η μάνα μου. Μπορεί να τεντώνει το λάστιχο, αλλά πάλι κιλότα παραμένει».

Οπότε υπάρχει ελπίς; Στους νέους επιμένει. Μιλάει για τους μαθητές του στη δραματική σχολή «Τεχνών Εκατό» που δημιούργησε και δηλώνει πολύ θυμωμένος με το Προεδρικό Διάταγμα 85/2022, το οποίο έβγαλε τους καλλιτέχνες στον δρόμο με τα σωματεία να υποστηρίζουν ότι υποβαθμίζονται τα διπλώματά τους.

Εχει λοιπόν τη φήμη ότι στηρίζει τους νέους καλλιτέχνες. Σήμερα μάλιστα καμαρώνει για τον Χριστόφορο Παπακαλιάτη, αλλά και για τον Γιώργο Λάνθιμο. «Τον Χριστόφορο τον γνώρισα τυχαία» λέει. «Οταν σε ένα μεταμεσονύκτιο γύρισμα οι βοηθητικοί ηθοποιοί που είχαν έρθει από την παραγωγή κοιμόντουσαν όρθιοι, τηλεφώνησα σε μία φίλη μου και της ζήτησα αν μπορεί να έρθουν στο γύρισμα ο έφηβος γιος της και κάποιοι φίλοι του για να τους αντικαταστήσουν».

Ο νεαρός Χριστόφορος λοιπόν ήταν ανάμεσα στους φίλους αυτού του παιδιού που ήρθαν το βράδυ εκείνο κατευθείαν από το club. Του τράβηξε την προσοχή. «Ενώ οι υπόλοιποι ζητούσαν μόνο να φανούν στην κάμερα, εκείνος ήθελε να διαβάσει το σενάριο, έλεγε κάτι τέτοια περίεργα, θυμάμαι. Βρεθήκαμε μετά από μερικούς μήνες ξανά. Του ζήτησα να τον ακολουθώ επί δύο μήνες στις εξόδους του με την παρέα του. Κατέγραφα τα αστεία τους, τον τρόπο που μιλούσαν» λέει. Και έτσι γεννήθηκε ένας από τους «10 Μικρούς Μήτσους», ο Τζίμης με τον κολλητό του, τον Χριστόφορο, και μια ατάκα που άφησε εποχή: «πάμε πλατεία».

Τον Λάνθιμο πάλι τον θυμάται όταν τον γνώρισε να κάθεται σε έναν καναπέ με απλωμένα τα μακριά του πόδια. «»Σηκώνεσαι ποτέ από τον καναπέ;» τον ρώτησα. «Aν αξίζει, ναι» μου απάντησε. Αυτή του η κουβέντα με κέρδισε» λέει.

Οταν ξεκίνησε η συνεργασία τους, ο Λάνθιμος δούλευε στα παρασκήνια της παράστασής του και του ζήτησε να κάνει το backstage με δική του κάμερα. «Μόλις μου έδειξε τι είχε κάνει, κατάλαβα ότι αυτός θα γίνει κάτι μεγάλο. Πήρε αμέσως τη θέση βοηθού σκηνοθέτη στους «Μήτσους», ενώ κάναμε μαζί και την ταινία «Ο καλύτερός μου φίλος». Το να μπορείς να παρατηρήσεις, να αξιολογήσεις τον άλλον είναι σαν να ανοίγεις έναν δρόμο. Δεν είναι υποχρεωτικό ότι θα τον διανύσεις εσύ ολόκληρο, αλλά ο άνθρωπος πρέπει να έχει πάντα έναν ορίζοντα μπροστά του, και αυτός ο ορίζοντας μπορεί να φτιαχτεί μόνο σεβόμενος τη νέα γενιά».