Από το 1842 η Ελλάδα άρχισε να αντιδρά για την αρπαγή των γλυπτών του Παρθενώνα από τον λόρδο Έλγιν, και να προσδοκά την επιστροφή τους. Ο Αλέξανδρος Ραγκαβής, ως πρώτος Γενικός Γραμματέας της εν Αθήναις Αρχαιολογικής Εταιρείας, είχε διατυπώσει επίσημο αίτημα. Το 1982, 140 χρόνια αργότερα , η τότε Υπουργός Πολιτισμού Μελίνα Μερκούρη κήρυξε έναν αγώνα ζωής για την ανάκτηση των αρχαιοτήτων της Ελλάδας, προβάλλοντας με το κύρος και το πάθος που διέθετε αίτημα της ελληνικής κυβέρνησης για την επιστροφή των Γλυπτών.

Η εθνική αυτή προσπάθεια συνεχίστηκε το 2003 από τον Υπουργό Πολιτισμού Ευάγγελο Βενιζέλο, και ακολούθησαν προτάσεις διακεκριμένων νομικών για νομική διεκδίκηση των Γλυπτών, αλλά και ομόφωνο ψήφισμα της Unesco, που κάλεσε τη Βρετανία να αναθεωρήσει τη στάση της. Τέλος, από το 2021 ο Πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης έθεσε επίσημα το ζήτημα διακυβερνητικής συνεργασίας και διαλόγου για την επιστροφή των Γλυπτών.

Κατά τη μακρά διάρκεια των προσπαθειών της η Ελλάδα απέκτησε ένα νέο, σύγχρονο, αξιοθαύμαστο Μουσείο της Ακρόπολης. Το Μουσείο αναμφισβήτητα έφερε ένα πρώτο ικανοποιητικό αποτέλεσμα, καθώς το «θραύσμα Fagan» από το Μουσείο Antonino Salinas του Παλέρμο επανενώθηκε οριστικά στην ανατολική ζωοφόρο του Παρθενώνα σε αυτό το Μουσείο της Ακρόπολης.

Είναι βέβαιο ότι κάθε ενέργεια των Ελλήνων για την προβολή του πολιτισμού τους είναι αναγκαία, γιατί ο πολιτισμός αυτός της κλασικής αρχαιότητας αποτελεί το πιο πολύτιμο κεφάλαιο, που διαθέτει η χώρα μας. Ακόμα και σε ένα «παγκόσμιο» πλαίσιο, επισημαίνει ο ιταλός καθηγητής Σαλβατόρε Σέτις, το ελληνορωμαϊκό «κλασικό» διατηρεί, τουλάχιστον σε σχέση με κάθε άλλο ιστορικό πολιτισμό, μιαν ιδιαιτερότητα μοναδική και ανεπανάληπτη, η οποία καθιστά όλο και πιο αναγκαία τη γνώση του για την κατανόηση όχι μόνο της μακράς διάρκειας της ιστορίας αλλά και των συστατικών στοιχείων του σύγχρονου πολιτισμού, ιδιαιτέρως εκείνου που προέρχεται από την ευρωπαϊκή παράδοση. Δυστυχώς, όμως, στη σύγχρονη Ευρώπη φαίνεται να λησμονιούνται οι κλασικές αυτές αξίες.

Στη σύγχρονη Ελλάδα, εξάλλου, ο πολιτισμός δεν αποτελεί προτεραιότητα και χώροι ιστορικοί, που παραμένουν ανεκμετάλλευτοι, θα μπορούσαν διαχρονικά να αξιοποιηθούν προς όφελος και της εθνικής οικονομίας. Πρόσφατο παράδειγμα, που ήρθε στην επιφάνεια με τον θάνατο του τέως βασιλιά Κωνσταντίνου, είναι το κτήμα του Τατοΐου. Ανάλογοι χώροι, και λιγότερο αξιόλογοι, σε άλλες χώρες γίνονται αντικείμενο εκμετάλλευσης για οικονομική ευρωστία. Το Τατόι επί χρόνια εγκαταλελειμμένο, με αποκαΐδια τριγύρω, απαιτούσε ειδική… σκηνοθεσία για την επικήδεια τελετή! Διάβασα όμως πρόσφατα, ότι σύντομα θα υπογραφεί το μνημόνιο συνεργασίας ανάμεσα στο Υπουργείο Πολιτισμού και το Ίδρυμα «The Prince’s Foundation» της Βρετανίας, που προβλέπει την αποκατάσταση και τη λειτουργικότητα του κτήματος Τατοΐου. Ας ευχηθούμε και αυτή η ενέργεια να λειτουργήσει θετικά προς όφελος του πολιτισμού μας, και να συγκινήσει τους Βρετανούς για να υποχωρήσουν ώστε να μη παραμείνει τελικά ανεκπλήρωτο το όνειρο της αλησμόνητης Μελίνας.

Η κυρία Στέλλα Πριόβολου είναι ομότιμη καθηγήτρια, πρόεδρος Σώματος Ομοτίμων Καθηγητών ΕΚΠΑ, κοσμήτορας Δημοτικού Λαϊκού Πανεπιστημίου Αγ. Παρασκευής.