Τι γύρευαν επί ένα μήνα στις Φιλιππίνες οι δυο φανατικοί μουσουλμάνοι που αιματοκύλισαν την πιο φημισμένη παραλία της Αυστραλίας την περασμένη Κυριακή; Ο Σαντζίντ και ο Ναβίντ Ακράμ είχαν παραμείνει ολόκληρο το Νοέμβριο στις Φιλιππίνες, σε μια περιοχή που θεωρείται άντρο των τζιχαντιστών.
Δύο εβδομάδες μετά από την επιστροφή τους στην Αυστραλία, πατέρας και γιος εξαπέλυσαν την τρομοκρατική επίθεση εναντίον πλήθους Εβραίων που συμμετείχαν σε θρησκευτική γιορτή στην παραλία Μποντάι σκοτώνοντας 15 και τραυματίζοντας δεκάδες ανθρώπους.
Ο 50χρονος Σαντζίντ και ο 25χρονος Ναβίντ είχαν πάει αεροπορικώς από το Σίδνεϊ στη Μανίλα και από εκεί στην πόλη Νταβάο, στη νήσο Μιντανάο, ο πρώτος με διαβατήριο Ινδίας και ο δεύτερος με διαβατήριο Αυστραλίας. Οι αρχές των Φιλιππίνων και της Αυστραλίας προσπαθούν τώρα να διακριβώσουν τις κινήσεις και τις επαφές τους καθώς εκφράζουν τη βεβαιότητα ότι δεν επρόκειτο για ταξίδι αναψυχής (από την 1η έως την 28η Νοεμβρίου).
Αδίστακτοι εκτελεστές
Αντίθετα, υπάρχει φόβος ότι θα ακολουθήσουν επιθέσεις και άλλων τζιχαντιστών στη μία ή στην άλλη χώρα ή και στις δύο, οργανωμένες από το ίδιο κέντρο. Στελέχη της αντιτρομοκρατικής θεωρούν πιθανό ότι ο πατέρας και ο γιος, κατά την παραμονή τους στις Φιλιππίνες, έλαβαν ταχύρρυθμη στρατιωτική εκπαίδευση και πνευματική καθοδήγηση ώστε να γίνουν αδίστακτοι εκτελεστές.
Επί δεκαετίες οι αρχές των Φιλιππίνων προσπαθούν να ξεριζώσουν τις εξτρεμιστικές οργανώσεις από το νησί Μιντανάο των 20 εκατομμυρίων κατοίκων, από το αρχιπέλαγος Σούλου καθώς και από άλλα νησιά του νότου, όπου το Ισλάμ ήταν παρόν πριν ακόμα φτάσει εκεί ο χριστιανισμός με τα πλοία του Μαγγελάνου το 1521. Σε αυτά τα νησιά κατοικεί το μεγαλύτερο μέρος της μουσουλμανικής μειονότητας των Φιλιππίνων που αριθμεί σχεδόν 7 εκατομμύρια (6,5% του πληθυσμού) σύμφωνα με την απογραφή του 2020.
Η αντιπαράθεση αιώνων ανάμεσα στο Ισλάμ και στον Καθολικισμό ήταν το πρόσφορο έδαφος για την ανάπτυξη αυτονομιστικών ισλαμικών κινημάτων από τη δεκαετία του 1970 και πιο πρόσφατα για τη διάδοση της προπαγάνδας πρώτα της Αλ Κάιντα, κατόπιν του Ισλαμικού Κράτους.
Η μεγαλύτερη από τις τζιχαντιστικές οργανώσεις των Φιλιππίνων είναι η Αμπού Σαγιάφ που έχει στο ενεργητικό της βομβιστικές επιθέσεις, αποκεφαλισμούς, απαγωγές ξένων υπηκόων. Το 2014 ο τότε ηγέτης της οργάνωσης, Χαπιλόν, δήλωσε πίστη στο Ισλαμικό Κράτος και ορίστηκε «εμίρης» της νοτιανατολικής Ασίας. Τζιχαντιστές από την Ινδονησία, τη Μαλαισία, την Υεμένη, τη Σαουδική Αραβία, ακόμα και από την Τσετσενία πολέμησαν στις Φιλιππίνες, ενώ Φιλιππινέζοι τζιχαντιστές αναγνωρίστηκαν σε βίντεο του Ισλαμικού Κράτους στη Συρία.
Ορόσημο για τη δράση της οργάνωσης ήταν η επίθεση στην πόλη Μαράουϊ το 2017. Η πόλη των 200.000 κατοίκων, κυρίως μουσουλμάνων, απολάμβανε ειδικό καθεστώς αυτοδιοίκησης, όπως την ισχύ της σαρία (ισλαμικού νόμου) για τους μουσουλμάνους.
Επί χρόνια επαφές με ισλαμιστές
Ο στρατός χρειάστηκε πέντε μήνες για να ανακαταλάβει την πόλη, μετά από σφοδρούς βομβαρδισμούς από ξηράς και αέρος. Ο τότε πρόεδρος Ντουτέρτε κήρυξε στρατιωτικό νόμο σε όλο το Μιντανάο ενώ υποσχέθηκε πλήρη ασυλία στους στρατιώτες αρκεί να μην άφηναν ζωντανό κανέναν τζιχαντιστή.
Πολλά ηγετικά στελέχη της Αμπού Σαγιάφ σκοτώθηκαν σε μάχες με το στρατό, η οργάνωση αραίωσε τις επιθέσεις όμως παρέμεινε ενεργή. Τον Δεκέμβριο του 2023 βομβιστής αυτοκτονίας ανατινάχτηκε στη διάρκεια καθολικής λειτουργίας στο πανεπιστήμιο του Μαράουι σκοτώνοντας 4 ανθρώπους και τραυματίζοντας 50. Έναν χρόνο αργότερα μαχητές της οργάνωσης σκότωσαν σε ενέδρα τρεις άνδρες των δυνάμεων ασφαλείας, παρότι ο στρατός είχε ανακοινώσει τη διάλυση της Αμπού Σαγιάφ και ορισμένα μέλη της είχαν καταθέσει τα όπλα στο πλαίσιο προγράμματος αναμόρφωσης και κοινωνικής επανένταξης.
Παραμένει άγνωστο αν οι δράστες της επίθεσης στο Σίδνει συναντήθηκαν στις Φιλιππίνες με στελέχη της Αμπού Σαγιάφ ή άλλης τζιχαντιστικής οργάνωσης και αν έλαβαν συγκεκριμένες εντολές. Το βέβαιο είναι ότι ο υιός Ακράμ είχε επί χρόνια επαφές με ακραίους ισλαμιστές στην Αυστραλία αλλά δεν θεωρήθηκε επικίνδυνος από τις αρχές ενώ ο πατέρας Ακράμ κατείχε νόμιμα καραμπίνες τις οποίες χρησιμοποίησαν και οι δυο τους με χαρακτηριστική άνεση.






