Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ενημέρωσε ο ευρωβουλευτής και μέλος της κοινοβουλευτικής αντιπροσωπείας στην Παγκόσμια Διάσκεψη για το κλίμα που ολοκληρώθηκε την στο Μπελέμ της Βραζιλίας, Νικόλας Φαραντούρης. Το βασικό αίτημα στην COP30 ήταν η απεξάρτηση από τα ορυκτά καύσιμα με έντονες διαφοροποιήσεις μεταξύ των κρατών και των αντιπροσωπειών τους.

Σύμφωνα με όσα είπε «η Ευρώπη πρέπει να βγει μπροστά και να ηγηθεί της παγκόσμιας προσπάθειας. Πρέπει να μετατρέψει αυτή τη συγκυρία σε ευκαιρία γεωπολιτικής καινοτομίας και αυτονομίας, τόσο για λόγους περιβαλλοντικούς όσο και για λόγους γεωπολιτικούς. Τόσο, δηλαδή, για την προστασία του πλανήτη, της βιοποικιλότητας και των επόμενων γενεών. Όσο και επειδή η Ευρώπη δεν διαθέτει αρκετούς ορυκτούς πόρους ώστε να είναι αυτάρκης και άρα η εξάρτηση από τις εισαγωγές ορυκτών καυσίμων διαιωνίζει την οικονομική και πολιτική μας εξάρτηση».

Μια σύνοδος σε βαθιά κρίση

«Βρεθήκαμε σύντομα σε αχαρτογράφητα νερά», συμπλήρωσε ο κ. Φαραντούρης. «Στο προσχέδιο απόφασης που κυκλοφόρησε η προεδρία δεν υπήρχε καμία αναφορά στα ορυκτά καύσιμα – ούτε σε μείωση (phase-down), ούτε σε κατάργηση (phase-out)».

Η ΕΕ αντέδρασε και το απέρριψε ως «απαράδεκτα αδύναμο». Ακολούθησαν απειλές αποχώρησης από τις ευρωπαϊκές αντιπροσωπείες, ενώ στη σκηνή έβγαιναν διαρροές για έναν άτυπο συνασπισμό κρατών που επιχειρούσαν να «θάψουν» κάθε αναφορά στην απεξάρτηση από τα ορυκτά καύσιμα. Κάποιες χώρες όπως η Ρωσία, η Σαουδική Αραβία και η Ινδία επιχείρησαν να μπλοκάρουν το κείμενο προκαλώντας αντιδράσεις, τις οποίες η Βραζιλία ως οικοδέσποινα προσπάθησε να αμβλύνει.

Τα σημεία αντιπαράθεσης

Α. Ορυκτά καύσιμα

Το κρίσιμο ερώτημα που ταλάνισε τις αντιπροσωπείες ήταν εάν θα δεσμευθεί η διεθνής κοινότητα για κατάργηση των ορυκτών καυσίμων. Η ΕΕ επεδίωξε σαφές, καθαρό «phasing out of fossil fuels». Οι ΗΠΑ δεν εκπροσωπήθηκαν επισήμως και απέφυγαν να τοποθετηθούν με σαφήνεια, λόγω αλλαγής πολιτικών προτεραιοτήτων της νέας κυβέρνησης Τραμπ. Η Κίνα υποστήριξε μόνο «phase-down», δηλαδή βαθμιαία μείωση. Γενικά, οι πετρελαιοπαραγωγοί του ΟPEC μπλόκαραν κάθε ρητή δέσμευση.

Σύμφωνα με τον κ. Φαραντούρη, «το χάσμα ήταν τόσο βαθύ ώστε οι διαπραγματευτές δεν μιλούσαν την ίδια πολιτική γλώσσα».

Β. Κλιματική χρηματοδότηση

Οι αναπτυσσόμενες χώρες προσήλθαν με μεγάλες προσδοκίες. Ωστόσο, καμία δεν δέχτηκε να θέσει συγκεκριμένα όρια για χρηματοδότηση μετά το 2030, ο δε στόχος για χρηματοδότηση προσαρμογής μειώθηκε σχεδόν στο μισό με τις ευάλωτες χώρες να κάνουν λόγο για «ανισότητα κι όχι δικαιοσύνη».

Γ. Η κλιματική γεωπολιτική

Σύμφωνα με τον κ. Φαραντούρη, «η COP30 ανέδειξε ένα βαθύ κενό στην παγκόσμια ηγεσία: Οι ΗΠΑ έχουν στραφεί σε πολιτικές που ευνοούν τη χρήση των δικών τους ορυκτών καυσίμων. Η Κίνα προτίμησε χαμηλούς τόνους και μικρές δεσμεύσεις. Και η ΕΕ είναι η μόνη που πήρε θέση αρχών, αλλά χωρίς συμμάχους.
Η ΕΕ εμφανίστηκε απομονωμένη, αλλά ηθικά αναβαθμισμένη. Προσπάθησε να συγκρατήσει τις φυγόκεντρες δυνάμεις, αλλά ο υπόλοιπος κόσμος ήταν μοιρασμένος, λόγω μεγάλων οικονομικών προβλημάτων και ανισοτήτων».

Όπως επεσήμανε ακόμη «στο Μπελέμ έγινε εμφανές ότι το βάρος της προστασίας του περιβάλλοντος είναι δυσβάσταχτο για τις φτωχότερες χώρες. Οι μη προνομιούχοι ήδη σηκώνουν δυσανάλογα βάρη από την ακρίβεια, την ενεργειακή φτώχεια και τις κοινωνικές ανισότητες. Μια επιπλέον οικονομική επιβάρυνση θα βάθαινε ακόμη περισσότερο αυτές τις ανισότητες. Δεδομένου ότι οι οικονομικά ισχυρότεροι έχουν ιστορικά ωφεληθεί περισσότερο από το σύστημα που βασίστηκε στα ορυκτά καύσιμα, είναι δίκαιο –και πιο αποτελεσματικό κοινωνικά– να συμβάλουν περισσότερο στη μετάβαση σε ένα καθαρότερο και βιώσιμο μέλλον».

Η Ευρωπαϊκή Ένωση για το Κλίμα

Ο Έλληνας ευρωβουλευτής τόνισε επίσης πως «η Ευρώπη έχει σημειώσει σημαντική πρόοδο στο ζήτημα της αποανθρακοποίησης, έχοντας ήδη μειώσει τις εκπομπές της κατά σχεδόν 40% από το 1990. Είναι σε τροχιά επίτευξης του στόχου –55% καθαρές εκπομπές, που έχει θέσει για το 2030, ενώ παράλληλα το ΑΕΠ αυξήθηκε κατά 70%, αποδεικνύοντας ότι κλιματική δράση και ανάπτυξη μπορούν να συμβαδίσουν, ενώ και τα κράτη μέλη της ΕΕ συμφώνησαν στην υποβολή της Εθνικά Καθορισμένης Συνεισφοράς (NDC) για τους ρύπους για το 2035 με στόχο -66,25% έως -72,5%. Στον τομέα της προσαρμογής, η Επιτροπή ετοιμάζει Ευρωπαϊκό Σχέδιο Διαχείρισης Κινδύνων & Ανθεκτικότητα μέχρι το 2026 με στόχος για το 2040, -90%».

Η ΕΕ παραμένει ο μεγαλύτερος χρηματοδότης για τις αναπτυσσόμενες χώρες. «Η Ευρώπη μπορεί να διαμορφώσει και να οδηγήσει τη διεθνή ατζέντα για το μέλλον του πλανήτη, να βγει απ’ το καβούκι της και να αποκτήσει διεθνή ρόλο. Πρέπει όμως να επιλέξει ενεργειακή και γεωπολιτική αυτονομία. Αναγνωρίζω ως θετικό την πρόοδο στη χρηματοδότηση προσαρμογής, από την άλλη όμως διαπιστώνω ότι οι δεσμεύσεις στο τελικό κείμενο, ιδιαίτερα για τα ορυκτά καύσιμα, είναι ανεπαρκείς και διστακτικές. Η Ευρώπη μπορεί να είναι αυτή εξελιχθεί σε ηγέτιδα δύναμη ευθύνης», προσέθεσε.

Στην Τουρκία η επόμενη COP31

Παρεμπιπτόντως, η Τουρκία κέρδισε τη διοργάνωση της επόμενης Παγκόσμιας Διάσκεψης του ΟΗΕ για το Κλίμα, την COP31, αφήνοντας εκτός νυμφώνος την Αυστραλία και επιβεβαιώνοντας τα μεγαλεπήβολα σχέδια του Ερντογάν.

Η Τουρκία έδωσε μάχη και έπεισε την πλειοψηφία των συμμετεχόντων ότι αξίζει την ευκαιρία να ηγηθεί της προσπάθειας για το κλίμα, παρά το γεγονός ότι η ίδια βασίζεται στη χρήση ορυκτών καυσίμων κατά 85%, με αυξητικές τάσεις. Η ελληνική κυβέρνηση, αντίθετα, σύμφωνα με τον κ. Φαραντούρη, «δεν έστειλε ούτε έναν υπουργό σε αντίθεση με τις περισσότερες χώρες της ΕΕ και όλου του πλανήτη που εκπροσωπήθηκαν στο ανώτατο επίπεδο όπως η Γερμανία, από τον καγκελάριο Μερτζ».

Ο Έλληνας ευρωβουλευτής κατέληξε ότι «η επιτυχία της Τουρκίας επαναφέρει το ερώτημα: γιατί να μην βγει η χώρα μας μπροστά. Μια ευρωπαϊκή χώρα του Νότου με προβλήματα ξηρασίας, λειψυδρίας, ερημοποίησης, γιατί να είναι απούσα απ’ τις μεγάλες διοργανώσεις που δίνουν κύρος και διαμορφώνουν τις παγκόσμιες εξελίξεις. Προσωπικά, εκπροσώπησα το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο με περηφάνια αλλά αισθάνθηκα ότι εκπροσωπώ και την πατρίδα μου που κάποιοι την θέλουν απλό μεταπράτη ή σιωπηλό και δεδομένο σύμμαχο στη γωνιά της. Δεν είδα κανένα απ’ τα υφιστάμενα κόμματα του ελληνικού κοινοβουλίου να ενδιαφέρεται να το ενημερώσω για όσα συνέβησαν στο Μπελέμ, σε αντίθεση με το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο που ζήτησε αναλυτική ενημέρωση. Γιατί; Ας βγάλει ο καθένας τα συμπεράσματά του».