«Δεν νιώθουμε έξω από την εποχή μας – το αντίθετο, προβαίνουμε διαρκώς σε επονείδιστους συνειρμούς με αυτήν. Το συναίσθημα αυτό της ντροπής είναι από τα ισχυρότερα κίνητρα της φιλοσοφίας. Δεν είμαστε υπεύθυνοι για τα θύματα, αλλά είμαστε υπόλογοι απέναντί τους.

Και ο μόνος τρόπος για να ξεφύγουμε από το όνειδος είναι να κάνουμε το ζώο (γρυλίζοντας, σκάβοντας, χλιμιντρίζοντας, παθαίνοντας σπασμούς): μερικές φορές η σκέψη χαρακτηρίζει περισσότερο το ζώο που πεθαίνει παρά τον ζώντα άνθρωπο, έστω κι αν είναι δημοκράτης».

Ζώο, αδύνατον! Δεν μ’ αφήνουν να αγιάσω τα γράμματα, οι υποσημειώσεις, ο Λακάν και οι αναφορές.

Οπότε, αυτή η παράγραφος του Ντελέζ («Τι είναι φιλοσοφία;») που αντέγραψα, εις μάτην με παρακινεί να γρυλίσω.

Αν όμως ήμουν στη θέση του Χαρίτση και του Γαβριήλ, θα γάβγιζα (κυριολεκτώ) προς τη Ζωή .

Καλά -καλά δεν έγινε το κόμμα της Νέας Αριστεράς και άρχισαν ο τροχιοδεικτικές βολές μεταξύ Χαρίτση και Σακελλαρίδη. Διαφωνούν με τον καλλιεπέστερο δυνατό τρόπο θαρρώντας πως τους ακούει ο κόσμος και όχι μόνο τα ξύλα. Διότι όσο κι αν η γλώσσα τους είναι προσεγμένη δεν παύει να είναι (ακόμη) ξύλινη. Θύματα της πολιτικής ορθότητας και οι ίδιοι, γιατί δεν κάνουν ένα βήμα μπροστά για να απαντήσουν «στις κοινές μας αγωνίες» όπως είπε ο Σακελλαρίδης;

Αλλά το βήμα αυτό πρέπει να γίνει πρώτα στο κεφάλι τους, στους νευρώνες ισχύος οι οποίοι, μετά τα υπουργεία, χρειάζονται ρεκτιφιέ. Ο Τσίπρας, που το μυρίστηκε, έπιασε τη (Βίπερ) Νόρα από τα μαλλιά ξεκατινιάζοντας εμμέσως τον Παππά και τα βοσκοτόπια.

Το «πραγματικό ερώτημα» (εξουσίας) το έθεσε ο Σακελλαρίδης μιλώντας για τον ελέφαντα στο δωμάτιο, ο οποίος δεν είναι ο Μητσοτάκης αλλά ο Τσίπρας.

Το Βίπερ Νόρα του Τσίπρα με τη φλυαρία επτακοσίων σελίδων δεν τον αφήνει να πει με το όνομα της την «ταμπακιέρα», να μιλήσει στη γλώσσα του κοσμάκη και όχι του θεσμού: ποιος και με ποιον στην προσεχή Βουλή-βολή εκλέγεται βουλευτής, (συν)εργαζόμενος με ποιόν;

Με τον Τσίπρα ή τον Βαρουφάκη;

Τι κώλυμα είναι αυτό; Ή μήπως κάλυμμα μιας θέλησης για δύναμη; Αλτρουισμός/ Αλτουσερισμός; Και τα δύο- ανθρώπινα πολύ ανθρώπινα.

Και οι θεσμοί τι είναι; Ο Τασούλας;

Το κοινωνικό συμβόλαιο; Και σε ποια ζούγκλα; Με τι όπλο;

Επικαλούμαι μια «εξουσία- ικανότητα των συνηθισμένων ανθρώπων να ανακαλύπτουν τρόπους δράσης για τα κοινά», όπως θα έλεγε ο Ζακ Ρανσιέρ. Αυτό νομίζω είναι και το μόνο όπλο.

Γιατί να μη δεχτούμε λοιπόν οτι η αντιπροσωπευτική Δημοκρατία των κομμάτων δεν είναι στη πραγματικότητα παρά μια άλλη, ολιγαρχική μορφή. Ένας τρόπος αντιπροσώπευσης «από μια μειοψηφία που λειτουργεί ως πληρεξούσιος του κεφαλαίου».

Η πολιτική είναι, αυστηρά μιλώντας, «αναρχική»; Δηλαδή «χωρίς θεμέλιο»; όπως το ισχυρίστηκε ο Ντάνιελ Μπενσαΐντ;

Όχι ακριβώς. Θεμέλιο υπάρχει. Είναι ο “βράχος του ευνουχισμου”. Τι είναι ο βράχος

του ευνουχισμού; Ρώτησα, για να μην πολυλογώ, τον ΑΙ και μου είπε επί λέξει τα εξής:

«Ο Λακάν, υιοθετώντας μια δομική και γλωσσολογική προσέγγιση, επιχειρεί να λύσει το ζήτημα του «βράχου του ευνουχισμού» μέσω της θεωρίας του. Για τον Λακάν ο ευνουχισμός δεν είναι βιολογικό ζήτημα απώλειας ενός πραγματικού οργάνου, αλλά μια συμβολική λειτουργία. Συνδέεται με την είσοδο του υποκειμένου στη γλώσσα και τον Πολιτισμό, μέσω της πατρικής απαγόρευσης (το όνομα-του-Πατρός).

Αυτό που βιώνεται δεν είναι η έλλειψη του πέους, αλλά η έλλειψη της έλλειψης (η έλλειψη ενός φαντασιακού, παντοδύναμου αντικειμένου), η οποία γεννά το άγχος.

Ο Λακάν, επομένως, δεν θεωρεί τον ευνουχισμό ως ένα ανυπέρβλητο εμπόδιο που καθιστά την ανάλυση μη περατή, αλλά ως κεντρικό στοιχείο της υποκειμενικής δομής, το οποίο η ανάλυση μπορεί και πρέπει να διαχειριστεί».

Υποστηρίζω λοιπόν, ή μάλλον φαντασιώνομαι, μια Νέα Αριστερά, όχι ως βραχμανική Αριστερά του ζεν, αλλά ως μέλλον – Αριστερά του ζειν, αφού οι φροϋδιστές, μετά τον θάνατο του Σαββόπουλου, δεν πρόκειται να ‘ρθουν στην εξουσία.

Και το μέλλον της μέλλουσας; Ο Δημήτρης Τζανακόπουλος το ξέρει: ΔΕΝ διαρκεί πολύ.

Για μένα όμως, υπάρχει ένα μέλλον που διαρκεί: η εικόνα μιας νέας, σοβαρής γυναίκας, της ‘Εφης Αχτσιόγλου, με υψωμένη τη γροθιά στο πεζοδρόμιο, μετά την ήττα της από τον απερίγραπτο που εξέλεξε η «βάση».

Ποιά «βάση»;

Θα ήταν σα να ρωτούσα: «..μα ποια πάπια;», πρόεδρε Αλέξη Χαρίτση