«Περί προστασίας της τιμής του πολιτικού κόσμου της χώρας», ήταν ο τίτλος του πρώτου νόμου (4351/1964) για το «Πόθεν Έσχες» ο οποίος ψηφίστηκε επί των ημερών της διακυβέρνησης της χώρας από τον Γεώργιο Παπανδρέου.

«Σπάνιαι είναι αι περιπτώσεις καταχρήσεως της εξουσίας και αθεμίτου πλουτισμού. Αλλά αυταί πρέπει να κολάζωνται αυστηρώς προς προστασίαν της τιμής του πολιτικού κόσμου», αναφερόταν χαρακτηριστικά στην εισηγητική έκθεση εκείνου του νομοσχεδίου που έγινε νόμος του κράτους τον Αύγουστο του 1964 και άρχισε να εφαρμόζεται από την άνοιξη του 1965.

Έξη ολόκληρες δεκαετίες αργότερα και έπειτα από πάμπολλες τροποποιήσεις που υπέστη εκείνος ο πρώτος εμβληματικός νόμος, το μόνο βέβαιο συμπέρασμα που εξάγεται από τη χθεσινή δημοσιοποίηση των δηλώσεων περιουσιακής κατάστασης του πολιτικού προσωπικού της χώρας είναι ότι ο τρόπος που το ίδιο το Κοινοβούλιο χειρίζεται την υπόθεση του λεγόμενου «πόθεν έσχες» όχι μόνον δεν προστατεύει την τιμή του πολιτικού κόσμου, αλλά μάλλον τη δυσφημεί.

Η συγκεκριμένη επισήμανση δεν είναι ένας ακόμη λαϊκίστικός αφορισμός για να ικανοποιήσει την εν πολλοίς εμπεδωμένη αντίληψη της κοινής γνώμης που εμπεριέχεται στο στερεότυπο «κόρακας κοράκου μάτι δεν βγάζει».

Εδράζεται, αντιθέτως, στην παραδοχή που κάνει η ίδια η Επιτροπή Ελέγχου ότι οι Δηλώσεις Περιουσιακής Κατάστασης «Πόθεν Έσχες» που αναρτήθηκαν, χθες (Δευτέρα 29 Σεπτεμβρίου 2025), είναι των ετών 2023 και 2024 (χρήσεις 2022 και 2023).

Παραδέχονται ότι δεν τις έλεγξαν

Κάθε καλόπιστος αναγνώστης του σχετικού δελτίου Τύπου που εξέδωσε η Επιτροπή Ελέγχου, στην οποία προεδρεύει ο αντιπρόεδρος του Κοινοβουλίου Θανάσης Μπούρας και η πλειονότητα των συμμετεχόντων είναι δικαστικοί λειτουργοί, θα υπέθετε, ευλόγως νομίζω, ότι η καθυστέρηση οφειλόταν στον προαπαιτούμενο έλεγχο των δηλουμένων από τους εκατοντάδες υπόχρεους (βουλευτές, ευρωβουλευτές, εξωκοινοβουλευτικοί υπουργοί, δήμαρχοι, περιφερειάρχες και υπεύθυνοι οικονομικών των κομμάτων, καθώς και οι σύζυγοι όλων αυτών).

Δεν είναι έτσι, όμως. Τα πράγματα είναι πολύ χειρότερα. Διότι στην επίσημη ανακοίνωση που αναρτήθηκε στον ιστότοπο της Βουλής των Ελλήνων αναφέρεται ρητά και κατηγορηματικά ότι οι δηλώσεις δημοσιοποιούνται «ανέλεγκτες, όπως κατατέθηκαν». Γιατί άραγε;

Η Βουλή, όπως είναι γνωστό εδώ και χρόνια σε όσους παρακολουθούμε τα δρώμενα της τρέχουσας πολιτικής, έχει διαθέσει στην Επιτροπή Ελέγχου των Δηλώσεων Περιουσιακής Κατάστασης μια πλειάδα ορκωτών λογιστών οι οποίοι είναι επιφορτισμένοι με το καθήκον να ελέγχουν -επ΄ αμοιβή, εννοείται- τις δηλώσεις μόλις κατατίθενται και πριν αυτές δοθούν στη δημοσιότητα.

Οπότε, δικαίως του λόγου, τίθεται το ερώτημα: Πως είναι δυνατόν στην εποχή της Τεχνητής Νοημοσύνης να καθυστερεί τόσο πολύ ο προβλεπόμενος από τη νομοθεσία -που το ίδιο το Κοινοβούλιο θέσπισε- έλεγχος επί δηλώσεων, οι οποίες θεωρητικώς έπρεπε να είχαν υποβληθεί πριν από ένα ή δύο χρόνια;

Και επιπλέον: Πότε, επιτέλους, θα ελεγχθούν αυτές οι δηλώσεις ώστε να μάθουμε, εκτός από την παράθεση του «έσχες», που δεν ξέρουμε αν είναι αληθές ή ψευδές, και το «πόθεν»;

Δηλαδή την προέλευση των προκλητικών περιουσιακών στοιχείων που αποκτά μια μειοψηφία του πολιτικού προσωπικού και η οποία είναι σε κάποιες περιπτώσεις προφανές ότι δεν προέρχεται από προηγούμενη εργασία ή έστω κληρονομιά ή… προίκα από πλούσιο γάμο.

Για να είμαστε, ωστόσο, ακριβοδίκαιοι πρέπει να αναγνωρίσουμε ότι δεν έχει ολόκληρο το πολιτικό σύστημα την ίδια ευθύνη για την όλο και πιο προσχηματική εφαρμογή κατά τα τελευταία χρόνια του θεσμού του «πόθεν έσχες».

«Συγκάλυψη» και «διαφθορά»

Το μεγαλύτερο βάρος για την απροσχημάτιστη παραβίαση των κανόνων πίπτει επί των ώμων της σημερινής κοινοβουλευτικής πλειοψηφίας και στην πραγματικότητα της ίδιας της κυβέρνησης, η οποία ανέλαβε το τιμόνι της χώρας με βαρύγδουπες διακηρύξεις για εμπέδωση της διαφάνειας και των ελεγκτικών διαδικασιών στον δημόσιο βίο.

Στην πραγματικότητα συνέβη το ακριβές αντίθετο. Οι εστίες αδιαφάνειας πολλαπλασιάστηκαν και η κοινή γνώμη το διαπιστώνει και το διακηρύσσει σε κάθε ευκαιρία. Είναι ευτυχής σύμπτωση ότι την ημέρα που δόθηκαν στη δημοσιότητα οι «ανέλεγκτες» δηλώσεις «πόθεν έσχες» των πολιτικών έβλεπε το φως και μια δημοσκόπηση που τα ευρήματα της αποτελούν ισχυρότατο «κόλαφο» για τη σημερινή κυβέρνηση.

Ειδικότερα, στο ερώτημα (της μέτρησης της εταιρίας Alco για τον τηλεοπτικό σταθμό Alpha) για το τι χαρακτηρίζει καλύτερα την κυβέρνηση ανάμεσα στις λέξεις «συγκάλυψη» και «διαφάνεια», το 74% απαντά το πρώτο και μόλις το 14% το δεύτερο. Επίσης ανάμεσα στις λέξεις «διαφθορά» και «εντιμότητα» το 70% απαντά το πρώτο και -πάλι- το 14% υποδεικνύει το δεύτερο.

Υπό αυτή τη συνθήκη, λοιπόν, δεν νομίζω ότι έχουμε χρεία άλλων μαρτυριών για το ποιος, σύμφωνα με τον ορισμό της δεκαετίας του 1960, (δεν) προστατεύει την «τιμή του πολιτικού κόσμου». Οι δηλώσεις «πόθεν έσχες», που είδαν το φως της δημοσιότητας, το έδειξαν πολύ παραστατικά.