Ο «Ενοικος», ο «Λόγος» και ο πρώτος Τζέμς Μποντ, είναι ταινίες της εβδομάδας που αξίζουν την προσοχή σας πολύ περισσότερο από τις ισάριθμές νέες παραγωγές που προβάλλονται από σήμερα στις αίθουσες.

Οι νέες ταινίες

«Ο τιμωρός» (She rides shotgun)

Παραγωγλη: ΗΠΑ, 2024

Σκηνοθεσία: Νικ Ρόουλαντ

Ηθοποιοί: Τάρον Ετζερτον, Ανα Σοφία Χέγκερ

Ιστορία ενηλικίωσης στην συσκευασία περιπέτειας περιπλάνησης, ο «Τιμωρός» του Νικ Ρόουλαντ θέλει τον Τάρον Ετζερτον στον ρόλο του πρώην κατάδικου που προσπαθεί να γεφυρώσει την σχέση με την ανήλικη κόρη του (Ανα Σοφία Χέγκερ) μετά τον μυστηριώδη θάνατο της μητέρας της (για τον οποίο ενδεχομένως ευθύνεται ο ίδιος).

Η περιπλάνηση πατέρα – κόρης στα δύσκολα «χωράφια» της αμερικανικής επαρχίας και ενώ βρίσκονται στο στόχαστρο τόσο δολοφόνων όσο και ενός καλοπροαίρετοu πράκτορα του FBI που τους καταδιώκει (Ρομπ Γιανγκ) είναι κινηματογραφημένη με ζωντάνια και τα «απαραίτητα» ξεσπάσματα βίας που βεβαίως, κάπου τα περιμένεις, κρίνοντας από το άγριο περιεχόμενο μιας ιστορίας του τύπου «μόνος εναντίον όλων».

Γενικότερα όμως η ταινία του Νικ Ρόουλαντ διακρίνεται από έναν έντονο αέρα σύγχρονου γουέστερν – εξάλλου, ο όρος «Riding Shotgun» που διαβάζουμε στον πρωτότυπο τίτλο παραπέμπει στον οπλισμένο συνοδηγό αμαξών στην εποχή του Φαρ Γουέστ.

Το σκοτεινό παρελθόν του πατέρα με τον υπόκοσμο που θα οδηγήσει στην σύγκρουση με τον «βαρόνο» του εγκλήματος της περιοχής (τον υποδύεται ο σπουδαίος ρολίστας Τζον Κάρολ Λιντς) προσφέρουν το έδαφος για μια βίαιη κλιμάκωση στο ύφος της «Αγριας συμμοράς» του Σαμ Πέκινπα. Σε έναν ρόλο πολύ διαφορετικό από τον κομψό, ευγενή πράκτορα του franchise «Kingsman» μέσω του οποίου έγινε, κατ’ αρχάς, γνωστός, ο Τάρον Ετζερτον δίνει εδώ μια ερμηνεία θαρραλέα και απρόβλεπτη – στην αρχή μάλιστα δύσκολα τον αναγνωρίζεις. Αυτός τελικά είναι το Α και το Ω της ταινίας που χωρίς να χαίρει ιδιαίτερης σεναριακής πρωτοτυπίας ακολουθεί καλά τους κώδικες του ειδους της.

Βαθμολογία: 2 ½

ΑΘΗΝΑ: ΦΙΛΟΘΕΗ (ΔΕΥΤ-ΤΕΤ) – ΧΛΟΗ – ΨΥΧΙΚΟ – ΓΑΛΑΤΣΙ – ΣΠΟΡΤΙΝΓΚ – OPTIONS IΛION – OPTIONS ΓΛΥΦΑΔΑ κ.α. ΘΕΣ/ΚΗ: CINEΜΑ ΟΝΕ (ΔΕΥΤ-ΤΕΤ) – OPTIONS MAKEΔONIA

***

«Διαμάντια» (Diamanti)

Παραγωγή: Ιταλία, 2024

Σκηνοθεσία: Φερζάν Όζπετεκ

Ηθοποιοί: Λουίζα Ρανιέρι, Τζασμίν Τρίνκα, Στέφανο Ακόρσι

Ο τίτλος της ταινίας αναφέρεται στο γυναικείο επιτελείο ενός ιταλικού οίκου ραπτικής στην δεκαετία του 1970 ο οποίος συνεργάζεται με κινηματογραφικές παραγωγές. Με άξονα την συμμετοχή του οίκου στην δημιουργία μιας ταινίας εποχής που ετοιμάζεται, παρακολουθούμε τις ιστορίες διαφόρων προσώπων που εργάζονται εκεί.

Παράλληλα, ο σκηνοθέτης Φερζάν Όζπετεκ μεταφέρει την ιστορία στο σήμερα, μέσα από την προσπάθεια ενός άλλου σκηνοθέτη να τιμήσει αυτά τα πρόσωπα με μια ταινία. Ετσι τα «Διαμάντια» αποκτούν την εικόνα ενός κολάζ τύπων γυναικών τις οποίες παρακολουθούμε να αντιμετωπίζουν διάφορα προβλήματα, από την ανατροφή ενός εσωστρεφούς, μοναχικού παιδιού, μέχρι την ενδοοικογενειακή βία και από την ερωτική σχέση μιας μεγάλης γυνάικας με έναν νεότερό της μέχρι την περίπλοκη σχέση των δύο αδελφών που έχουν την ευθύνη του οίκου.

Κάποιες ιστορίες είναι πιο ενδιαφέρουσες από τις άλλες, κάποιες είναι μάλλον αδιάφορές ενώ ο άξονας θα παραμείνει πάντα η δημιουργία της κινηματογραφικής μαγείας μέσα από απολύτως πραγματιστικές καταστάσεις. Το εγχείρημα κινεί την περιέργεια αλλά στο σύνολό της η ταινία δεν παύει να θυμίζει τηλεοπτική μίνι σειρά – και όντως έτσι θα λειτουργούσε καλύτερα λαμβανομένου υπόψη ότι η διάρκειά της είναι δύο ώρες και ένα τέταρτο.

Βαθμολογία: 2

ΑΘΗΝΑ: ΚΑΡΜΕΝ – ΣΤΕΛΛΑ – ΔΑΦΝΗ – ΒΑΡΚΙΖΑ κ.α.

***

«The home»

Παραγωγή: ΗΠΑ, 2025

Σκηνοιεσία: Τζέιμς Ντε Μόνακο

Ηθοποιοί: Πιτ Ντέιβιντσον, Τζον Γκλόβερ κ.α.

Ανατριχίλα και συνωμοσιολογία συνδυάζονται στο θρίλερ του Τζέιμς Ντε Μόνακο, όπου προκειμένου να αποκατασταθεί στην κοινωνία, ένας απροσάρμοστος νέος (Πιτ Ντέιβιντσον), καλείται να προσφέρει κοινωνική εργασία σε οίκο ευγηρείας, ανακαλύπτοντας ότι σε μια πτέρυγά του πιθανότατα να λαμβάνουν χώρα πολύ επικίνδυνα, κυβερνητικά πειράματα πάνω σε ανθρώπους της τρίτης ηλικίας οι οποίοι αδυνατούν να προστατεύσουν τον εαυτό τους.

Ως ερασιτέχνης ντετέκτιβ ο νεαρός θα γίνει ο συνδετικός κρίκος ανάμεσα στους ανημπορούς ανθρώπους που βρίκσονται «καρφωμένοι» σε αναπηρικά καροτσάκια και την διεύθυνση του νοσοκομείου.

Οι πρωτοβουλίες που θα πάρει θα τον φέρουν αντιμετωπο με ένα σύστημα που πολύ δύσκολα μπορεί να αντιμετωπίσει και ο Ντε Μόνακο που ανήκει στην δημιουργική ομάδα του επιτυχημένου franchise τρόμου «The purge» βρίσκει χώρο για έναν επιδερμικό σχολιασμό της «επικαιρότητας» (υποτίθεται ότι τέτοιου τύπου πειράματα ότως συμβαίνουν) μέσω του αιμόφυρτου splatter όπου η πρόκληση είναι μία: πως θα καταφέρεις να φέρεις τον θεατή στο σημειο να μην αντέχει αυτό που παρακολουθει. Μπορώ να πω ότι εδώ, ο σκηνοθέτης πετυχαίνει διάνα. Την μισή ταινία, απλώς δεν αντέχεις να την βλέπεις, εκτός αν εισαι έμπειρος καταναλωτής του είδους και συναισθηματικά δεν σε αγγίζει πλέον τίποτα.

Βαθμολογία: 1

ΑΘΗΝΑ: ΑΕΛΛΩ – ΤΡΙΑ ΑΣΤΕΡΙΑ – ΒΟΤΣΑΛΑΚΙΑ – CINE ΠEΡΑΜΑ – VILLAGE MALL – VILLAGE PΕΝΤΗ κ.α. ΘΕΣ/ΚΗ: VILLAGE COSMOS – CINEMA ONE

***

Οι επανεκδόσεις

«Ο ένοικος» (Le locataire)

Παραγωγή: Γαλλία, 1976

Σκηνοθεσία: Ρόμαν Πολάνσκι

Ηθοποιοί: Ρόμαν Πολάνσκι, Ιζαμπέλ Ατζανί, Σέλεϊ Γουίντερς

Η πρώτη ταινία που ο Ρόμαν Πολάνσκι γύρισε στην Ευρώπη μετά την τελευταία αμερικανική κινηματογραφική ταινία του, την «Τσάινατουν» (1974) είναι αυτό το άκρως νοσηρό μα και άκρως υποβλητικό θρίλερ, που μαζί με την «Αποστροφή» και το «Μωρό της Ροζμαρί» εντάσσεται στην άτυπη «τριλογία διαμερισμάτων» του σκηνοθέτη.

Αν και το το όνομά του δεν αναφέρεται στους τίτλους ως ηθοποιός, ο ίδιος ο Πολάνσκι κρατά τον ρόλο του κεντρικού ήρωα Τρελκόφσι, ενός μοναχικού, μελαγχολικού ανθρώπου ο οποίος θα πιαστεί στην φάκα μιας εξαιρετικά ασυνήθιστης, παρανοϊκής κατάστασης, μέσα στο παρηκμασμένο σπίτι του Παρισιού, όπου έχει νοικιάσει ένα διαμέρισμα.

Από την στιγμή που ο Τρελκόφσκι νοικιάζει το διαμέρισμα, νιώθεις ότι περπατά σε κινούμενη άμμο, βυθίζεται ολοένα σε ένα σύμπαν τρέλας προερχόμενης από το ανεξήγητο μίσος όλων όσοι τον συναναστρέφονται στη νέα του κατοικία. Ο Τρελκόφσκι που μοιάζει βγαλμένος από τον λογοτεχνικό κόσμο του Ντοστογιέφσκι και του Κάφκα, είναι παντελώς ανίκανος να αντιδράσει: όλοι όσοι διαμένουν στο μουχλιασμένο αυτό σπίτι, από την μονίμως εκνευρισμένη θυρωρό (Σέλεϊ Γουίντερς), μέχρι τον γέρο προύχοντα (Μέλβιν Ντάγκλας), του συμπεριφέρονται επιθετικά, λες και φταίει για κάτι, ενώ εκείνος το μόνο που θέλει είναι να κοιτάζει την δουλειά του και να μην ενοχλεί κανέναν. Τι μπορεί να έχει συμβεί στο διαμέρισμα και τώρα εκείνος έχει «κληρονομήσει» την κατάρα του; Ο μοναδικός άνθρωπος που δείχνει να τον καταλαβαίνει είναι μια όμορφη κοπέλα (Ιζαμπέλ Ατζανί), με την οποία θα αναπτύξει σχέση.

Το σενάριο του «Ενοικου» το οποίο ο ίδιος ο Πολάνσκι συνυπογράφει με τον Ζεράρ Μπραχ, είναι βασισμένο σε ένα μυθιστόρημα του Ρόλαντ Τόπορ, που εκδόθηκε το 1964. Ωστόσο, είναι φανερό ότι ο σκηνοθέτης το χρησιμοποίησε ως βάση για να μιλήσει για κάτι ευρύτερο και πιο παγκόσμιο, κάτι που ολοφάνερα αφορά τον ίδιο και την βασανισμένη ζωή του ως «αουτσάιντερ» από την στιγμή που γεννήθηκε. Η ταινία μπορεί να εκληφθεί ακόμα και ως σχόλιο για τους μετανάστες, τους ταλαιπωρημένους ανθρώπους που έχουν αναγκαστεί να εγκαταλείψουν τον τόπο τους και ποτέ δεν μπόρεσαν να βρουν μια νέα πατρίδα, πάντοτε στο στόχαστρο των άλλων, πάντοτε στο περιθώριο, πάντοτε κατηγορούμενοι. Όπως ο ίδιος ο Πολάνσκι.

Βαθμολογία: 4

ΑΘΗΝΑ: ΡΙΒΙΕΡΑ

***

«Ο λόγος» (Ordet)

Παραγωγή: Δανία, 1955

Σκηνοθεσία: Καρλ Θίοντορ Ντράγιερ

Ηθοποιοί: Χένινγκ Μέλμπεργκ, Εμιλ Χας Κρίστενσεν, Κρίστεν Αντρεσεν κ.α.

«Τα έργα τέχνης παρουσιάζουν συγκεκριμένες ομοιότητες με τους ανθρώπους» είχε κάποτε πει ο Καρλ Θίοντορ Ντράγιερ. «Ακριβώς όπως μιλάμε για την ψυχή κάποιου ανθρώπου, μπορούμε επίσης να μιλήσουμε για την ψυχή ενός έργου τέχνης, για την προσωπικότητά του.» Αυτή η ρήση ταιριάζει απολύτως με τον «Λόγο» (Ordet, Δανία, 1955), ένα από τα αξεπέραστα αριστουργήματα του κορυφαίου Δανού δημιουργού. Ο «Λόγος» είναι η κινηματογράφηση του αδιόρατου,η αποκρυστάλλωση ενός θαύματος εν τη γενέσει του.

Η ιστορία της ταινίας έχει στο επίκεντρό της μια οικογένεια που ζει σε μια απομονωμένη αγροτική περιοχή. Η οικογένεια αντιμετωπίζει μια ανείπωτη τραγωδία και εδώ για πρώτη φορά ίσως στην ιστορία του κινηματογράφου η εικόνα αποκτά ένα πνευματικό περιεχόμενο, καθώς κινηματογραφείται το Ιερό. Μεγάλης διάρκειας λήψεις χαρακτηρίζουν το σκηνοθετικό ύφος του Ντράγιερ, ενώ η σύνθεση και ο φωτισμός της εικόνας έχουν την αισθητική και δομή πίνακα ζωγραφικής.

Λιτό και χωρίς ιδιαίτερες δραματουργικές εξάρσεις, το σκηνοθετικό στιλ της ταινίας μαζί με την «στεγνή» υποκριτική των ηθοποιών (Χένινγκ Μέλμπεργκ, Εμιλ Χας Κρίστενσεν, Κρίστεν Αντρεσεν), στρέφουν την προσοχή του θεατή βαθιά στο εσωτερικό δράμα των χαρακτήρων. Ο «Λόγος» είναι ίσως πιο κοντά, απ’ όλες τις άλλες του σκηνοθέτη, στο ύφος του υπερβατικού σινεμά – για την ακρίβεια, αποτελεί την επιτομή του.

Βαθμολογία: 5

ΑΘΗΝΑ: ΑΤΕΝΕ

***

«Τζέιμς Μποντ Πράκτωρ 007 Εναντίον Δρ. Νο» (Dr. Nο)

Παραγωγή: Αγγλία/ ΗΠΑ/ Τζαμάικα, 1962

Σκηνοθεσία: Τέρενς Γιανγκ

Ηθοποιοί: Σον Κόνερι, Ούρσουλα Αντρες, Τζόζεφ Γουάιζμαν

Ως γνωστόν προσφάτως ανακοινώθηκαν τόσο ο σκηνοθέτης, όσο και ο σεναριογράφος της προσεχούς, 26ης επίσημης ταινίας Τζέιμς Μποντ, που είναι αντιστοίχως, ο Καναδός Ντενί Βιλνέβ («Sicario», «Blade Runner 2049») και ο Βρετανος Στίβεν Νάιτ («Σε λάθος χρόνο», «Peaky Blinders»).

Επομένως η επανέκδοση στις αίθουσες της πρώτης ταινίας Μποντ έχει κάποιο νόημα, πέρα από το ότι είναι μια από τις πιο καλοκαιρινές περιπέτειες του διάσημου βρετανού πράκτορα. Ο σκηνοθέτης Τέρενς Γιανγκ ακολούθησε πιστά τις σελίδες του μυθιστορήματος του Ιαν Φλέμινγκ πλάθοντας έναν κόσμο που ως τότε ήταν κινηματογραφικά άγνωστος στο κοινό: τον κόσμο του κοσμοπολίτη, πλέιμποι πράκτορα ο οποίος εδώ έχει την μορφή του πρώτου διδάξαντα (και ισως τελικά καλύτερου 007), Σον Κόνερι.

Με φόντο την εξωτική Τζαμάικα και με την Σουηδη καλλονή Ούρσουλα Αντρες στο πλευρό του, ο Μποντ θα γίνει η νεμεσις του Δρ. Νο, σατανικού «κακού» της ιστορίας που υποδύεται ο πολύ καλός Αμερικανός ηθοποιός Τζόζεφ Γουάιζμαν στον κινηματογραφικό ρόλο της ζωής του.

Θα συμφωνήσω στο ότι μπροστά στην εξέλιξη της τεχνολογίας και την μοντέρνα, «βρώμικη» εικόνα του Ντανιελ Κρεγκ, ο Μποντ του Κόνερι να δείχνει σήμερα κάπως «πασέ», όμως οι ταινίες κρίνονται κατ’ αρχάς στην εποχή τους και αργότερα βλέπουμε αν μπόρεσαν κρατήσουν στον χρόνο. Για την εποχη του ο Κόνερι ήταν άψογος και η ταινία, σήμερα, εξακολουθεί να βλέπεται το ίδιο ευχάριστα με τότε.

Βαθμολογία: 3 ½

ΑΘΗΝΑ: ΕΛΛΗΝΙΣ – ΘΗΣΕΙΟ