Στην απίθανη περίπτωση που κάποιος δεν έχει παρακολουθήσει την πρώτη – και αναμφίβολα καλύτερη- σεζόν του «Squid Game», οφείλει να μακαρίζει την καλή τύχη του – εντάξει, και να αναρωτηθεί γιατί εδώ και τέσσερα χρόνια ζούσε με την πλάτη γυρισμένη στα εγκόσμια της ποπ κουλτούρας.
Πιθανότατα δεν υπάρχει μυθοπλασία που θα μπορούσε να λειτουργήσει τόσο αποτελεσματικά σαν αντίδοτο στην ανία του άνυδρου τηλεοπτικού τοπίου όσο η κορεατική σειρά που καταγράφηκε στην ιστορία ως φαινόμενο. Και μάλιστα πλέον μπορεί κανείς να την παρακολουθήσει στην ολότητά της, αφού μόλις κυκλοφόρησαν και τα τελευταία έξι επεισόδια της πιο μοχθηρής κι από μοχθηρή τηλεοπτικής εποποιΐας.
Η σειρά των 600 εκ. views
Ο χαρακτηρισμός φαινόμενο δεν ακολουθεί το «Squid Game» σαν πιστό σκυλί τυχαία, καθ’ υπερβολήν ή καταχρηστικά. Σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία που δημοσίευσε την εβδομάδα που μας πέρασε Netflix η κορεατική σειρά πέτυχε κάτι που κανείς δεν μπορούσε να διαβλέψει πίσω στο μακρινό φθινόπωρο του 2021, όταν δηλαδή έγινε διαθέσιμη στον κατάλογο της αμερικανικής on demand πλατφόρμας. Μόνο οι δύο πρώτοι κύκλοι συγκέντρωσαν 600 εκατομμύρια προβολές παγκοσμίως, οι οποίες μεταφράστηκαν στα δυσθεώρητα αριθμητικά 19,5 δισεκατομμύρια impressions στα κοινωνικά δίκτυα.

Το «Squid Game» κατέχει και μία ακόμα πρωτιά. Εκείνη της πιο επιτυχημένης σειράς του δικτύου στην πρώτη εβδομάδα προβολής της και μάλιστα στοιχίζοντας οικονομικά μόλις το ένα τέταρτο από το μέσο όρο κόστους παραγωγής άλλων λαοφιλών τηλεοπτικών προϊόντων.
Μιλάμε για κανονική χρυσοτόκο όρνιθα, αν προσθέσει κανείς τις εμπορικές συνεργασίες που έφερε στο Netflix με όλων των λογιών τα brands, ανάμεσά τους και με την εταιρία υποδημάτων Vans που χάρη στο κορεατικό σήριαλ αύξησε τις πωλήσεις της κατά 8.000%. Καθόλου άσχημα για ένα τηλεοπτικό προϊόν που από τη σύλληψή του ευαγγελιζόταν ένα ξεκάθαρο αντικαπιταλιστικό μήνυμα.

Μπορεί κάποτε η συνταγή της επιτυχίας να συνοψιζόταν στο ρητό «αίμα, σπέρμα, στέμμα», όμως η μετατροπή του σε «αίμα, αίμα, αίμα» από το δημιουργό της σειράς Χουάνγκ Ντονγκ-χιουκ απέδωσε τους ίδιους ή – ας είμαστε ειλικρινείς- ακόμα περισσότερους καρπούς.
Τρίτος και φαρμακερός (κύκλος)
Η ιστορία πιθανότατα θα επαναληφθεί και με την τρίτη και καταληκτική σεζόν της σειράς, το νήμα της αφήγησης της οποίας ξεκινά από μια κρίσιμη στιγμή για τον κοσμαγάπητο πια κεντρικό ήρωα με τον αριθμό 456.
Ο Τζι Χουν ο οποίος στο δεύτερο κύκλο επέστρεψε στο σύμπαν του απόκοσμου παιχνιδιού με σκοπό να αφυπνίσει τους συμπαίκτες του και να καθοδηγήσει μια επανάσταση απέναντι στους προύχοντες που χρησιμοποιούν (κατά κυριολεξία) απελπισμένους ανθρώπους σαν παιχνίδια βρίσκεται στην πιο οριακή στιγμή του. Η εξέγερση που έχει ενορχηστρώσει καταπνίγεται, ο καλύτερός του φίλος με τον αριθμό 390 έχει δολοφονηθεί, ο ίδιος μοιάζει να βρίσκεται αντιμέτωπος με ένα αξεπέραστο τέλμα.

Αυτό ακριβώς πραγματεύεται και ο τρίτος κύκλος της σειράς. Πώς ο 456 θα μπει ξανά στο παιχνίδι, θα αντιμετωπίσει εκών άκων τις προκλήσεις και εάν τελικά θα καταφέρει να πολεμήσει τον καπιταλισμό από τα μέσα. Και να βγει νικητής στα παιδικά παιχνίδια ζωής και θανάτου που θα κληθεί να διαγωνιστεί με τους εναπομείναντες τροφίμους της μεταμοντέρνας δυστοπίας.
Βίοι παράλληλοι
Με άλλα λόγια εάν θα επαναλάβει στη μικρή οθόνη εκείνο που πέτυχε ο δημιουργός της σειράς στην πραγματική του ζωή. Ας μην ξεχνάμε πως το «Squid Game» είναι μια μάλλον παλιά ιστορία, την οποία ο Χουάνγκ Ντονγκ-χιουκ έγραψε το 2008 – και μάλιστα υπό μορφή σεναρίου ταινίας και όχι σειράς.
Τότε ο 54χρονος σήμερα δημιουργός ήταν άνεργος, χρεωμένος ως το λαιμό, όπως δηλαδή οι χαρακτήρες που έπλασε, και διάβαζε μανιωδώς ιαπωνικά Manga από όπου άντλησε ιδέες και αναφορές. Ήταν επίσης παγκοσμίως άγνωστος, χωρίς χειροπιαστή ελπίδα για το μέλλον, ματαιωμένος.

Πριν το σενάριό του συμπεριληφθεί στη φαρέτρα του Netflix για την επέκτασή του στη νοτιοανατολική Ασία και την κατάκτηση του εκεί κοινού, ο Κορεάτης δημιουργός είχε προσπαθήσει πολλές φορές να δώσει σάρκα και οστά στην ιδέα του. Όμως κανείς δεν ήθελε να επενδύσει τα λεφτά του σε κάτι που έμοιαζε (και ήταν τελικά) πολύ σκοτεινό και απάνθρωπο για να θεωρηθεί προϊόν μαζικής ψυχαγωγίας.
Μέχρι που οι Αμερικανοί του ζήτησαν να μετασκευάσει το κινηματογραφικό του σενάριο σε τηλεοπτικό. Ο Χουάνγκ Ντονγκ-χιουκ δεν έφερε αντιστάσεις. Το μόνο που ήθελε ήταν η σειρά του να μη χάσει το δυνητικό της momentum μέσα από άνευ λόγου και ουσίας συνέχειες.

Το «Squid Game» ποτέ δεν πεθαίνει
Ακούγεται ή μάλλον διαβάζεται ως τραγική ειρωνεία η πρόσφατη δήλωση του δημιουργού της σειράς πως τώρα που η αυλαία έπεσε ο ίδιος δεν αποκλείει και δεν είναι καν σκεπτικός στο ενδεχόμενο το «Squid Game» να συνεχιστεί. Όχι με μία τέταρτη ή πέμπτη σεζόν, αλλά διαμέσου της δημιουργίας spin-offs που θα εστιάζουν στην πρότερη ζωή των ηρώων ή σε όσα συνέβησαν στην ζωή του 456 στα χρόνια που μεσολάβησαν από τον πρώτο έως το δεύτερο εγκλεισμό του στον αιματοβαμμένο παράλληλο κόσμο του παιχνιδιού.

Δε θα πρέπει επίσης να ξεχνάμε τις φήμες που θέλουν το σκηνοθέτη Ντέιβιντ Φίντσερ («House of Cards», «Gone Girl», «The Social Network») να έχει ήδη καταπιαστεί με την αμερικανική εκδοχή της σειράς, η οποία είναι πολύ επιτυχημένη – κυρίως επειδή συνομιλεί αδιαμεσολάβητα με τα πιο χαμερπή ένστικτά μας- για να την αφήσει κανείς να χαθεί στη λήθη του χρόνου.
Όσο για το τέλος του τρίτου και καταληκτικού με τα μέχρι τώρα δεδομένα κύκλου της λαοπρόβλητης σειράς; Για τον ιθύνοντα νου του «Squid Game» αλλά και τον κεντρικό ήρωά του, τον 456 ή κατά κόσμον Λι Τζονγκ-τζε δε θα μπορούσε να είναι ένας επίλογος που θα ικανοποιούσε το ετερόκλητο πλήθος των εκατομμυρίων τηλεθεατών.
Σε πρόσφατη συνέντευξή του ο Λι δήλωσε και ο ίδιος λάτρης των happy end στη μυθοπλασία, όμως σημείωσε πως «κάποιες ιστορίες από τη φύση τους δεν μπορούν να έχουν ευτυχισμένο τέλος». Σαν να λέμε πως ό,τι αρχίζει με πόνο τελειώνει με ακόμα περισσότερο πόνο.
Περισσότερο απ’ όσο μπορεί να μεταβολίσει κανείς, ακόμα και σε μια περίοδο που η υπόθεση πως τα έχουμε δει και τα έχουμε ακούσει όλα έχει πάρει διαστάσεις θέσφατου.








