Το πλοίο της γραμμής πλησιάζει στο δεύτερο μεγαλύτερο νησί της Προποντίδος. Η Χάλκη ξεπροβάλλει ανάμεσα στην Πρίγκηπο και την Αντιγόνη. Τα μάτια του επισκέπτη στρέφονται στον καταπράσινο λόφο που αγναντεύει τη θάλασσα του Μαρμαρά. Η Θεολογική Σχολή της Χάλκης στέκει αγέρωχη σχεδόν δύο αιώνες στην κορυφή του πευκόφυτου λόφου της Ελπίδας.

Στον λόφο των 85 μέτρων, είχε από τους βυζαντινούς χρόνους τοποθετηθεί η Μονή της Αγίας Τριάδος. Ο τόπος αυτός ονομαζόταν Παπαδοβούνι και στα τουρκικά Papaz Daği. Η συγκεκριμένη θέση πέρα από τη στρατηγική σημασία της, ήταν κατά τον γάλλο βυζαντινολόγο Γκυστάβ-Λεόν Σλυμπερζέ το 1884, ένα από τα ωραιότερα πανοράματα του κόσμου.

Η Ιερά Θεολογική Σχολή της Χάλκης, τόπος ιστορίας και πολιτισμού αποτέλεσε και αποτελεί σύμβολο της Ορθοδοξίας, παρά τη βίαιη διακοπή της λειτουργίας της το 1971. Η τότε τουρκική κυβέρνηση επανέφερε έναν νόμο που απαγόρευε τη λειτουργία ιδιωτικών σχολείων στην Τουρκία.

Στις 8 Μαΐου του 2025 ο Οικουμενικός Πατριάρχης Βαρθολομαίος ανακοίνωσε ότι η επαναλειτουργία της Σχολής της Χάλκης είναι σε καλό δρόμο και ήδη έχουν ξεκινήσει οι συνομιλίες με το υπουργείο Παιδείας της Τουρκίας μετά το πράσινο φως που άναψε ο Τούρκος Πρόεδρος Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν.

Μάλιστα όπως είπε ο κκ Βαρθολομαίος η Σχολή αναμένεται να δεχθεί τους πρώτους φοιτητές τον Σεπτέμβριο του 2026.

Η ιστορία των διαπραγματεύσεων, μακρά. Από ευσεβής πόθος μέχρι διαπραγματευτικό χαρτί, η συζητήσεις για την επαναλειτουργία της Θεολογικής Σχολής της Χάλκης υπήρξαν πολυκύμαντες.

Τον Οκτώβριο του 1998, το Κογκρέσο των ΗΠΑ υποστήριξε την επαναλειτουργία της. Ο τότε Πρόεδρος των ΗΠΑ, Μπιλ Κλίντον, κατά τη διάρκεια επίσημης επίσκεψής τους στην Τουρκία το 1999, βρέθηκε στη Χάλκη και ζήτησε από τον τότε Τούρκο Πρόεδρο Σουλεϊμάν Ντεμιρέλ να επιτρέψει την επαναλειτουργία της σχολής.

Η Ευρωπαϊκή Ένωση έχει αναφέρει επίσης το ζήτημα στις διαπραγματεύσεις για την ένταξη της Τουρκίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση.

Θεολογική Σχολή Χάλκης, η ίδρυση

Η Σχολή στεγαζόταν αρχικά στη Μονή της Αγίας Τριάδας, η οποία είχε ιδρυθεί από τον Πατριάρχη Φώτιο Α΄ της Κωνσταντινούπολης. Το 1844, ο Πατριάρχης Γερμανός Δ΄ κατά την πρώτη του πατριαρχεία την ίδρυσε το 1843 στις εγκαταστάσεις της μονής. Η Θεολογική Σχολή της Χάλκης εγκαινιάστηκε στις 13 Σεπτεμβρίου του 1844.

Η Σχολή άνοιξε επισήμως τις πύλες της στην θεολογική επιστήμη την 8η Οκτωβρίου του 1844, με πρώτο Σχολάρχη της τον λόγιο κληρικό Κωνσταντίνο Τυπάλδο. Εκεί θα διδάξει φιλοσοφία και θεολογία και θα συμβάλλει στη δημιουργία της βιβλιοθήκης της σχολής το 1853.

Σκοπός της ίδρυσής της ήταν η επιστημονική κατάρτιση και η μόρφωση κυρίως κληρικών, αλλά και λαϊκών. Η Σχολή υπήρξε ένα εκπαιδευτικό ίδρυμα στο οποίο διδάσκονταν τα μαθήματα του ωρολογίου προγράμματος, σε συνδυασμό με τον καθημερινό εκκλησιασμό, τη βυζαντινή μουσική, το Πατριαρχικό τυπικό, βάσει του Κανονισμού της.

Θεολογική Σχολή της Χάλκης

Θεολόγοι, ιερείς, επίσκοποι και πατριάρχες φοίτησαν στα θρανία της, συμπεριλαμβανομένου του Οικουμενικού Πατριάρχη Βαρθολομαίου. Στα 127 χρόνια λειτουργίας της, ανέδειξε 343 επισκόπους από τους οποίους 12 έγιναν Οικουμενικοί Πατριάρχες, 2 Πατριάρχες Αλεξανδρείας, 2 Πατριάρχες Αντιοχείας, 4 Αρχιεπίσκοποι Αθηνών και 1 Αρχιεπίσκοπος Τιράνων.

Η ιστορία της Θεολογικής Σχολής της Χάλκης από της ιδρύσεώς της μέχρι σήμερα περιλαμβάνει πέντε περιόδους: την Α´, από το 1844 μέχρι το 1919.

Κατά την περίοδο αυτήν η Σχολή είχε επτά τάξεις, τέσσερις γυμνασιακές και τρεις θεολογικές, με κάποιες περιοδικές εξαιρέσεις, την Β´, από το 1919 μέχρι το 1923, όταν καταργήθηκε το γυμνασιακό τμήμα και η Σχολή λειτούργησε ως Ακαδημία με πέντε τάξεις, την Γ´, από το 1923 μέχρι το 1951, όταν επανήλθε στο παλαιό επτατάξιο σχήμα της, την Δ´, από το 1951 μέχρι το 1971, που η Σχολή λειτουργούσε με επτά τάξεις, τις τρεις γυμνασιακές και τις τέσσερις θεολογικές.

Από το 1971 και μέχρι σήμερα, η Σχολή διανύει την Ε’ περίοδό της, εν αναμονή της επαναλειτουργίας της.

Ο γάλλος ιστορικός και δημοσιογράφος Ουμπιτσίνι το 1856 γράφει ότι η Σχολή είχε 15 καθηγητές και 70 με 80 μαθητές. «Είναι μοναδική στο είδος της σε όλη την αυτοκρατορία και εξασφαλίζει στην εκκλησία ετησίως δεκαπέντε μορφωμένους ιερείς, περισσότερο μορφωμένους από την πλειονότητα του ελληνικού κλήρου».

Ο καταστροφικός σεισμός του 1984

Ο σεισμός της 28ης Ιουνίου του 1894 στην Κωνσταντινούπολη μετέτρεψε σε ερείπια τις εγκαταστάσεις, εκτός του ναού. Αναγκαστικά η λειτουργία της ανεστάλη. Το κτίριο ακολουθεί την μοίρα της φθοράς και των φυσικών καταστροφών μέχρι το 1896.

Η σημερινή μορφή της Ιεράς Μονής και της Θεολογικής Σχολής της Χάλκης οφείλεται στην προσφορά του μεγάλου ευεργέτη Παύλου Σκυλίτση Στεφάνοβικ που ανέθεσε στον αρχιτέκτονα Περικλή Φωτιάδη την οικοδόμηση των νέων εγκαταστάσεων. Οι εκτεταμένες επισκευές και αναστηλώσεις διήρκησαν 17 μήνες.

Το σημερινό λαμπρό κτίριο, σε ρυθμό νεοκλασικό με αέρα βυζαντινό και με τάση προς τη σύγχρονη αρχιτεκτονική σε σχήμα Π, προς τιμήν του μεγάλου ευεργέτη του κτιρίου Παύλου (αρχικό το γράμμα Π) περιλαμβάνει δύο ορόφους και ισόγειο. Το κτίριο της Σχολής σώζεται μέχρι σήμερα ακέραιο.

Η είσοδος είναι από τη δυτική πλευρά. Βρίσκεται στο μέσον και έχει πρόπυλο με κίονες. Μόλις μπει κανείς υπάρχει εσωτερικό χωλ με εντυπωσιακό κλιμακοστάσιο που οδηγεί στον επάνω όροφο. Κάτω από τη σκάλα υπάρχει πόρτα που οδηγεί προς τον ναό (κτισμένος ανατολικά) και την εσωτερική αυλή.

Στο ισόγειο προς τον βορρά είναι οι αίθουσες διδασκαλίας και η μαθητική βιβλιοθήκη. Απέναντι προς τον νότο βρίσκονται οι κοιτώνες και οι τραπεζαρίες. Στον πρώτο όροφο αίθουσα τελετών, αριστερά δωμάτια καθηγητών και δεξιά τα πατριαρχικά δωμάτια.

Οι κτιριακές εγκαταστάσεις περιβάλλονται από κήπους, την αισθητική σχεδίαση και την δημιουργία των οποίων επιμελήθηκε ο Μητροπολίτης Πριγκηποννήσων Δωρόθεος. Πίσω από το ιερό βήμα του ναού της Μονής και σε ιδιαίτερο χώρο εκτός του κήπου υπάρχουν τάφοι Πατριαρχών, Μητροπολιτών και Καθηγητών της Σχολής.

Τα εγκαίνια του νέου κτιρίου πραγματοποιήθηκαν στις 6 Οκτωβρίου του 1896 και συνεχίστηκε η λειτουργία της Σχολής. Κατά την δεκαετία του ’50 άρχισαν και προοδευτικά ολοκληρώθηκαν αρκετές εσωτερικές μεταρρυθμίσεις του οικοδομικού συγκροτήματος με στόχο την ικανοποίηση των νέων αναγκών και απαιτήσεων.

Ο πολύτιμος θησαυρός της βιβλιοθήκης της Σχολής

Η βιβλιοθήκη της Σχολής, που θεωρείται μία από τις πιο πλούσιες στον κόσμο σε παλαιότυπα και σπάνια βιβλία, έχει την αρχή της στους βυζαντινούς χρόνους, αφού πολλά από τα χειρόγραφά της προέρχονται από την εποχή του Θεόδωρου Στουδίτη, του ιερού Φωτίου και της Αικατερίνης της Κομνηνής.

Κύριος διοργανωτής και θεμελιωτής της βιβλιοθήκης, πριν ακόμη υπάρξει η Σχολή, υπήρξε ο πατριάρχης Μητροφάνης Γ´. Είναι εκείνος που μεταξύ άλλων δώρισε 300 σπάνια χειρόγραφα, πολλά από τα οποία σώζονται σήμερα στην Αίθουσα Χειρογράφων της Πατριαρχικής Βιβλιοθήκης.

Η βιβλιοθήκη άρχισε να εμπλουτίζεται με διάφορες εκδόσεις από δωρεές η αγορές. Κύριος δωρητής της υπήρξε το Οικουμενικό Πατριαρχείο, στο οποίο ανήκει αυτή ως η δευτέρα Πατριαρχική Βιβλιοθήκη, μετά από εκείνην που υπάρχει αυτοτελώς στο Φανάρι.

Πριν από την λειτουργία της Σχολής η βιβλιοθήκη της Μονής ήταν πιθανώς εγκατεστημένη σε ιδιαίτερο χώρο του Πατριαρχείου. Μετά την ίδρυση της Σχολής ο πατριάρχης Γερμανός Δ´ και με προσωπικές δαπάνες κατασκεύασε διώροφο λιθόκτιστο κτίριο βιβλιοθήκης που χρησιμοποιήθηκε μέχρι τον σεισμό του 1894.

Από το 1986 μέχρι το 1927 τα βιβλία ήταν τοποθετημένα στην μεγάλη αίθουσα της νοτιοδυτικής πλευράς του άνω πατώματος της Σχολής. Από το 1927 και μετά βρίσκονται στη σημερινή τους θέση στο υπόγειο της βόρειας πλευράς της Σχολής.

Τμήμα ολόκληρο, με δαπάνη του Κυριάκου Παμούκογλου, άρχοντα ορφανοτρόφου της Μεγάλης του Χριστού Εκκλησίας, διασκευάστηκε κατάλληλα ως αίθουσα περιοδικών, αναγνωστήριο και γραφείο του υπευθύνου της λειτουργίας της.

Τελευταία μεταφέρθηκαν στη βιβλιοθήκη ολόκληρες οι προσωπικές βιβλιοθήκες του Πατριάρχου Μαξίμου Ε᾽, του Αρχιεπισκόπου Θυατείρων Γερμανού Στρηνοπούλου, του Μητροπολίτου Σάρδεων Μαξίμου Χριστοπούλου, του Μητροπολίτου Σταυρουπόλεως Μαξίμου Ρεπανέλλη, του καθηγητού Ιωάννου Παναγιωτίδου (μέρος αυτής), του Βλαδιμήρου Μιρμίρογλου και άλλων.

Εκτός της Μεγάλης αυτής Βιβλιοθήκης υπάρχει και άλλη, η Μαθητική Βιβλιοθήκη, που ιδρύθηκε, συντηρείται και διευθύνεται από το 1923 από τους σπουδαστές της Σχολής, υπό την εποπτεία του Σχολάρχη.

Η Θεολογική Σχολή της Χάλκης υπήρξε φυτώριο ανάδειξης ιεραρχών και δεξαμενή σκέψης. Έχει εγγραφεί στο συλλογικό υποσυνείδητο ως ένας φάρος ορθοδοξίας.

Με πληροφορίες από theologicalschoolhalki.com, Οικουμενικό Πατριαρχείο (ec-patr.org)