Στις 24 Ιανουαρίου 1965, φεύγει από τη ζωή μία από τις πιο εμβληματικές και επιδραστικές πολιτικές προσωπικότητες της σύγχρονης παγκόσμιας ιστορίας. Ο άγγλος πολιτικός και ηγέτης της Μεγάλης Βρετανίας, Ουίνστον Τσόρτσιλ.

Ένα κοινό, διαχρονικό, και σίγουρα ένοχο μυστικό στις τάξεις των δημοσιογράφων είναι η προετοιμασία επικήδειων κειμένων και αφιερωμάτων για σημαντικές προσωπικότητες πριν καν αυτές αποδημήσουν. Η πληροφορία πως η κατάσταση της υγείας ενός επιφανούς προσώπου είναι ιδιαίτερα κρίσιμη, αρκεί για να ξεκινήσουν να γράφονται οι νεκρολογίες.

Η τακτική αυτή, όμως, και η ανθρώπινη μοίρα επεφύλασσαν ένα άκρως ειρωνικό παιχνίδι μεταξύ του Ουίνστον Τσόρτσιλ και ενός μεγάλου πολιτικού του αντιπάλου του, του Εργατικού Άνιουριν Μπέβαν. Ο Μπέβαν ήταν μέλος της Επιτροπής Αρμάτων Μάχης, ενώ μεταπολεμικά υπήρξε υπουργός Υγείας της κυβέρνησης Κλέμεντ Άτλι και αντιπρόεδρος του κόμματος των Εργατικών.

Το 1960, ο Τσόρτσιλ είχε βρεθεί και πάλι στο χείλος του θανάτου με αποτέλεσμα η εφημερίδα Observer να ζητήσει από τον Μπέβαν μια νεκρολογία για τον Τσόρτσιλ. Η νεκρολογία γράφτηκε όμως ο Τσόρτσιλ επέζησε κι έτσι το κείμενο έμεινε στο συρτάρι. Λίγους μήνες αργότερα ο Μπέβαν πέθανε. Η νεκρολογία του για τον Τσόρτσιλ δημοσιεύθηκε δύο χρόνια αργότερα, στις τελευταίες ώρες της ζωής του Τσόρτσιλ.

Ένας ήδη νεκρός αποχαιρετούσε έναν μελλοθάνατο. Όχι όμως με αγιογραφία, αλλά με βαθιά ειλικρινή κριτική, μέσα από την οποία παρουσιάζονται όλες οι πτυχές αυτής της τόσο σπάνιας πολιτικής προσωπικότητας.

«ΤΟ ΒΗΜΑ», 23.1.1965, Ιστορικό Αρχείο «ΤΟ ΒΗΜΑ» | «ΤΑ ΝΕΑ»

Ομιλητής

«Ο Τσώρτσιλ προτιμούσε τους επισήμους λόγους και δεν διέπρεπε στις αυτοσχέδιες συζητήσεις. Το πνεύμα του ελειτουργούσε με πολύ μεγάλη βραδύτητα. Ο λόγος, ακολουθώντας το πνεύμα, εκφραζόταν κατά ένα τρόπο περισσότερο φορμαλιστικό, πιο μελετημένο, που του άφηνε πολύ μικρότερη ευελιξία.

»Του χρειαζόταν να στρέφεται βαρειά προς τον αντίπαλο, σαν ένα τεράστιο κανόνι. (…) Οι λόγοι του ανεπτύσσοντο σε ένα πλατύ μέτωπο, χτυπώντας ένα επιχείρημα εδώ, ένα εκεί, παράγραφο προς παράγραφο μέσα σε μια μεγαλειώδη ανάπτυξι.

(…)

»Η μέθοδος του Τσώρτσιλ είχε το πλεονέκτημα ότι κανένας αντίπαλος δεν μπορούσε να εκμηδενίση την επιχειρηματολογία του με ένα μοναδικό και καλοζυγισμένο κτύπημα. (…) Ήταν ένας χειριστής πολύ μικρής αξίας: δεν είχε λεπτότητα, αυτοκυριαρχία και δεν καλοκαταλάβαινε τι συνέβαινε στο πνεύμα των συναδέλφων, των φίλων και των αντιπάλων του.

Στο Κοινοβούλιο

»Εν τούτοις, μερικές από τις μεγαλύτερες στιγμές της ζωής του Τσώρτσιλ είχαν σαν πλαίσιο το Κοινοβούλιο. Μερικοί από τους λόγους του είναι αδύνατο να περιγραφούν.

»Θυμούμαι τον λόγο που έβγαλε, σε μια συνεδρίασι κεκλεισμένων των θυρών, μετά την καταστροφή του γαλλικού στόλου από τον αγγλικό στο Μερς ελ Κεμπίρ. Επέμεινε ιδιαίτερα στις σχέσεις με την Γαλλία. Ήταν υπέροχος. Μέσα στην αίθουσα ήταν η Ιστορία αυτοπροσώπως και μας μιλούσε

»Όλοι όσοι άκουσαν τον λόγο αυτόν αναστατώθηκαν. Αυτό ήταν το φόρτε του Τσώρτσιλ.

«Κανείς δεν μίλησε ποτέ εν ονόματι της Ιστορίας όπως εμίλησε αυτός»

Ιστορικός

»Σαν ιστορικό, υπό την ακαδημαϊκή ένοια του όρου, δεν μπορούσε ασφαλώς να του έχη κανείς εμπιστοσύνη. Οι αναλύσεις του ήταν πάρα πολύ εκλεκτικές, πολύ υποκειμενικές και αντικατόπτριζαν πάντα μια πολύ οξεία συναίσθηση της προσωπικής θέσεως του Τσώρτσιλ σε σύγκρισι με την κατάσταση που περιέγραφε.

»Έγραφε συχνά την Ιστορία όχι όπως ήταν αλλά όπως την έβλεπε – συχνά ακόμη όπως σκεπτόταν πως έπρεπε να εξελιχθή. Αλλ’ όταν εχρησιμοποιούσε το τάλαντό του για την ειλικρινή περιγραφή εκείνου που συνέβη πραγματικά ήταν ανυπέρβλητος.

»Το παρελθόν γινόταν ένα ομιχλώδες φόντο, μπροστά στο οποίο το γεγονός που περιέγραφε ακτινοβολούσε σαν φάρος και έβλεπε κανείς αναπόφευκτα να ξεχωρίζη μέσα στο αμυδρό φως σαν λεπτή σκιά, η σιλουέττα του Ουίνστον Τσόρτσιλ. Κι αν προσπαθούσε να το αποφύγη, δεν θα το κατόρθωνε. Αλλά απέφευγε να το προσπαθήση.

»Κατά τον πόλεμο του 1939 (σ.σ. Δεύτερος Παγκόσμιος Πόλεμος), ο Τσώρτσιλ υπεστήριζε ότι ήταν η φωνή της Αγγλίας – όχι, κατά την έκφρασί του, ο λέων αλλ’ ο μυκηθμός του λέοντος. Δεν πιστεύω πώς ήταν. Εξέφραζε όχι εκείνο που αισθανόντουσαν οι χιλιάδες των Βρεττανών και των Βρεττανίδων, αλλ’ εκείνο που ενόμιζε ότι θα έπρεπε να αισθάνεται σε παρόμοιες περιστάσεις ο “ιστορικός” απλός άνθρωπος.

(…)

Δόξα όχι πόνος

»Υπεγράμμιζε πάρα πολύ την δόξα και όχι αρκετά τον πόνο. Τον έβλεπε τον πόνο, αλλά δεν τον περιέγραφε παρά με ποιητικές φράσεις.

»Εκείνο που έβλεπε ήταν το ποιητικό πλήγμα του σπαθιού, όχι την φοβερή και ταπεινωτική αγωνία ανδρών και γυναικών που είχαν συντριβή μέσα στη λάσπη από τις ερπύστριες των τανκς, που είχαν ταφή ζωντανοί κάτω από τα ερείπια του βομβαρδισμένου σπιτιού τους ή πέθαιναν από πείνα σε κάποιο στρατόπεδο συγκεντρώσεως.

»Ο Ουίνστον  ήταν ευαίσθητος άνθρωπος που καταλάβαινε την οδύνη και τον πόνο, αλλά στην πραγματικότητα δεν ενδιαφερόταν γι’ αυτά παρά αν ήταν επικά. Δεν είχε σημασία γι’ αυτόν παρά ό,τι ήταν δραματικό, ποιητικό, ρομαντικό ή μπορούσε να είναι.

«ΤΟ ΒΗΜΑ», 26.1.1965, Ιστορικό Αρχείο «ΤΟ ΒΗΜΑ» | «ΤΑ ΝΕΑ»

Ιμπρεσάριος της Ιστορίας

»Θυμούμαι ένα άλλο περίφημο λόγο που έβγαλε κεκλεισμένων των θυρών εξ αφορμής  μιας νίκης. Ενώ στεκόταν όρθιος, πίσω από ένα αναλόγιο, του έδωσαν ένα χαρτί. Το διέτρεξε με τα μάτια, σήκωσε το κεφάλι και έκανε μια δραματική παύσι.

“Και ιδού”, είπε μπροστά στη συνέλευσι που ξαφνικά κατελήφθη από ανησυχία, “ένα μήνυμα που ήρθε απ’ ευθείας από τα βάθη της ερήμου, γραμμένο από τον ίδιο τον στρατηγό, μέσα στη σκηνή του, και στο πενιχρό φως ενός κεριού”.

»Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι το μήνυμα είχε δακτυλογραβηθή από μία ξανθιά γραμματέα μέσα σε ένα δωμάτιο που βρισκόταν πλάι στο μπαρ του ξενοδοχείου “Σέπερντ” του Καΐρου, αλλά ο Τσώρτσιλ ιμπρεσάριος της Ιστορίας, δεν ήθελε με κανένα τρόπο να το ξέρη. (…)

Δεν ήταν ρήτορας

»Αν ο Τσώρτσιλ ήταν ποιητής, δεν ήταν ρήτωρ. Ο ρήτωρ στηρίζεται  στην σχέσι που ξέρει να δημιουργή ανάμεσα στο ακροατήριό του και σ’ αυτόν. (…) Η σχέση αυτή δεν ενδιέφερε καθόλου τον Τσώρτσιλ.

»Η εξουσία που επιζητούσε δεν ησκείτο στους συγχρόνους, αλλά τους μεταγενεστέρους. Ενδιαφερόταν λιγώτερο να κάμη τους ανθρώπους της εποχής του να δράσουν και περισσότερο να κατακτήση μια θέσι στα εγχειρίδια του 3.000.

»Ο Τσώρτσιλ ήταν ένα θαυμάσιος δοκιμιογράφος που είχε το χάρισμα να διαβάζη τα κείμενά του με ζέση και που κατείχε αρκετά το δημοσιογραφικό αίσθημα ώστε να δίδη σ’ εκείνο που ήθελε να πη μια λογική εμφάνισι επικαιρότητας.

»Προετοίμαζε τους λόγους του με λεπτολογία, γυαλίζοντας και ξαναγυαλίζοντας κάθε φράσι, ώσπου το κείμενο να γίνη ένα λογοτεχνικό κόσμημα.

«Υπήρξε ο μεγαλύτερος καλλιτέχνης που μπήκε ποτέ στον πολιτικό στίβο»

Πολιτικός

»Καθώς ήταν μεγάλος καλλιτέχνης δεν ήταν προφανώς μεγάλος άνθρωπος δράσεως. Σε όλη του την ζωή επίστευε πως ήταν, αλλ’ αυτό ήταν ακριβώς μία από τις αυταπάτες που προσδιόριζαν την προσωπικότητά του. Πώς θα μπορούσε να είναι;

»Ο άνθρωπος δράσεως είναι κατ’ ανάγκην ρεαλιστής. Μπορεί να ονειροπολή, να τρέφεται με οπτασίες, αλλά γι’ αυτόν δύο και δύο κάνουν πάντα τέσσερα και τα υλικά της δράσεώς του θα είναι τα γεγονότα της ζωής.

»Η μεγαλύτερη συμβολή του Τσώρτσιλ ήταν αντίθετα ότι έπειθε τους ανθρώπους να ξεχνούν τα γεγονότα. Θα ήταν δυνατόν ο αγγλικός λαός να αφεθή να εξουθενωθή από την πικρή πραγματικότητα της Δουνκέρκης (σ.σ. Ήττα και αγωνιώδης αποχώρηση των Άγγλων από τη Γαλλία στη Μάχη της Δουνκέρκης). Ο Τσώρτσιλ τον έπεισε να μη σκέπτεται παρά την βασίλισσα Ελισάβετ και την ήττα της Αρμάδας. (…)

«Η αξία του Τσώρτσιλ ήταν το να επισείη μια βρεττανική σημαία επάνω από πέντε τανκς και να προτρέπη τον λαό του να φέρεται ωσάν να ήταν δεκαπέντε»

»Ο Τσώρτσιλ ενδιαφερόταν τόσο λίγο για τα γεγονότα ώστε δεν μπορούσε να είναι άνθρωπος δράσεως. Ακόμα και στην πολιτική, όπου συχνά τα λόγια μπορούν να αντικαταστήσουν την δράσι, απέτυχε συχνά.

»Απατήθηκε πλήρως ως προς την νοοτροπία του έθνους κατά το τέλος του πολέμου και αυτό τον έκαμε να χάση τις εκλογές.

»Δεν ηνέχθη ποτέ την παραμικρή αντιπολίτευσι. Το να συζητεί κανείς μαζί του ήταν σαν να παρεμβάλλεται στον δρόμο του, πράγμα που προκαλούσε σ’ αυτόν αντιδράσεις παιδικής βιαιότητος. (…)

Άνθρωπος

»Ήταν δύσκολο να τον μισήση κανείς, ακόμη και οι αντίπαλοί του – τουλάχιστον  στη Βουλή των Κοινοτήτων. Λέω “στη Βουλή των Κοινοτήτων”, γιατί όσοι θυμούνται την δραστηριότητα με την οποίαν αναδιοργάνωσε τις ένοπλες δυνάμεις το 1926, για να τους δώση την δυνατότητα, σε περίπτωσι ανάγκης, να συντρίψουν τους απεργούς, τον θεωρούσαν τέρας.

»Εν τούτοις, στη Βουλή των Κοινοτήτων, παρά την ωμότητα που επεδείκνυε ενίοτε, ήταν αδύνατο να τον μισήση κανείς απολύτως.

»Οι θυμοί του και η παραξενιά του ήταν συχνά σχεδόν ασυγχώρητοι, τόσο ήταν παιδιάστικοί, αλλά κατέληγαν σχεδόν πάντα σε μια έκρηξι οργής ύστερα από την οποίαν ο Τσώρτσιλ λησμονούσε και συγχωρούσε με όση γενναιοφροσύνη επέτρεπε η πολιτική ζωή.

Πολεμικός ηγέτης

»Σαν πολεμικός ηγέτης σε μία δημοκρατικής χώρα, τοποθετείται χωρίς καμμία αμφιβολία ανάμεσα στους μεγαλύτερους, αλλά θα τον θαύμαζα ακόμη περισσότερο αν δεν φαινόταν να απολαμβάνη τόσο πολύ τον πόλεμο.

»Όχι πως διψούσε για αίμα ή ότι δεν αισθανόταν άνετα παρά μέσα σε σφαγές, Απλώς η άσκησις των εξουσιών του του άρεσε τόσο ώστε λησμόνησε να χαρή όταν η φρίκη τελείωσε. (…)

»Ο πόλεμος έσωσε τον Τσώρτσιλ από την πολιτική λήθη και του έδωσε φτερά. Πέταξε. Η μεγάλη του ευκαιρία ήταν ο πόλεμος. Την άρπαξε. Όταν τελείωσε, είμαι βέβαιος ότι σκέφθηκε (…) πως εκείνο που θα επακολουθούσε δεν θα ήταν παρά ένα υστερόγραφο χωρίς σημασία».