Πριν από είκοσι χρόνια, πιθανόν και παραπάνω, οι Α.Μ.Α.Ν (πολύ πριν μετεξελιχθούν σε Ράδιο Αρβύλα και πλέον σε Boomers) σατίριζαν την αχαϊκή «αξάν» του Άρη Σπηλιωτόπουλου. Υποτίθεται πως ως (ο νεαρότερος) εκπρόσωπος Τύπου και εξ απορρήτων του προέδρου Κώστα Καραμανλή, ο Πατρινός πολιτικός εξέφραζε την έντονη απογοήτευσή του για την απόρριψη του Δημήτρη Αβραμόπουλου να συστρατευτεί τότε με τη Νέα Δημοκρατία.

«Πυκνοί καπνοί καλύπτουν τη φιλελεύθερη παράταξή μας» απαντούσε μ’ ένα παχύ ‘νι’ και ‘λι’ ο Αντώνης Κανάκης υποδυόμενος τον Αρ. Σπηλιωτόπουλο έξω από τα γραφεία της Ρηγίλλης. Το χιούμορ της εποχής επέτρεπε τη δημόσια κι ενίοτε ακραία διακωμώδηση τέτοιων ιδιωμάτων και ατομικών χαρακτηριστικών, δεν ενέπιπτε -κακώς- σε κανόνες πολιτικής ορθότητας.

Μέσα στην επόμενη 15ετία, όντας σταθερά εκ των ανθρώπων του προέδρου της ΝΔ -κι εμμέσως η «πέτρα του σκανδάλου» για την ίδρυση του ΛΑΟΣ από τον Γ. Καρατζαφέρη- ο Άρης Σπηλιωτόπουλος θα εκλεγόταν πέντε φορές βουλευτής (Επικρατείας, Β’ Αθηνών) και θα αναλάμβανε δύο σημαντικά κυβερνητικά χαρτοφυλάκια: του Τουρισμού, για 16 μήνες, και της Παιδείας για 10 μήνες.

Η δεύτερη θητεία του είχε συσχετιστεί μάλιστα με την υιοθέτηση της πρώιμης ακόμη ιδέας για την αναθεώρηση του Άρθρου 16 που θα άνοιγε από τότε τον δρόμο για την ίδρυση ιδιωτικών πανεπιστημίων. Ο ίδιος είχε ταχθεί υπέρ και δεν το έκρυβε. Ούτε τώρα το κρύβει.

Αν κι εμφανιζόταν -από διάφορα κέντρα- ως ο φυσικός διάδοχος του Καραμανλή, δεν ενέδωσε ποτέ στις πιέσεις. Ούτε διεκδίκησε εν τέλει την προεδρία του κόμματος, προτιμώντας στην εσωκομματική μάχη που ακολούθησε της παραίτησης Καραμανλή να στηρίξει την υποψηφιότητα της Ντόρας Μπακογιάννη.

Ακολούθως θα δοκίμαζε τις δυνάμεις του κι ως υποψήφιος δήμαρχος Αθηναίων, λαμβάνοντας το επίσημο χρίσμα της ηγεσίας Σαμαρά, έναντι του δημάρχου Νικήτα Κακλαμάνη που κατήλθε στη διαδικασία ως «αντάρτης». Η παρουσία δύο γαλάζιων υποψηφίων, η εκτόξευση των ποσοστών του «αγανακτισμένου» ΣΥΡΙΖΑ στο πρόσωπο του Σακελλαρίδη και η ταυτόχρονα έκρηξη της ακροδεξιάς στο κέντρο της Αθήνας θα τον άφηναν εκτός β’ γύρου.

Ήταν αυτή η τελευταία απόπειρά του να παρέμβει δραστικά στα πολιτικά πράγματα της χώρας. Αποδέχθηκε με πίκρα εκείνη την ήττα που για τον ίδιο προέκυψε εξαιτίας του κερματισμού των ψήφων της ΝΔ, έριξε αυλαία και οπισθοχώρησε κλείνοντας έναν κύκλο εμπλοκής. Προτίμησε εν πολλοίς μια άλλη ζωή, επικεντρωμένη στην επαγγελματική εξέλιξή του μακριά από τα πολλά φώτα της δημοσιότητας.

Το 2024, κι αφού είχε μέσω τρίτων ανοίξει δίαυλο επικοινωνίας με τον Αλ. Τσίπρα, εμφανίζεται πια στο επικοινωνιακό επιτελείο του Στέφανου Κασσελάκη. Άρα και του ΣΥΡΙΖΑ. Αποκλειστικά ως συνεργαζόμενος αναλυτής δημοσκοπήσεων και αποτελεσμάτων από focus groups, όπως ανέφερε η εξήγηση από την Κουμουνδούρου έτσι ώστε να δικαιολογηθεί η διαρροή που είχε προκύψει τις αμέσως προηγούμενες ώρες περί ανάληψης επιτελικής θέσης.

Είχαν προηγηθεί ήδη συχνές εμφανίσεις – αναλύσεις του σε τηλεοπτικούς σταθμούς κεντροαριστερής κατευθύνσεως που υπονοούσαν έναν συσχετισμό. Πιθανόν, όχι τυχαία.

«Δεν σχολιάζω τα του οίκου μου είτε πρόκειται για συμβούλους, για εργαζομένους» ελίχθηκε σε τηλεοπτική συνέντευξή του ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ που πάντως είχε ανοίξει ήδη το δικό του σπίτι στο Κολωνάκι.

Είπε και κάτι άλλο βέβαια, ενδεχομένως σημαντικότερο: «Χτίζουμε ένα κοινωνικό μέτωπο», για την υλοποίηση του οποίου «ένας κούκος δεν φέρνει την άνοιξη».

Ποιο είναι αυτό το κοινωνικό μέτωπο; Μα, ξεκάθαρα πια, η προοδευτική μετατόπιση του κόμματος που ηγείται τους τελευταίους μήνες προς το αμιγώς κέντρο. Είτε αυτό το κόμμα θα λέγεται ΣΥΡΙΖΑ μετά τις Ευρωεκλογές είτε όχι. Ένα κοινωνικό μέτωπο που αναζητά συμμαχίες ολοένα και πιο δεξιά, ένα κοινωνικό μέτωπο που απευθύνεται σ’ ένα άλλο, «πατριωτικότερο», ακροατήριο.

Ο Άρης Σπηλιωτόπουλος, όπως κι άλλα πρώην στελέχη της «καραμανλικής» πτέρυγας της ΝΔ που συμπλέουν με την αξιωματική αντιπολίτευση πια, αυτό ακριβώς εκφράζουν. Το εκσυγχρονιστικό πλην απολύτως φιλελεύθερο κομμάτι της. Αρκετά πιο κοντά στο κέντρο απ’ όσο στην παραδοσιακή δεξιά, υιοθετώντας πολλές ανάγκες της εποχής, αλλά πάντα σε σαφή απόσταση από το προφίλ ενός κόμματος που επιμένει να εμφανίζεται ως αριστερών πεποιθήσεων και θέσεων.

Σε αυτή τη χρονική περίοδο του Στέφανου Κασσελάκη φαίνεται πως τού αρκεί το γεγονός πως αυτοί με τους οποίους συμμαχεί έχουν ταχθεί αναφανδόν απέναντι στον Κυριάκο Μητσοτάκη και δεν τον αφήνουν σε «χλωρό κλαρί». Φαίνεται πως του αρκεί η συγκέντρωση ψήφων από δεξαμενές που ο ΣΥΡΙΖΑ δεν είχε ποτέ πρόσβαση, ούτε υπήρχε περίπτωση να έχει με άλλο πρόσωπο στην ηγεσία.  Φαίνεται πως του αρκεί ν’ αυξήσει τα ποσοστά του με όποιον τρόπο είναι αυτό είναι εφικτό, συμβατικό ή αντισυμβατικό.

Οι πυκνοί καπνοί έχουν αλλάξει πλέον γειτονιά.