Μπορούσε να κλέβει την παράσταση. Ανετα. Αρκει να τον θυμηθούμε δικηγόρο αρπακτικό στο «Ο ταχυδρόμος χτυπάει πάντα δυο φορές» (1981) του Μπομπ Ράφελσον, ή μια δεκαετία αργότερα, αμείλικτο ιδιοκτήτη κινηματογραφικού στούντιο στο αριστούργημα των αδελφών Τζόελ και Ίθαν Κόεν «Μπάρτον Φινκ». Για αυτήν άλλωστε την ερμηνεία του (την οποία στήριξε στον πραγματικό παραγωγό του Χόλιγουντ Τζακ Γουορνερ) , ο Μάικλ Λέρνερ που το περασμένο Σάββατο απεβίωσε σε ηλικία 81 ετών προτάθηκε για μια και μοναδική φορά στην πλούσια καριέρα του για το Οσκαρ (στην κατηγορία του Β’ ανδρικού ρόλου).

Βέρος Νεουρκέζος ο Μ. Λέρνερ γεννήθηκε στο Μπρούκλιν (22 Ιουνίου 1942), πέρασε δύο χρόνια σπουδάζοντας στην Ακαδημία Μουσικής και Δραματικών Τεχνών του Λονδίνου και κατά την διάρκεια της επαγγελματικής του ζωής υπήρξε ένας από τους πιο πολύτιμους «ρολίστες» του αμερικανικού κινηματογράφου και της τηλεόρασης. Σε μια περίοδο μάλιστα που καλύπτει ακριβώς έξι δεκαετίες, αν ληφθεί υπόψη ότι ο Λέρνερ άρχισε να παίζει στην τηλεόραση το 1963 (ντεμπούτο σε ένα επεισόδιο της τηλεοπτικής σειράς «Δόκτωρ Κιλντέρ») και τελευταία του εμφάνιση έγινε μόλις πέρσι στην ταινία «Pervyy Oscar», όπου συμπτωματικά ‘έπαιξε έναν άλλο μεγιστάνα του Χόλιγουντ, τον Λούις Μπ. Μέγιερ.

Όμως τα πρώτα του βήματά του ο Λέρνερ τα έκανε στο θέατρο και μάλιστα αφιλοκερδώς καθώς ήταν μέλος του μη κερδοσκοπικού θιάσου American Conservatory Theatre στο Σαν Φρανσίσκο. Το κινηματογραφικό ντεμπούτο του έγινε το 1970 στην ταινία του Πολ Μαζούρσκι «Alex in Wonderland», ενώ στο σύνολό τους οι εμφανίσεις του σε οπτικοακουστικά μέσα ξεπερνούν τις 180.

Ο Λέρνερ ήταν ο ορισμός του επαγγελματία, έπαιζε στα πάντα γιατί έτσι έβγαζε το ψωμί του. Είχε περάσει από τηλεοπτικές σειρές όπως ο «Κότζακ», οι «Φάκελλοι Ρόκφορντ», οι «Δρόμοι του Σαν Φρανσίσκο» και «Μαγκάιβερ» αλλά συγχρόνως συνεργαζόταν με κορυφαίους σκηνοθέτες, όπως οι προαναφερθέντες, ο Τζον Σέιλς στο αθλητικό δράμα «Οκτώ παίκτες έξω», ο Μάικλ Ρίτσι στον «Υποψήφιο» και ο Γούντι Αλεν στις «Διασημότητες». Το νεότερο κοινό πιθανόν να τον θυμάται στην περιπέτεια «X-Men: Ημέρες ενός ξεχασμένου μέλλοντος»