Στο πλέον κάπως μακρινό 2003, η ελληνική Βουλή ψήφιζε στις 3 Ιουνίου ένα νομοσχέδιο με τον τίτλο «Ομολογιακά δάνεια, τιτλοποίηση απαιτήσεων και απαιτήσεων από ακίνητα και άλλες διατάξεις». Η κυβέρνηση τότε ήταν του ΠΑΣΟΚ με πρωθυπουργό τον Κώστα Σημίτη.

Το νομοσχέδιο αυτό παρουσιαζόταν ως ένα αναγκαίο βήμα εκσυγχρονισμού της οικονομίας σε αναπτυξιακή κατεύθυνση αφού παρείχε επιπλέον χρηματοδοτικά εργαλεία στις επιχειρήσεις, όπως ήταν τα ομολογιακά δάνεια, και εισήγαγε μια επιπλέον καινοτομία, που ήταν η τιτλοποίηση απαιτήσεων.

20 χρόνια μετά η ίδια αυτή έννοια της τιτλοποίησης είναι στο επίκεντρο της αντιπαράθεσης γύρω από το ποιος έχει δικαίωμα να προχωράει σε πλειστηριασμούς ακινήτων που είναι ενέχυρα σε «κόκκινα δάνεια».

 

Διαδρομές της τιτλοποίησης

Η τιτλοποίηση και στη χώρα μας και διεθνώς αναφέρεται στην ομαδοποίηση ομοειδών απαιτήσεων (στοιχεία του ενεργητικού)όπως είναι τα ενυπόθηκα δάνεια για αγορά κατοικίας, άλλα δάνεια και οφειλές σε ένα χαρτοφυλάκιο αναφοράς και την εκχώρηση αυτών σε κάποιο οντότητα ειδικού σκοπού, που με τη σειρά της εκδίδει χρεόγραφα χρησιμοποιώντας ως εξασφάλιση τις εκχωρηθείσες απαιτήσεις.

Το άρθο 10 του Ν. 3156/2003, που εισήγαγε την τιτλοποίηση στην ελληνική έννομη τάξη όριζε την «τιτλοποίηση απαιτήσεων» ως την «μεταβίβαση επιχειρηματικών απαιτήσεων λόγω πώλησης με σύμβαση που καταρτίζεται εγγράφως μεταξύ “μεταβιβάζοντος” και “αποκτώντος” σε συνδυασμό με την έκδοση και διάθεση, με ιδιωτική τοποθέτηση μόνον, ομολογιών οποιουδήποτε είδους ή μορφής, η εξόφληση των οποίων πραγματοποιείται: (α) από το προϊόν είσπραξης των επιχειρηματικών απαιτήσεων που μεταβιβάζονται ή (β) από δάνεια, πιστώσεις παραγώγων χρηματοοικονομικών μέσων».

Επρόκειτο για μια πραγματική τομή, καθώς για πρώτη φορά μπορούσε μια επιχείρηση να πουλήσει τις απαιτήσεις που είχε, άρα να απαλλαγεί από αυτές και να έχει επιπλέον χρηματοδότηση και ταυτόχρονα μια άλλη επιχείρηση να διαμορφώσει ένα διαπραγματεύσιμο χρηματοοικονομικό προϊόν ακριβώς επειδή είχε αποκτήσει τη δυνατότητα αυτή να εισπράξει αυτές τις απαιτήσεις.

Η κίνηση αυτή εντασσόταν σε μια συνολικότερη τάση αυξημένης «χρηματιστικοποίησης» της οικονομίας που ήταν ένα βασικό χαρακτηριστικό των δεκαετιών του 1990 και 2000. Και αυτό γιατί δεν ήταν απλώς ότι κάποιος άλλος αναλάμβανε τις απαιτήσεις μιας επιχειρήσεις, π.χ. τα δάνεια που αυτή ανέμενε να εισπράξει, αλλά και ότι αυτές οι απαιτήσεις, με τη σειρά τους, γίνονταν ένα χρηματιστηριακό προϊόν γύρω από το οποίο μπορούσε να υπάρχει μια επιπλέον αγορά.

Η τιτλοποίηση ξεκίνησε αρκετά πιο επιθετικά στις ΗΠΑ, όπου άλλωστε μορφές τιτλοποίησης ήταν σε εφαρμογή από σχετικά νωρίς, αλλά σταδιακά, ιδίως στη δεκαετία του 2000 πέρασε και στην Ευρώπη.

Οι υποστηρικτές υποστήριζαν ότι ως πρακτική είχε δύο βασικά πλεονεκτήματα: (α) ήταν ένας τρόπος να αποκτούν οι επιχειρήσεις επιπλέον ρευστότητα και (β) ήταν ένας τρόπος να διαχέεται και να επιμερίζεται ο κίνδυνος και άρα το κόστος να γίνεται μικρότερο.

Η εμπειρία του 2008

Όμως, αποδείχτηκε ότι τα πράγματα δεν ήταν ούτε τόσο απλά, ούτε και τόσο ρόδινα. Η τιτλοποίηση και η διαμόρφωση μεγάλων αγορών γύρω από τις τιτλοποιημένες είχε διάφορα προβλήματα, καθώς οδηγούσε σε μικρότερο έλεγχο του αξιόχρεου αυτών έναντι των οποίων ήταν οι απαιτήσεις, ενώ σε συνδυασμό με την ανάπτυξη των σύνθετων χρηματοοικονομικών παραγώγων έδωσε την ψευδαίσθηση ότι μπορούσε όχι απλώς να επιμεριστεί αλλά να εξαλειφθεί ο κίνδυνος.

Μόνο που διαψεύστηκαν οικτρά. Η παγκόσμια οικονομική κρίση του 2008 είχε ως αφετηρία ακριβώς τα προβλήματα από την τιτλοποίηση. Και αυτό γιατί αποδείχτηκε ότι διαμόρφωναν μια «φούσκα» που ήταν ζήτημα χρόνου πότε θα σκάσει. Γι’ αυτό και η θρυαλλίδα ήταν τιτλοποιημένα στεγαστικά δάνεια για τα οποία δεν ήταν δεδομένη η φερεγγυότητα των δανειοληπτών και γι’ αυτό χαρακτηρίζονταν sub-prime. Όμως, παρότι θα φαινόταν προφανές ότι το να δανείζεις μαζικά σε ανθρώπους που κάποια στιγμή απλώς δεν θα μπορούσαν να πληρώσουν τις δόσεις των δανείων ήταν μια μάλλον καταστροφική επιλογή, θεωρήθηκε ότι η τιτλοποίηση και τα παράγωγα προστάτευαν έναντι αυτού του κινδύνου. Η τελική εξέλιξη διέψευσε οικτρά και άνοιξε μια μεγάλη συζήτηση για τα πιθανά προβλήματα από την τιτλοποίηση.

Τιτλοποίηση και κόκκινα δάνεια

Το θεσμικό πλαίσιο της τιτλοποίησης στην Ελλάδα θα μετασχηματιστεί στην περίοδο των Μνημονίων, όταν προέκυψε το ζήτημα των «κόκκινων δανείων» και του πώς οι τράπεζες θα μπορούσαν να απαλλαγούν από αυτά με το να τα μεταβιβάσουν σε άλλες εταιρείες. Τα πράγματα έκανε ακόμη πιο σύνθετα το γεγονός ότι θεσπίστηκαν δύο είδη «οντοτήτων ειδικού σκοπού», αυτές στις οποίες θα μεταβιβάζονταν απαιτήσεις και αυτές που θα τις διαχειρίζονταν, με βασικό νόμο τον 4354/2015, με κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ και πρωθυπουργό Αλέξη Τσίπρα.

Το ενδιαφέρον ότι πλέον εδώ μιλάμε για μη εξυπηρετούμενα δάνεια και απαιτήσεις και ότι δεν υπάρχει η πρόβλεψη για έκδοση ομολογιών με ιδιωτική τοποθέτηση όπως προέβλεπε ο νόμος του 2003.

Αυτό με έναν τρόπο αποτυπώνει και την αλλαγή της συγκυρίας ανάμεσα στο 2003 και το 2015. Το 2003, παραμονές των Ολυμπιακών Αγώνων και πριν την… βίαιη προσγείωση στην πραγματικότητα του τέλους της δεκαετίας, η έμφαση ήταν στο ότι τα δάνεια και οι κάθε λογής απαιτήσεις μπορούσαν να γίνουν πεδίο επένδυσης και δημιουργίας επιπλέον ρευστότητας για την οικονομία. Το 2015, η έμφαση ήταν πλέον στην απαλλαγή από το βάρος των «κόκκινων δανείων». Από το «εργαλείο για την ανάπτυξη» περάσαμε στη «διευκόλυνση των πλειστηριασμών».

Όμως, ο μηχανισμός παραμένει ίδιος: η δυνατότητα τιτλοποίησης και μεταβίβασης απαιτήσεων. Ένας μηχανισμός που ουδέποτε συζητήθηκε, πρώτα και κύρια στη δημόσια σφαίρα, με τη σοβαρότητα που του αναλογούσε. Στη μία περίπτωση θεωρήθηκε αυτονόητο τμήμα ενός οικονομικού «συρμού» της εποχής, στη δεύτερη εξίσου αυτονόητη «συμμόρφωση» προς τις απαιτήσεις της Τρόικας.