Τέσσερις πολιτικοί και ένας άνθρωπος του πολιτισμού στρέφουν πάνω τους τα φώτα της δημοσιότητας με φόντο την ουκρανική κρίση.

Εμανουέλ Μακρόν: Το «πρόσωπο» της Ευρώπης

Για «ηθικό και πολιτικό κυνισμό» κατηγόρησε χθες τον Βλαντίμιρ Πούτιν ο Εμανουέλ Μακρόν, αναφερόμενος στον τρόπο που χειρίζεται η Μόσχα τους «ανθρωπιστικούς διαδρόμους» στις πολιορκούμενες πόλεις της Ουκρανίας.

Δεν χωράει αμφιβολία ότι ο πρόεδρος της Γαλλίας – και προεδρεύων της ΕΕ για το τρέχον εξάμηνο – είναι ο ευρωπαίος ηγέτης ο οποίος μπορεί να ισχυριστεί ότι γνωρίζει καλύτερα από όλους τους άλλους τον ρώσο ομόλογό του, με τον οποίο διατηρεί ανοιχτή γραμμή επικοινωνίας, ακόμη και μετά την έναρξη της εισβολής στην Ουκρανία. Η τελευταία φορά που μίλησαν οι δύο στο τηλέφωνο, για πολλοστή φορά, ήταν την Κυριακή – χωρίς και πάλι να υπάρξει απτό αποτέλεσμα που θα δημιουργούσε ελπίδες για μια κατάπαυση του πυρός.

Ο ιδιαίτερος ρόλος του Μακρόν αναγνωρίζεται και από τις Ηνωμένες Πολιτείες. Ετσι, πέρα από τη χθεσινή τηλεδιάσκεψη ανάμεσα σε Μακρόν και Τζο Μπάιντεν, με τη συμμετοχή του καγκελαρίου της Γερμανίας Ολαφ Σολτς και του πρωθυπουργού της Βρετανίας Μπόρις Τζόνσον, σήμερα πρόκειται να βρεθεί στο Παρίσι και να περάσει τις πόρτες του Μεγάρου των Ηλυσίων ο αμερικανός υπουργός Εξωτερικών.

Ο Αντονι Μπλίνκεν θα πληροφορηθεί από πρώτο χέρι τις εκτιμήσεις του Μακρόν για τις επόμενες κινήσεις του Πούτιν, προσπαθώντας ταυτόχρονα να διατηρήσει αρραγές το μέτωπο της Δύσης απέναντι στη Ρωσία, αλλά και να επιτύχει ακόμη καλύτερο συντονισμό σε όλα τα επίπεδα.

Σε αυτό το φόντο, οι γαλλικές προεδρικές εκλογές – ο πρώτος γύρος των οποίων διεξάγεται σε περίπου έναν μήνα από σήμερα (στις 10 Απριλίου) – περνούν ασφαλώς σε δεύτερη μοίρα για τον Μακρόν, ο οποίος μόλις προχθές ανακοίνωσε και επισήμως την υποψηφιότητά του. Πάντως, παρά το γεγονός ότι δεν έχει σημειώσει κάποια θεαματική επιτυχία στο διπλωματικό πεδίο και οι προσπάθειές του να αποφευχθεί ο πόλεμος ναυάγησαν, όλα δείχνουν ότι δημοσκοπικά οι εξελίξεις τον ωφελούν. Απόδειξη το γεγονός ότι διευρύνει τη διαφορά του από τη δεύτερη Μαρίν Λεπέν και αναμένεται να διασφαλίσει σχετικά άνετα τη δεύτερη θητεία.

Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν: Το «ανατολίτικο παζάρι»

Η Τουρκία υπερψήφισε, κατά την πρόσφατη ΓΣ του ΟΗΕ, το καταδικαστικό για τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία ψήφισμα, ενώ έχει επανειλημμένως και σε όλα τα επίπεδα υποστηρίξει ρητά και κατηγορηματικά την εδαφική της ακεραιότητα και κυριαρχία. Ταυτόχρονα, όμως, έχει διαμηνύσει πως, για την ώρα τουλάχιστον, δεν προτίθεται να ευθυγραμμιστεί με τους εταίρους της στο ΝΑΤΟ και την υπόλοιπη Δύση στην επιβολή κυρώσεων κατά της Μόσχας.

Ετσι, ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν συνεχίζει τις ασκήσεις λεπτής ισορροπίας πατώντας σε δύο βάρκες – με το επιχείρημα ότι τόσο η Ουκρανία όσο και η Ρωσία είναι φίλες χώρες και δεν θέλει να τα χαλάσει με καμία από τις δύο.

Η τακτική αυτή έφερε ήδη τους πρώτους καρπούς για τον πρόεδρο της Τουρκίας. Από τη μία, όπως έγινε γνωστό χθες, η Αττάλεια θα φιλοξενήσει την ερχόμενη Πέμπτη 10 Μαρτίου την πρώτη συνάντηση ανάμεσα στους υπουργούς Εξωτερικών των δύο εμπόλεμων χωρών, τον Ρώσο Σεργκέι Λαβρόφ και τον Ουκρανό Ντμίτρο Κουλέμπα.

Από την άλλη, η Τουρκία είναι το μοναδικό κράτος – μέλος του ΝΑΤΟ που δεν περιλαμβάνεται στη λίστα που κατάρτησε και έδωσε στη δημοσιότητα η Μόσχα με τις χώρες οι οποίες «έχουν προχωρήσει σε μη φιλικές ενέργειες απέναντι στη Ρωσία, τις επιχειρήσεις και τους πολίτες της».

Με αυτόν τον τρόπο, ο Ερντογάν – ο οποίος την Κυριακή συνομίλησε τηλεφωνικά με τον Πούτιν, ενώ αύριο ετοιμάζεται να υποδεχθεί τον πρόεδρο του Ισραήλ, Ισαάκ Χέρτζογκ, σε ένα ιστορικό ταξίδι για τις σχέσεις των δύο χωρών – κάνει ένα αποφασιστικό βήμα προς τον στόχο που έχει θέσει: Να αποτελέσει τον βασικό διαμεσολαβητή ανάμεσα σε Μόσχα και Κίεβο και, ει δυνατόν, να αποτελέσει τον καταλύτη για την κατάπαυση του πυρός και την επιστροφή στον δρόμο της διπλωματίας.

Εφόσον το πετύχει, δεν χωράει αμφιβολία πως ο συνολικός γεωπολιτικός ρόλος της Τουρκίας θα αναβαθμιστεί σημαντικότατα, αναδεικνύοντάς την σε αδιαμφισβήτητη περιφερειακή υπερδύναμη – ενώ ο ίδιος ο Ερντογάν θα έχει περισσότερες ελπίδες να ανατρέψει το εις βάρος του κλίμα στο εσωτερικό πολιτικό σκηνικό.

Ναφτάλι Μπένετ: Ο ειδικός διαμεσολαβητής

Η επίσκεψη – αστραπή που πραγματοποίησε το Σάββατο στη Μόσχα ο πρωθυπουργός του Ισραήλ, προκειμένου να συναντήσει (επί τρίωρο) τον Βλαντίμιρ Πούτιν, αποτέλεσε μεγάλη έκπληξη για τους περισσότερους. Ο Ναφτάλι Μπένετ έγινε, έτσι, ο πρώτος ουσιαστικά ξένος ηγέτης ο οποίος βρέθηκε πρόσωπο με πρόσωπο με τον πρόεδρο της Ρωσίας μετά την έναρξη της εισβολής στην Ουκρανία – ανταποκρινόμενος, όπως έγινε επισήμως γνωστό, στην έκκληση που του απηύθυνε το Κίεβο και προσωπικά ο Βολοντίμιρ Ζελένσκι. Κι αυτό είναι κάτι που, αντικειμενικά, φέρνει τον ίδιο και το Ισραήλ στο επίκεντρο των διαμεσολαβητικών προσπαθειών για τον τερματισμό του πολέμου ή, τουλάχιστον, της συγκεκριμένης φάσης του.

Η εξέλιξη αυτή δεν είναι φυσικά τυχαία και έχει άμεση σχέση με τους ιδιαίτερους δεσμούς του Ισραήλ τόσο με τη Ρωσία όσο και με την Ουκρανία, δύο χώρες με πολυπληθείς εβραϊκές κοινότητες. Ειδικά με τη Μόσχα και τον Πούτιν, ωστόσο, η κυβέρνηση του Ισραήλ έχει δύο επιπλέον λόγους για να διατηρεί ανοιχτούς διαύλους επικοινωνίας και όσο το δυνατόν καλύτερες σχέσεις, παρά τις δραματικές εξελίξεις – κάτι που επίσης την έχει κάνει να μην υιοθετεί (προς το παρόν) τις διεθνείς κυρώσεις: Αφενός, την κατάσταση στη Συρία, όπου οι ρωσικές δυνάμεις ουσιαστικά «ανέχονται» τις διαρκείς επιδρομές των Ισραηλινών εις βάρος δυνάμεων του καθεστώτος Ασαντ και του Ιράν που βρίσκονται εκεί. Αφετέρου, τις εν εξελίξει διαπραγματεύσεις για το πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν, στις οποίες η Μόσχα διαδραματίζει κεντρικό και καθοριστικό ρόλο (αναλυτικά στο δισέλιδο 12-13).

Σε κάθε περίπτωση, μετά το ταξίδι του και τις αλλεπάλληλες επικοινωνίες που ακολούθησαν με τον Ζελένσκι, τους ηγέτες ΗΠΑ και Ευρώπης (με τον Ολαφ Σολτς συναντήθηκε και διά ζώσης στο Βερολίνο, όπου μετέβη απευθείας μετά τη Μόσχα) και ξανά με τον Πούτιν, ο Μπένετ δεν μοιάζει να είναι πολύ αισιόδοξος για την έκβαση της προσπάθειάς του. «Θα συνεχίσουμε να συνδράμουμε όπου μας ζητηθεί, έστω και αν οι πιθανότητες (επιτυχίας) δεν είναι μεγάλες», δήλωσε χαρακτηριστικά στην ενημέρωση που έκανε προς το υπουργικό συμβούλιο του Ισραήλ.

Σεργκέι Σοϊγκού: Ο έμπιστος «αναλώσιμος»

Ο υπουργός Αμυνας της Ρωσίας βρίσκεται, αναμφίβολα, στο επίκεντρο της κρίσης που έχει πυροδοτήσει η ρωσική εισβολή στην Ουκρανία, έχοντας πάρει τη θέση του Σεργκέι Λαβρόφ, ο οποίος βρισκόταν στο προσκήνιο όσο ο πρώτος λόγος ανήκε στη διπλωματία. Πλέον, με τα όπλα να ηχούν εδώ και 13 ημέρες και όλες τις απόπειρες διαπραγματεύσεων και εκεχειρίας να έχουν πέσει στο κενό, ο Σεργκέι Σοϊγκού είναι – δικαίως – αυτός που αισθάνεται το μεγαλύτερο άγχος και, την ίδια στιγμή, είναι αντικειμενικά ο πλέον εκτεθειμένος. Τόσο στο εξωτερικό, όπως αποδεικνύει το γεγονός ότι ήδη του έχουν επιβληθεί βαριές κυρώσεις από τη Δύση, όσο και στο εσωτερικό.

Ο 66χρονος Σοϊγκού γνωρίζει, άλλωστε, πως εάν τα πράγματα δεν εξελιχθούν καλά στα πεδία των μαχών και το σχέδιο το οποίο έχει καταστρώσει καταρρεύσει, είναι ο πρώτος που θα την πληρώσει. Το γεγονός ότι συγκαταλέγεται ανάμεσα στους «πιστότερους των πιστών» του Βλαντίμιρ Πούτιν δεν πρόκειται να τον γλιτώσει από την μήνιν του αφεντικού του Κρεμλίνου, εφόσον αναγκαστεί να αναζητήσει αποδιοπομπαίο τράγο. Εξάλλου, συμπληρώνοντας ήδη μία δεκαετία στη συγκεκριμένη θέση (ανέλαβε καθήκοντα το 2012), ο «Τσάρος» έχει κάθε λόγο να τον θεωρήσει υπεύθυνο για τις όποιες αποτυχίες.

Σε μια τέτοια περίπτωση, μάλιστα, το γεγονός ότι ο Σοϊγκού είναι μισός Ουκρανός, από την πλευρά της μητέρας του, κάθε άλλο παρά βέβαιο είναι ότι θα λειτουργήσει υπέρ του. Μάλλον το αντίθετο είναι το πιο πιθανό, καθώς θα βρεθούν αρκετοί που θα του χρεώσουν «μαλθακότητα» λόγω καταγωγής, ζητώντας την κεφαλή του επί πίνακι. Κι αυτό, παρά το γεγονός ότι κατά την περίφημη (και σκηνοθετημένη) συνεδρίαση του Συμβουλίου Εθνικής Ασφαλείας της Ρωσίας πριν από την εισβολή ήταν αυτός ο οποίος εξαπέλυσε τις πιο βαριές κατηγορίες κατά της Ουκρανίας και της κυβέρνησής της, ισχυριζόμενος ότι «εκεί υπάρχουν περισσότερες διαθέσιμες τεχνολογίες, ειδικοί και παραγωγικές δυνατότητες από ό,τι στο Ιράν και τη Βόρεια Κορέα» για να αποκτήσει η χώρα πυρηνικό οπλοστάσιο.

Εμίρ Κουστουρίτσα: Του αφαίρεσαν το βραβείο

Οι αντιδράσεις μακριά από τα πεδία του μαινόμενου πολέμου συνεχίζονται στον τομέα του πολιτισμού. Το τελευταίο παράδειγμα είναι η αφαίρεση του βραβείου Cristian από τον σημαντικό σέρβο σκηνοθέτη Εμίρ Κουστουρίτσα που του είχε απονείμει το Διεθνές Φεστιβάλ Κινηματογράφου Fabiofest το 2017 για την προσφορά του στον παγκόσμιο κινηματογράφο. Τα μέλη του Φεστιβάλ κατέληξαν σε αυτή την απόφαση επειδή την παραμονή της επίθεσης της Ρωσίας στην Ουκρανία ο Κουστουρίτσα αποδέχθηκε την πρόταση του ρώσου υπουργού Αμυνας Σεργκέι Σοϊγκού να γίνει διευθυντής του Κεντρικού Ακαδημαϊκού Θεάτρου του Ρωσικού Στρατού στη Μόσχα.

Αυτό δήλωσε ο Καμίλ Σπασίλ, διευθυντής του Φεστιβάλ, στο τσεχικό πρακτορείο CTK. Την πρωτοβουλία της αφαίρεσης του βραβείου από τον Κουστουρίτσα, ο οποίος σπούδασε σκηνοθεσία στην Πράγα, πήρε ο ιδρυτής και επίτιμος πρόεδρος του Φεστιβάλ Φέρο Φένιτς. Μάλιστα τόνισε ότι και τότε είχε εκφράσει την αντίθεσή του να απονεμηθεί στον Κουστουρίτσα το βραβείο λόγω της «τάσης του να θαυμάζει ολοκληρωτικούς ηγέτες και να τους υποστηρίζει». Σύμφωνα με τον Φένιτς, «παρά το ταλέντο του σκηνοθέτη δεν πληροί τις ηθικές και δημοκρατικές αξίες και τα κριτήρια για το βραβείο».

Να σημειωθεί ότι ο Κουστουρίτσα είχε λάβει το 2019 το παράσημο της Αξίας από τον πρόεδρο της Τσεχικής Δημοκρατίας Μίλο Ζέμαν λίγο μετά αφότου ο σέρβος σκηνοθέτης είχε παρασημοφορηθεί από τον ρώσο πρόεδρο Βλαντίμιρ Πούτιν. Στις 21 Φεβρουαρίου το πρακτορείο Tass ανακοίνωσε ότι ο Κουστούρίτσα ανακοίνωσε ότι πρόκειται να αναλάβει τα ηνία του Θεάτρου του Ρωσικού Στρατού, το οποίο, σύμφωνα με τον ίδιο, έχει «μεγάλη ιστορία και παράδοση», μετά την πρόταση του ρώσου υπουργού. Σύμφωνα με το BBC, o Κουστουρίτσα, μιλώντας στο Sputnik, δήλωσε ότι δεν πρόκειται να είναι διευθυντής του Θεάτρου του Ρωσικού Στρατού, απλώς θα ανεβάσει κάποιες ταινίες στο σανίδι.