Έχω ένα παράδειγμα ζωής και θάρρους απέναντι στη ζωή. Είναι η κύρια Τζίνα Πολίτη γεννημένη το 1930.
Δηλαδή ένα ενενηντα-δυάχρονο κορίτσι – γιατί περί αυτού πρόκειται.

Τι σημαίνει αυτό;

Σημαίνει πως εκτός του ότι ένας άνθρωπος που σκέφτεται είναι παιδί κατά βούληση, είναι συγχρόνως -σε αντιδιαστολή με τον εγωιστή ποιητή- ένας άνθρωπος αλτρουιστής εκ των συνθηκών, όχι τόσο της ζωής του, όσο της σκέψης του ως παραγωγού εννοιών και αισθημάτων.

Αυτή τη γυναίκα που δίδαξε στο Καίμπριτζ και στο ΑΠΘ, που βραβεύτηκε για την «εξαίρετη πανεπιστημιακή διδασκαλία» της, που μας γνώρισε τί θα πει «κείμενο» και πως -αν ξέρουμε να διαβάζουμε- από «καταναλωτές» γινόμαστε «παραγωγοί» του, την έμαθα, έφηβος από τον Ελύτη.

Ποια είναι, αναρωτιόμουν, αυτή η «Τζίνα Πολίτη» που ο ποιητής της αφιέρωσε, φαρδιά πλατιά, την ωραιότερη ερωτική ποιητική συλλογή που γράφτηκε ποτέ; Τις
«Έξι και μία τύψεις για τον ουρανό».

Ποια είναι «εκείνη» η «αλλιώς ωραία»;

Το τί σήμαινε αυτό το
«αλλιώς» του Ελύτη, το διαπίστωσα -ο «αγράμματος»- όταν την διάβασα.

Όταν διέκρινα την δική μας Τζωρτζίνα Στάινερ στα κείμενα και τα διακείμενά της.

Κι όταν, με το τελευταίο της βιβλίο, που κυκλοφόρησε μόλις σ’ αυτή την δύσκολη εποχή, είδα (μου έδειξε) γιατί «το κακό ενέσκηψε λόγω των δικών μας άνομων, αμαρτωλών συναλλαγών»*

Μιλώντας το 2019 στην παρουσίαση του βιβλίου «Ζακ/Jackie Oh» για τον δολοφονημένο Ζακ, η Τζίνα έκλεισε την θαρραλέα ομιλία της με την «Μαρία Νεφέλη» του Ελύτη, εξηγώντας του outre tombe – για λογαριασμό όλων μας- τί σήμαινε τότε το «Αλλιώς ωραία» του. Σήμαινε πολιτική αντίσταση.

Για την Τζίνα πάντως, το
«αλλιώς» δείχνει αυτό που τώρα συμβαίνει: ότι «το τέλος του ψυχρού πολέμου δεν έχει σημάνει ακόμα», διότι «ο
θρίαμβος του απρόβλεπτου είναι δεδομένος», επειδή
«τα ρολόγια γύρισαν ανάποδα και απελπισμένα δείχνουν τον θάνατο».

Δηλώνει όμως και κάτι που αφορά την μελαγχολία τής δικής μας Αριστεράς: ότι στο ερώτημα «Τί να κάνουμε;» του Λένιν, απαντά ο Φρόιντ -δια στόματος Τζίνας: «Η μελαγχολία είναι κακός σύμβουλος όταν το υποκείμενο προσκολλάται στο όνομα του χαμένου αντικειμένου του πόθου του».

Απαντά όμως και ο δικός της Μπέκετ όταν την προκαλεί λέγοντας ότι πρέπει να συνεχίσει,
δεν μπορεί να συνεχίσει,
και συνεχίζει.

Ο αγαπημένος της Άμλετ τής μιλά για έναν «αλλιώς» χρόνο «έξω από τους αρμούς».
Ο Μπένγιαμιν για μια Ιστορία » ως διεργασία ακατάσχετης παρακμής».
«Στο γραπτό μου», υπονοεί εκείνη, κλείνοντας αυτό το σοφό βιβλίο, «μιλούν δύο υποκείμενα: το υποκείμενο της νιότης και το υποκείμενο του γήρατος. Το ένα, θυμάται και πάσχει, το άλλο διαβάζει και ποιεί. Και τα δύο βιώματα απορρέουν από μιά ποιητική μεταφορά που μεταλλάσσει το παρελθόν σε ‘ακατοίκητο μουσείο’.»
Και όμως, μια άλλη ποιητική μεταφορά βάζει να κατοικήσει μέσα σ’ αυτό το μουσείο η «ανομολόγητη κοινότητα»
ημών όλων που επιμένουν, όπως εσύ Τζίνα -αλλιώς.

* «Περί μυθιστορίας,
διαφθοράς και άλλων τινών»,
εκδόσεις Νήσος, Αθήνα 2022.