Κι εκείνος κι εκείνος κι εκείνος που σωπαίνει θα χαθεί, θα χαθεί.

Παπαντόπ, Γιάννης Μαρκόπουλος – Μήτσος Κασόλας

Ηυπόθεση της αναγέννησης ενός κόμματος αφορά τη θεωρία, την εμπειρία, την πολιτική προοπτική. Είναι ζήτημα μνήμης, πάθους, παραδείγματος, ορθού λόγου, σχεδίου. Για την ερμηνευτική προσέγγιση του ιστορικού κύκλου ενός πολιτικού κόμματος και ειδικότερα του ΠαΣοΚ, όχι τόσο ή μόνον τη στιγμή της ίδρυσής του, χρήσιμα αναλυτικά εργαλεία κατά τη γνώμη μου αποτελούν η περίφημη θεωρία του Μαξ Βέμπερ για τους ιδεοτύπους της εξουσίας και η κλασική μελέτη του Ρόμπερτ Μίχελς για τα πολιτικά κόμματα. Αμφότερα διατυπώθηκαν στις αρχές του 20ού αιώνα, όταν βρισκόταν σε πλήρη εξέλιξη η ανάπτυξη του μαζικού κομματικού φαινομένου, του λεγόμενου κόμματος μαζών, κατά τη γνωστή τυπολογία του Μορίς Ντιβερζέ, ιδίως των ευρωπαϊκών σοσιαλδημοκρατικών κομμάτων, κύρια του SPD.

Η εξέλιξη του ΠαΣοΚ μπορεί να διαβαστεί μέσα από τη συνύπαρξη, διαπάλη, διαδοχή, διολίσθηση και των τριών βεμπεριανών ιδεοτύπων εξουσίας. Της παραδοσιακής-κληρονομικής, της χαρισματικής και της ορθολογικής-γραφειοκρατικής εξουσίας. Κρίσιμο στοιχείο επίσης για την πορεία του ΠαΣοΚ αποτέλεσε η γραφειοκρατία που το ήλεγχε, η έμπρακτη θεώρηση που είχε για το κόμμα ως αυτοσκοπό και όχι ως μέσο προς σκοπό, μια συντηρητική-ολιγαρχική τάση της οργάνωσης του δημοσίου βίου, σύμφωνα με το αναλυτικό σχήμα του Μίχελς.

Από την εγχώρια διανοητική παραγωγή, ιδίως αυτή που διαμορφώθηκε μέσα και από τη βιωματική εμπειρία της εσωκομματικής πάλης στο ΠαΣοΚ και σε αντίθεση με τη γραφειοκρατία και τον συνασπισμό εξουσίας του, ξεχωρίζω τις κριτικές προσεγγίσεις του Μιχάλη Χαραλαμπίδη. Ενδεικτικά, ένα κείμενο του 2009: «Το προσωπικό κόμμα του αρχηγού. Χωρίς αρχηγό και χωρίς κόμμα» αποτελεί χρήσιμο και επίκαιρο αναλυτικό εργαλείο, όχι μόνον για το ΠαΣοΚ, αλλά και για τα άλλα κόμματα.

Η μνήμη των μετασχηματισμών ενός πολιτικού κόμματος, η α-λήθεια του δηλαδή, γιατί αλήθεια στη γλώσσα μας σημαίνει μη λήθη, είναι απαραίτητο εφόδιο για την υπόθεση της αναγέννησής του, το εφικτό και αναγκαίο αυτής ή μη. Μνήμη για να είναι οι άνθρωποι πολίτες και όχι ιδιώτες ή χειραγωγούμενοι τηλε-πολίτες ή καταναλωτές της μονοκαλλιέργειας του λάικ. Από το 1981 και μετά,  οι στιγμές του 1983, του 1985, του 1988-1990, του 1994-1996, του 1999-2000, του 2004, του 2010-2012, του 2018-2019 έχουν σημασία. Για το ΠαΣοΚ και τη χώρα. Ενα ερώτημα. Ποια ήταν η στάση των υποψήφιων αρχηγών του ΚΙΝΑΛ εκείνες τις στιγμές, δεδομένης της ηλικίας του καθενός. Η πολιτική μνήμη αποτελεί τη βάση του σχεδίου για το μέλλον και συνεπώς προϋπόθεση οποιουδήποτε αναγεννητικού εγχειρήματος.

Το άλλο μισό της βάσης του σχεδίου για το μέλλον, για να έχει νόημα η υπόθεση της αναγέννησης ενός πολιτικού χώρου, είναι η δύναμη του Παραδείγματος, οργανικά συνδεδεμένου με τη μνήμη. Αυτή η πολύ όμορφη διεθνής ελληνική λέξη. Η ηθική στην Πολιτική αφορά κυρίως τη σχέση αυτή. Του λόγου και της πράξης. Το Παράδειγμα των ανθρώπων σε σχέση με τους θεσμούς, στην πολιτική κοινωνία. Διαφορετικά γίνεται ηθικολογία, παράγει αναξιοπιστία και διαχέει κυνισμό, αντιεκπαιδεύει τους πολίτες. Η σχέση κόμματος – κράτους τόσο στο ΠαΣοΚ όσο και στον ΣΥΡΙΖΑ ή κράτους – αγοράς για τη νεοφιλελεύθερη Δεξιά είναι χαρακτηριστικές αντιπαραδειγμάτων.

Το έτερο ήμισυ του σχεδίου για το μέλλον, το εποικοδόμημα του όποιου αναγεννητικού εγχειρήματος, είναι ο Λόγος. Χωρίς πολλούς -ισμούς και επιθετικούς προσδιορισμούς, με τους οποίους ο λόγος γίνεται ξύλινος, μετωνυμικός, ψευδής συνείδηση. Απαιτούνται συγκεκριμένα περιεχόμενα, που αυτά θα καθορίσουν τις ταυτότητες. Οχι το αντίστροφο.

Οι παρούσες κομματικές δομές, με τη μορφή, τη νοοτροπία, τα περιεχόμενα που έχουν δεν μπορούν κατά τη γνώμη μου να απαντήσουν θετικά στο αίτημα της αναγέννησης του χώρου της δημοκρατικής παράταξης. Η εμμονή στην αυτοδικαίωση της μνημονιακής επιλογής του 2010 από τη μεριά του ΚΙΝΑΛ και η διαρκής από το 2012 επιχείρηση επιβολής της θεωρίας, θέσεων, ανθρώπων του λεγόμενου 3% στο 30% από τη μεριά της γραφειοκρατίας του ΣΥΡΙΖΑ αμφότερα δεν συνιστούν δημοκρατικά φαινόμενα, αλλά ολιγαρχικά. Ούτε προοδευτικές πρακτικές, παρά την κατάχρηση του όρου που γίνεται, αλλά κατά κυριολεξία συντηρητικές. Και όπως φαίνεται εύκολα αντιμετωπίσιμες μέχρι στιγμής στον κομματικό ανταγωνισμό από τη ΝΔ.

Τα κόμματα υπάρχουν για τον τόπο και όχι ο τόπος για τα κόμματα. Η αναγέννηση, λοιπόν, του πολιτικού χώρου της δημοκρατικής παράταξης, ο Λόγος, θα αφορά τις ανάγκες του παρόντος και τις προκλήσεις του μέλλοντος σε σχέση πάντα με τη χώρα και το κοινό καλό. Διαφορετικά δεν θα υπάρξει αναγέννηση. Ζητήματα όπως η παραγωγή-ανάπτυξη, οι κοινωνικές ανισότητες, η δημογραφία, η παιδεία, το εθνικό αποτελούν υπαρξιακά θέματα του ελληνικού κοινωνικού σχηματισμού στις παρούσες συνθήκες. Ο απολογισμός στα πεδία αυτά τόσο της εμπειρίας του ΠαΣοΚ την περίοδο 1996-2014, όπως και του ΣΥΡΙΖΑ την περίοδο 2013-2021, με δεδομένο ότι οι μεγάλοι κομματικοί σχηματισμοί επηρεάζουν την πορεία των πραγμάτων και όταν δεν βρίσκονται στην κυβέρνηση, γι’ αυτό άλλωστε παραμένουν ισχυροί, ήταν αρνητικός. Σε αυτό οφείλεται κατά τη γνώμη μου και η σημερινή τους κρίση και αδυναμία. Απαιτείται ριζική αναθεώρηση της κατεύθυνσης και αλλαγή πορείας στα θέματα αυτά, τόσο σε επίπεδο θεωρίας όσο και πολιτικής πρακτικής. «Για τον λαό και το έθνος», όπως θα έλεγε ο Ανδρέας Παπανδρέου.

Ο κ. Βασίλης Ασημακόπουλος είναι δικηγόρος – δρ Πολιτικής Επιστήμης και διδάσκων στο Τμήμα Κοινωνικής Πολιτικής του Δημοκριτείου Πανεπιστημίου Θράκης. Συγγραφέας του βιβλίου «Πρώτη Φορά Αριστερά. Αντιθέσεις, αντιφάσεις, εσωτερικές συγκρούσεις στο ΠΑΣΟΚ την περίοδο 1974-1990 και οι βάσεις του πολιτικού μεταμορφισμού του», εκδ. A.P. Publications, 2017 και συνεπιμελητής με τον Χ. Τάσση του συλλογικού τόμου «ΠΑΣΟΚ: 1974-2018. Πολιτική οργάνωση – Ιδεολογικές μετατοπίσεις – Κυβερνητικές πολιτικές», εκδ. Gutenberg, 2018.