Η ολοκλήρωση της Διεθνούς Εκθεσης Θεσσαλονίκης, που ουσιαστικά σήμανε και την έναρξη της νέας πολιτικής περιόδου της χώρας, επιβεβαίωσε κατά τρόπο εμφατικό αυτό που θα βιώσει το πολιτικό σύστημα τους επόμενους λίγους μήνες: την απροκάλυπτη επιχείρηση των δύο μεγάλων κομμάτων να διεμβολίσουν τον χώρο της Κεντροαριστεράς.

Η ανάλυση και των δύο κινείται στην ίδια κατεύθυνση: μόνο με τον προσπορισμό ψηφοφόρων της Κεντροαριστεράς μπορεί να προκύψει η νέα κυβέρνηση της χώρας. Και να είναι βιώσιμη. Οτιδήποτε άλλο θα οδηγήσει σε εκλογικές περιπέτειες, με επιπτώσεις στην ανερχόμενη ελληνική οικονομία αλλά και γενικότερα στην κοινωνία.

Αν όμως αυτό είναι το προφανές, που έγινε ακόμη εμφανέστερο με τον τρόπο που οι κ.κ. Μητσοτάκης και Τσίπρας αποπειράθηκαν να διεμβολίσουν την Κεντροαριστερά, οικειοποιούμενοι χρώματα, μουσικές και συνθήματα του πάλαι ποτέ κραταιού ΠαΣοΚ, το ουσιώδες είναι ότι όλα αυτά ήταν τόσο φθηνά ως εγχείρημα, που δεν είχαν – δεδομένο – ουσιαστικό αποτέλεσμα.

Περισσότερο ο ΣΥΡΙΖΑ, λιγότερο η ΝΔ, μετήλθαν σειρά ηχητικών και φωτιστικών εφέ, αλλά και χρησιμοποίησαν όρους που απευθύνονται ευθέως στο συλλογικό υποσυνείδητο των ψηφοφόρων της Κεντροαριστεράς, ευελπιστώντας ότι έτσι θα μετακινηθούν προς τη μια ή την άλλη πλευρά.

Πόσο όμως αυτό είναι εφικτό; Ο Κυριάκος Μητσοτάκης που δεν είναι δεξιός με την κλασική έννοια του όρου, αλλά και όπως διάφοροι υποστηρίζουν «δεν είναι γιος του πατέρα του και αδελφός της αδελφής του», θα μπορούσε κάλλιστα να είχε υπηρετήσει σε μια εκσυγχρονιστική κυβέρνηση υπό τον Κ. Σημίτη. Αρκεί όμως αυτό; Ασφαλώς όχι. Κατ’ εμέ ο Πρωθυπουργός, από την πρώτη ημέρα που ανέλαβε την εξουσία, θυμίζει σχοινοβάτη, καθώς προσπαθεί συνεχώς να ισορροπεί ανάμεσα στην ιδεολογικοπολιτική του καταγωγή, τις βαρονίες του κόμματος και τα πραγματικά μεταρρυθμιστικά του «πιστεύω». Η απορία μου, και πολλών όπως εγώ, είναι αν στο τέλος θα τα καταφέρει…

Από την άλλη πλευρά, ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ, ήδη από το 2018, διαισθανόμενος την επερχόμενη ήττα, επιχείρησε να διεμβολίσει τον χώρο της Κεντροαριστεράς, από τα πάνω, εντάσσοντας στο κόμμα διάφορα φιλόδοξα στελέχη του ΠαΣοΚ που θέλησαν με εφαλτήριο τον ΣΥΡΙΖΑ να επιστρέψουν στην κεντρική πολιτική σκηνή. Η προσπάθεια αυτή απέτυχε, διότι δεν επέφερε μετακινήσεις κεντροαριστερών ψηφοφόρων προς τον ΣΥΡΙΖΑ, παρά την απεγνωσμένη προεκλογική προσπάθεια του κ. Τσίπρα να κινητοποιήσει τα αντιδεξιά συναισθήματα μεγάλου μέρους των ψηφοφόρων της Κεντροαριστεράς. Ετσι τώρα αποδύεται σε μια παιδαριώδη επιχείρηση να κερδίσει το χαμένο έδαφος, κατακλέβοντας ουσιαστικά τα συνθήματα του ΠαΣοΚ. Είναι μια δεύτερη ευκαιρία γι’ αυτόν, και τη δοκιμάζει…

Και η Κεντροαριστερά, πού είναι σε όλο αυτό το σκηνικό; Παρούσα. Αλλά παρακολουθεί αμέτοχη. Η ευκαιρία που της έδωσαν και οι δύο μονομάχοι στη ΔΕΘ, να οριοθετήσει στρατηγικά και πολιτικά τον χώρο, παρήλθε ανεκμετάλλευτη. Η ηγεσία του ΚΙΝΑΛ δεν αισθάνθηκε την υποχρέωση να καταγγείλει τις απόπειρες να λεηλατηθεί ο χώρος με κακοαντιγραμμένα συνθήματα και χρώματα. Επέλεξε την υπεροπτική στάση που εκφράζει το κλασικό «η σιωπή μου προς απάντησή σας» – τακτική εν ολίγοις βλακώδης και απολιτίκ.

Είναι κρίμα, και είναι και λάθος, αυτή η στάση. Δείχνει ηττοπάθεια, έλλειψη μαχητικότητας και απουσία διεκδικητικού πνεύματος. Οι εκλογές που έρχονται θα μοιάζουν εκ των πραγμάτων με Συμπληγάδες πέτρες για την Κεντροαριστερά. Κι αυτό καλά θα κάνει η Χαριλάου Τρικούπη να το αντιληφθεί όσο πιο έγκαιρα γίνεται…