Βαθμολογία

5: εξαιρετική

4: πολύ καλή

3: καλή

2: ενδιαφέρουσα

1: μέτρια

0: απαράδεκτη

————————————–

«No time to die» (Αγγλία/ ΗΠΑ, 2021)

«Όταν πετάς τα παλιά, πας για τα καινούργια» ακούμε κάποια στιγμή στην τελευταία ταινία Τζέιμς Μποντ που θα είναι και η τελευταία στην οποία βλέπουμε τον Ντάνιελ Κρεγκ στον ρόλο του πασίγνωστου πράκτορα. Γιατί και να ήθελε να ξαναπαίξει τον Μποντ, η αλήθεια είναι ότι δεν θα μπορούσε.

Εξάλλου, σε όλη την ταινία τονίζεται το πόσο ο Κρεγκ έχει πια μεγαλώσει για τον ρόλο, το ρυτιδιασμένο, αγέλαστο πρόσωπό του θαρρείς μιλά από μόνο του. Την ίδια ώρα δε που ο πράκτορας, στην αρχή τουλάχιστον, δείχνει να αναλαμβάνει με κάπως βαριά καρδιά αυτή τη νέα του αποστολή, για χάρη της οποίας επιστρέφει από την «σύνταξη». Και σαν να μην έφτανε αυτό, τον έχουν ήδη αντικαταστήσει και μάλιστα με μια… γυναίκα, επίσης με βαθμό 007 (Λασάνα Λιντς).

Σαν να μην τον χωρά τόπος μέσα σε όλη αυτή την μπερδεμένη κατάταση.

Αλλά και η ίδια η αποστολή είναι αρκετά μπερδεμένη. Ο Μποντ καλείται να βγάλει την άκρη με κάτι που έχει σχέση με το ανθρώπινο DNA, το οποίο ενταγμένο σε ένα ειδικό πρόγραμμα μπορεί να γίνει θανάσιμο όπλο συγκεκριμένων στόχων. Και αυτό, όπως πολύ καλά γνωρίζουμε, θα σημάνει περιπέτεια στη διαπασών και σε διάφορα σημεία του πλανήτη (Ιταλία, Αγγλία, Σκωτία, Νορβηγία). Απίστευτες σκηνές δράσης με μοτοσυκλέτες και τζιπ να πετούν στον αέρα. Χειροβομβίδες, πιστόλια, πυροβόλα όπλα, πύραυλοι, … «δηλητηριώδεις κήποι» και πάει λέγοντας.

Ρομαντικός ήρωας

Ωστόσο, η καρδιά της ταινίας δεν βρίσκεται τελίκά σ’ αυτή καθαυτή την αποστολή του Μποντ. Βρίσκεται στους ανθρώπους γύρω του και κυρίως στον μεγάλο έρωτά του, την Μαντλέν (Λεα Σεϊντού) που τον είχε προδώσει αν κι εκείνος δεν φαίνεται να την έχει ξεπεράσει. Τον είχε όντως προδώσει όμως, ή μήπως η «προδοσία» της δεν ήταν παρά ένα προπέτασμα καπνού για να τον αποσυντονίσει;

Ο σκηνοθέτης Κάρι Τζόγι Φουκουνάγκα ενσωματώνει στη νέα αυτή ιστορία στοιχεία από προηγούμενες ταινίες Μποντ. Το κομμάτι της Ιαπωνίας π.χ. είναι μια παραλλαγή του «Ζεις μονάχα δυό φορές», ενώ ο Ράμι Μάλεκ, πυρήνας του κακού εδώ, μοιάζει τρομερά στην μορφή και στο ντύσιμο με τον Τζόζεφ Γουάιζμαν στον «Δρ. Νο».

Χωρίς να είναι ακριβώς ένα patchwork παλιών ιδεών, το «No time to die» έχει μια ρομαντική «απόχρωση», μια γλύκα που δεν συναντάμε συχνά στις ταινίες 007 αλλά και μια νοσταλγία για τις παλιές καλές εποχές που όλοι πάντα θα θυμόμαστε. «Τώρα πια ο εχθρός αιωρείται στον αέρα» όπως λέει και ο προϊστάμενος του Μποντ, ο Μ (Ρέιφ Φάιονς). «Δεν ξέρουμε καν τι κυνηγάμε…»

(προβάλλεται σε περισσότερες από 240 αίθουσες σε όλη την Ελλάδα)

Βαθμολογία: 3

———————————————

«Εγκλωβισμένος» («Chained», Ισραήλ/ Γερμανία, 2019)

Ρεαλιστικός κινηματογράφος σε συνδυασμό με ένα δυνατό κοινωνικό θέμα, είναι τα δύο κύρια χαρακτηριστικά του «Εγκλωβισμένου» τρίτου μέρους μιας «Τριλογίας για την αγάπη» που υπογράφει ο ισραηλινός σκηνοθέτης Γιάρον Σάνι (οι άλλες δύο ταινίες της τριλογίας στην οποία εντάσσεται ο «Εγκλωβισμένος» είναι οι «Stripped», 2018 και «Reborn», 2020).

Κεντρικό πρόσωπο της ιστορίας ο Ράσι (Εράν Ναίμ) ένας θηριώδης αστυνομικός από αυτούς των οποίων η σωματική διάπλαση μπορεί να παρεξηγηθεί. Και όμως, αυτός ο άνθρωπος είναι πρότυπο της ηθικής, πατέρας μιας κόρης την οποία υπερπροστατεύει και σε καθημερινή βάση αντιμέτωπος με το έγκλημα στους δρόμους του Τελ Α Βίβ και δη με υποθέσεις που σχετίζονται με παιδιά. Το αποτέλεσμα είναι συχνά να μην μπορεί να συγκρατήσει τα νεύρα του, να χειρίζεται τις καταστάσεις με υπερβάλλοντα ζήλο, λόγος για τον οποίο θα μπλέξει σε μια πολύ δυσάρεστη κατάσταση, όταν θα κατηγορηθεί για σεξουαλική παρενόχληση στον γιό ενός άλλου αστυνομικού κατά την διάρκεια μιας έρευνας που διεξήγαγε ο Ράσι για κατοχή ναρκωτικών.

Από την μια πλευρά λοιπόν η ταινία επίσημαίνει τις δυσκολίες στις οποίες ένας αστυνομικός βρίσκεται πλέον διαρκώς εγκλωβισμένος και από την άλλη θέλει να ερευνήσει όσο το δυνατόν βαθύτερα την ψυχική κατάσταση του κεντρικού της ήρωα ο οποίος πιεσμένος από παντού, με το άγχος για την δική του κόρη και ένα ακόμα σοβαρό προσωπικό δράμα που παίζει μεγάλο ρόλο στο σενάριο, μπορεί όντως να φερθεί αντιεπαγγελματικά όσο και αν ο στόχος του είναι το ακριβώς αντίθετο. Είναι ένα καζάνι που βράζει και που ανά πάσα στιγμή μπορεί να εκραγεί. Ο «Εγκλωβισμένος» δεν κρύβει την συμπάθειά του απέναντι στον Ράσι αλλά είναι κάτι που υποστηρίζει διότιο θεατής είναι γνώστης της αλήθειας.

Βαθμολογία: 3

—————————————–

«Η ακρόαση» (Das Vorspiel, Γερμανια/ Γαλλία, 2019)

Το πρόσωπό της ανέκφραστο, λες και προσπαθεί να κρύψει τα συναισθήματά της. Και όμως έχει συναισθήματα γιατί από την πρώτη κι όλας σκηνή της «Ακρόασης» φαίνεται ότι βουρκώνει ακούγοντας τον ήχο από το βιολί του Αλεξάντερ (Ιλια Μόντι). Η Ανα είναι δασκάλα βιολιού και ο Αλεξάντερ η τελευταία της ανακάλυψη. Θα αφοσιωθεί πάνω του με όλη της την ψυχή (χωρίς ποτέ να εκφράζεται), όμως ο στόχος της σκηνοθέτριας Ινα Βάισε δεν είναι μια ακόμη feelgood ταινία σχετική με την εκπαίδευση ενός ταλαντούχου ανθρώπου που προορίζεται για «πρωταθλητισμό».

Αντιθέτως, η ταινία αγγίζει πολύ σκοτεινές καταστάσεις μυαλού, εν μέρει θυμίζει ταινία του Μίχαελ Χάνεκε, αρκετά τη «Δασκάλα του πιάνου» αν και χωρίς την διαστροφή. Το θέμα βέβαια, εδώ είναι αυτή η γυναίκα, η δασκάλα, περίπλοκη μέσα στην απλότητα που χαρακτηρίζει την συμπεριφορά της, τρωτή παρά το αποφασιστικό προφίλ που θέλει πάντα να παρουσιάζει προς τα έξω. Κατά την διάρκεια αυτού του έξοχου ψυχοδράματος θα την δούμε να προσπαθεί να επικοινωνήσει με τον γιό της (Σεραφίμ Μισιέφ) τον οποίο θέλει επίσης να μετατρέψει σε βιολιστή, να διτηρεί την τάξη στο σπίτι της (παντρεμένη με έναν Γάλλο Αρμένη – Σιμόν Αμπκαριάν), να λαμβάνει μέρος η ίδια ως μουσικός σε μια συναυλία.

Όμως κάθε τι που βλέπουμε στην ταινία μοιάζει με προάγγελο μιας επικίνδυνης έκρηξης,, ικανής να σου προκαλέσει σοκ – όπως και γίνεται. Πέρα από κάθε τι όμως, η εξερεύνηση αυτής της γυναίκας – αίνιγμα, την οποία υποδύεται με αποστομοτική ακρίβεια η Νίνα Χος, είναι και ο λόγος για τον οποίο αξίζει κανείς να αφιερώσει τον χρόνο του σε αυτή την ταινία – έκπληξη.

Βαθμολογία: 3

—————————————

Προβάλλεται επίσης η ελληνική ταινία «Δεν ακούµε τα τραγούδια» (Ελλάδα, 2021), ντεμπούτο στη σκηνοθεσία του Πάνου Παπαδόπουλου ο οποίος και παίζει μαζί με την Νάνσυ Σιδέρη και τον Μιχαήλ Ταμπακάκη. Τρεις άνθρωποι – δυο άντρες ,μια γυναίκα – βρίσκονται μέσα σε ένα δωμάτιο, όπου μιλούν ακατάπαυστα για σχέσεις, σεξ, το παρελθόν τους, το παρόν τους, την καθημερινότητα και τα όνειρά τους. Η αθυροστομία πάει σύννεφο, το ασπρόμαυρο ενίοτε γίνεται έγχρωμο, το όλο πράγμα μοιάζει με πείραμα στον νατουραλισμό – και προφανώς με επιρροές από ανεξάρτητες ταινίες του αμερικανικού κινηματογράφου που έχουν κάνει αίσθηση (μια που μου ήρθε στο μυαλό ήταν η «Διακοπές διαρκείας», ντεμπούτο κι εκείνο στη μεγάλου μήκους, αλλά του Τζιμ Τσάρμους). Υπάρχουν στιγμές ειλικρινούς ευαισθησίας – ακόμα και τρυφερότητας – όπως για παράδειγμα η εκ βαθέων εξομολόγηση ενός από τους δύο άντρες (Μ. Ταμπακάκης) υπό το άγρυπνο βλέμμα της γυναίκας που δείχνει να είναι κυρίαρχη της χαοτικής αυτής κατάστασης. Ως σύνολο όμως η ταινία δεν ξεφεύγει από το επίπεδο ενός αυστηρά εσωστρεφούς κινηματογράφου απευθυνόμενου κυρίως στις παρέες των δημιουργών του.

Βαθμολογία: 1