«Η απόφαση του προέδρου Μπάιντεν να αποσύρει την αμερικανική δύναμη από το Αφγανιστάν έως την 11η Σεπτεμβρίου, πιστεύω ότι αποτελεί γεωπολιτικό και ηθικό ολίσθημα και δεν ανταποκρίνεται στις αξίες των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, που αξιέπαινα τιμά ο αμερικανός πρόεδρος. Η εγκατάλειψη των Αφγανών ξανά στον φανατικό σκοταδισμό των Ταλιμπάν και στην πιθανότατη αναβίωση της Αλ Κάιντα και άλλων σχηματισμών διεθνούς ισλαμικής τρομοκρατίας, θα πλήξει την αξιοπιστία και το κύρος των ΗΠΑ, με γεωστρατηγικές επιπτώσεις ιδίως σε σχέση με την Κίνα. Αλλά η εγκατάλειψη του Αφγανιστάν, μιας μαρτυρικής χώρας που οι κάτοικοί της στα τελευταία 40 χρόνια έγιναν όργανα μεγάλων και γειτονικών δυνάμεων για την προώθηση συμφερόντων τους και στη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου, εργαλεία της αμερικανοσοβιετικής διαμάχης, ενέχει και ηθικές προεκτάσεις».

Αυτό ήταν  μέρος του μηνύματος που έστειλα σε συναδέλφους στις 18 Απριλίου.

Αντέδρασα, γιατί ως Προσωπικός Απεσταλμένος του Γενικού Γραμματέα του ΟΗΕ, ήμουν στην περιοχή όταν πρωτοεμφανίστηκαν ξαφνικά οι Ταλιμπάν, το φθινόπωρο του 1994, ματαιώνοντας τις ειρηνευτικές προσπάθειές μας και επιβάλλοντας ανάλγητα ακραία εκδοχή της σαρία σε περιοχές που κατέλαβαν. Και καθώς δεν υπήρξε σοβαρή διεθνής αντίδραση, παραιτήθηκα από τη θέση  μου, αλλά και από τον ΟΗΕ.

Με την εφιαλτική επιστροφή των Ταλιμπάν ανοίγει νέο κεφάλαιο της τραγωδίας του καθημαγμένου αυτού λαού, που ταλαιπωρείται από το 1973 με την ανατροπή της  συνταγματικής βασιλείας, τη σοβιετική εισβολή, την αντίσταση των μουτζαχεντίν με την ενίσχυση των ΗΠΑ μέσω Πακιστάν που στοίχισε 50 χιλιάδες νεκρούς Σοβιετικούς, πενταπλάσιους Αφγανούς και 5 εκατομμύρια πρόσφυγες, τον εμφύλιο πόλεμο μεταξύ των μουτζαχεντίν, την κινητοποίηση των Ταλιμπάν από το Πακιστάν για να εξυπηρετηθούν συμφέροντα γεωστρατηγικά πακιστανικά και επιχειρηματικά αμερικανικά, και την απομάκρυνση των Ταλιμπάν από την εξουσία μετά την 9/11, αλλά χωρίς την εξουδετέρωσή τους καθώς ο πρόεδρος Μπους στράφηκε στο Ιράκ.

Εκτοτε οι Ταλιμπάν αναδιοργανώθηκαν στα τελευταία 20 χρόνια, οι ΗΠΑ δεν ασχολήθηκαν με τη βελτίωση της κυβερνησιμότητας της χώρας έως ότου ο πρόεδρος Τραμπ για προεκλογικούς λόγους πέρυσι προσέφερε το Αφγανιστάν στους Ταλιμπάν με την απερίγραπτη διαπραγμάτευση στο Κατάρ χωρίς τη συμμετοχή της εκλεγμένης αφγανικής κυβέρνησης.

Ο διάδοχός του, που κληρονόμησε τις παραχωρήσεις του Τραμπ εκτιμώντας ότι η αμερικανική πατρίδα (homeland) δεν κινδύνευε από την Αλ Κάιντα, τήρησε τη συμφωνία μεταθέτοντας την καταληκτική ημερομηνία αποχώρησης από την 1η Μαΐου στην 11η Σεπτεμβρίου. Δεν επιχειρήθηκε νέα σοβαρή διαπραγμάτευση με ευρύτερη συμμετοχή και με όρους και παρατηρητήριο εφαρμογής συμφωνιών.

Επιπλέον, κυκλοφόρησε και από επίσημες αμερικανικές πηγές ότι η Καμπούλ «θα κρατήσει» 30 με 60 ημέρες, πράγμα που έπληξε καίρια το φρόνημα ιδιαίτερα του αφγανικού στρατού, οποίος μέχρι τότε είχε πολεμήσει σκληρά και είχε σημαντικές απώλειες (25 Αφγανοί νεκροί έναντι 1 Αμερικανού).

Σήμερα η Υπερδύναμη και το ΝΑΤΟ βασίζονται στην καλοσύνη των Ταλιμπάν για να σώσουν υπηκόους τους, αλλά κυρίως Αφγανούς που τους εμπιστεύθηκαν και τους βοήθησαν είτε ως διερμηνείς είτε ως συνεργάτες και φίλοι.

Μερικοί ευελπιστούν ότι οι Ταλιμπάν θα είναι περισσότερο μετριοπαθείς. Πιστεύω ότι είναι περισσότερο επιτήδειοι στη στρατηγική τους και ωριμότεροι στην προπαγάνδα, αλλά πάντα φανατικά και αδιάλλακτα αμείλικτοι φονταμενταλιστές. Θα καρπωθούν τα αστικά οικονομικά επιτεύγματα της τελευταίας εικοσαετίας και η απαράδεκτη μεταχείριση των γυναικών θα καλυφθεί από μια μπούρκα μεγέθους της χώρας ενώ πιθανότατες τοπικές λαϊκές αντιστάσεις θα πνιγούν στο αίμα… διακριτικά. Συγχρόνως, σχέσεις τους με  σημαντικές χώρες θα αποτελέσουν ασπίδα στα διεθνή όργανα. Οσον αφορά στα εκατομμύρια προσφύγων, αυτό θα αποτελέσει πρόβλημα της Ευρώπης.

Ο κ. Σωτήρης Μουσούρης είναι τέως Επίκουρος Γενικός Γραμματέας του ΟΗΕ.