Με ερωτήσεις κλειστού τύπου, όπως και την προηγούμενη χρονιά, θα γίνουν το καλοκαίρι οι εξετάσεις για τα πρότυπα σχολεία της χώρας, τα οποία αυξήθηκαν σε 28 πανελλαδικά, μετά τη μετατροπή 22 πειραματικών σχολείων.

Ο αριθμός τόσο των πρότυπων όσο και των πειραματικών σχολείων αναμένεται μάλιστα να αυξηθεί την επόμενη χρονιά με την προσθήκη στον εκπαιδευτικό τους «στόλο» ακόμα 15-20 σχολείων.

Ο στόχος είναι να έχουμε σύντομα συνολικά 100 πρότυπα και πειραματικά σχολεία (με τον διαφορετικό χαρακτήρα που έχουν οι δύο κατηγορίες), τα οποία και να λειτουργήσουν τα επόμενα χρόνια ως τα σχολεία που θα αποτελέσουν ένα εκπαιδευτικό μοντέλο προς μίμηση σε όλες τις περιφέρειες της χώρας. Τα πειραματικά σχολεία σήμερα είναι 34 πανελλαδικά, ενώ, όπως είναι γνωστό, σύντομα θα ιδρυθούν και θα λειτουργήσουν και πρότυπα επαγγελματικά λύκεια.

Το σύστημα εισαγωγής

Εξετάσεις βέβαια το καλοκαίρι θα γίνουν μόνο για τη εισαγωγή στα Γυμνάσια των πρότυπων σχολείων, καθώς στα συνδεδεμένα με αυτά Λύκεια οι μαθητές και οι μαθήτριές τους συνεχίζουν χωρίς άλλη αξιολόγηση. Πολλοί ωστόσο εισηγούνται να γίνονται στο μέλλον εξετάσεις εκ νέου και για την εισαγωγή στα Λύκεια, ώστε να έχουν περισσότερα παιδιά τη δυνατότητα να κριθούν και να παρακολουθήσουν τα προγράμματά τους. Αυτός άλλωστε ήταν και ο τρόπος με τον οποίο λειτούργησε στην προηγούμενη μορφή του ο θεσμός, την περίοδο 2012-2014.

Ετσι, τα 28 πρότυπα σχολεία της χώρας θα δεχθούν φέτος υποψηφίους με εξετάσεις τον Ιούνιο, ενώ στα πειραματικά σχολεία η εισαγωγή των μαθητών και μαθητριών τους θα γίνει με κλήρωση. Μακροπρόθεσμα, στόχος είναι τα σχολεία αυτά να αλλάξουν σταδιακά τον εκπαιδευτικό «χάρτη» της χώρας, μεταφέροντας τελικά σε αυτόν το υγιές κίνητρο που μας θέλει διαρκώς να βελτιωνόμαστε και να ξεπερνάμε τον εαυτό μας, χωρίς να τρέχουμε για να κατακτήσουμε ένα «έπαθλο» αλλά στηρίζοντας το εκπαιδευτικό οικοδόμημα της χώρας με σταθερά βήματα.

Από την πλευρά του, ο νέος πρόεδρος της Επιστημονικής Επιτροπής των Πρότυπων και Πειραματικών Σχολείων, ο έμπειρος φυσικός και καθηγητής του Πανεπιστημίου Αθηνών κ. Γιώργος Τόμπρας, δεν χρησιμοποιεί τη λέξη «αριστεία» για να χαρακτηρίσει τη φιλοσοφία του θεσμού, αλλά τις λέξεις «διαρκής βελτίωση».

Οπως αναφέρουν οι πληροφορίες του «Βήματος», οι εκπαιδευτικοί των σχολείων αυτών δεν θα διαχωριστούν ως προς την αξιολόγησή τους, όπως έγινε στο παρελθόν, αλλά θα αξιολογηθούν με το ίδιο σύστημα συνολικής και διαμορφωτικής αξιολόγησης που μελετάει σήμερα το υπουργείο Παιδείας και θα ανακοινώσει μέσα στο επόμενο χρονικό διάστημα.

Πώς θα κριθούν τα σχολεία

Ηδη το υπουργείο Παιδείας απηύθυνε πρόσκληση για τη μετατροπή σχολείων σε πρότυπα ή πειραματικά, δίνοντας τη δυνατότητα στους εκπροσώπους τους να καταθέσουν τα σχετικά δικαιολογητικά από τις 24 Μαρτίου 2021 έως τις 21 Απριλίου.

Οι προτάσεις θα υποβληθούν από τον διευθυντή ή προϊστάμενο κάθε σχολικής μονάδας παρουσιάζοντας τους λόγους για τους οποίους ο ίδιος ζητάει τη μετατροπή του σχολείου του σε πρότυπο ή πειραματικό.

Τα κριτήρια με βάση τα οποία θα κριθούν τα σχολεία για τη μετατροπή τους είναι: τα προσόντα και η επάρκεια (οργανικότητα, αριθμός μόνιμου εκπαιδευτικού προσωπικού με οργανική θέση κ.ά.) του εκπαιδευτικού προσωπικού, η συμμετοχή ή διάκριση της σχολικής μονάδας ή ομάδας μαθητών σε εκπαιδευτικά προγράμματα, ερευνητικές και νέες δράσεις, δημιουργικές πρωτοβουλίες, πολιτιστικές και κοινωνικές εκδηλώσεις, πανελλήνιους και διεθνείς διαγωνισμούς, η εμπειρία του σχολείου στο πεδίο της πρακτικής άσκησης φοιτητών, η διοργάνωση ή συμμετοχή σε δραστηριότητες που αναπτύχθηκαν σε συνεργασία με ΑΕΙ, η διοργάνωση δράσεων επαγγελματικής ανάπτυξης εκπαιδευτικών, η λειτουργία μαθητικών ομίλων, η υλοποίηση καινοτόμων σχολικών δραστηριοτήτων όπως περιβαλλοντικά, πολιτιστικά προγράμματα και προγράμματα αγωγής υγείας, οι ετήσιες απολογιστικές εκθέσεις και οι εκθέσεις εξωτερικής αξιολόγησης του σχολείου, το μέγεθος της σχολικής μονάδας, η τοποθεσία της σχολικής μονάδας.

Σε τι διαφέρει όμως ο χαρακτήρας των δύο διαφορετικών «πυλώνων» του θεσμού; Η μεταξύ τους διάκριση έγκειται στο ότι τα μεν πρότυπα σχολεία είναι σχολικές μονάδες της δευτεροβάθμιας δημόσιας εκπαίδευσης, οι οποίες στοχεύουν στην καλλιέργεια και στη διάχυση της ιδέας και των πρακτικών της αριστείας στο εκπαιδευτικό σύστημα, τα δε πειραματικά σχολεία είναι σχολικές μονάδες πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας δημόσιας εκπαίδευσης, οι οποίες στοχεύουν στην υποστήριξη του πειραματισμού και της πιλοτικής εφαρμογής εκπαιδευτικών καινοτομιών στο εκπαιδευτικό σύστημα, σε τυχαίο δείγμα του μαθητικού πληθυσμού.

Οι αιτήσεις θα υποβάλλονται μέσω Διαδικτύου

Τις αιτήσεις για τον χαρακτηρισμό νέων σχολείων ως Προτύπων ή Πειραματικών θα τις καταθέτει ο διευθυντηìς ή διευθύντρια, ο προϊστάμενος ή προϊσταμένη της κάθε σχολικής μονάδας, ενώ θα υποβάλλονται μέσω Διαδικτύου στην ηλεκτρονική διεύθυνση του υπουργείου Παιδείας (protocol@minedu.gov.gr). Από εκεί θα συγκεντρωθούν και θα εξεταστούν τελικά από την επιστημονική επιτροπή για τη λειτουργία τους, η οποία και θα υποβάλει και τις τελικές εισηγήσεις επί του θέματος στην υπουργό Παιδείας και στο Ινστιτούτο Εκπαιδευτικής Πολιτικής.

Το μέλλον της δημόσιας εκπαίδευσης

Πάντως, στη νέα επιστημονική επιτροπή που θα διαχειριστεί τη λειτουργία των Πρότυπων και Πειραματικών σχολείων φυσάει ήδη φρέσκος «άνεμος», όπως λένε στο «Βήμα» εκπρόσωποί της. Για την επιλογή των σχολείων δεν θα υπάρξει μοριοδότηση, ούτε «ποσοτικά κριτήρια» καθώς θα εκτιμηθεί συνολικά η φυσιογνωμία των σχολείων που θα καταθέσουν αιτήσεις, η διάθεση των εκπαιδευτικών τους να στηρίξουν και να υπηρετήσουν τη νέα μορφή τους κ.λπ.

«Η ύπαρξη και σωστή λειτουργία των σχολείων αυτών άλλωστε θα πρέπει να αντιμετωπίζεται ως βασική προϋπόθεση μιας ζωντανής και εξελισσόμενης προς το καλύτερο δημόσιας εκπαίδευσης» λέει ο κ. Τόμπρας. «Είναι δεδομένο ότι στον 21ο αιώνα, και μάλιστα με την εμπειρία της πανδημίας, το δημόσιο σχολείο οφείλει να δίνει στους μαθητές του τα μέσα για την ανάπτυξη ενός τρόπου σκέψης που μαζί με ικανότητες, δεξιότητες και γνώσεις θα εξασφαλίζουν στους μελλοντικούς πολίτες τη δυνατότητα να κρίνουν και να διακρίνουν τη σημασία της επιστήμης στην καθημερινή τους ζωή και τη διαφορά της από τις ψευδοεπιστήμες».