Η ύφεση στην Ελλάδα το 2020, σύμφωνα με τις τελευταίες εκτιμήσεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, θα προσεγγίσει το -10% και το επίπεδο ανεργίας το 16,5%, λαμβάνοντας υπ’ όψιν, μεταξύ των άλλων, τα μέτρα στήριξης του προγράμματος SURE. Το ΑΕΠ από 184 δισ. ευρώ το 2019 μειώθηκε στο επίπεδο των 166 δισ. ευρώ το 2020. To ίδιο έτος οι απασχολούμενοι ήταν 3.823.000 άτομα, οι άνεργοι 758.000 άτομα και το εργατικό δυναμικό ήταν 4.588.000 άτομα.

Αντίστοιχα τον Δεκέμβριο του 2019 το εργατικό δυναμικό ήταν 4.640.000 και οι άνεργοι 774.000 άτομα (16,7%).

Ουσιαστικά, η στατιστική ανεργία παρέμεινε σταθερή, δεδομένου ότι το εργατικό δυναμικό παρουσιάζεται μειωμένο κατά 57.000 άτομα και το μεγαλύτερο μέρος αυτών προέρχεται από τους απασχολουμένους που φαίνονται μειωμένοι κατά 41.000 άτομα. Ομως, η πραγματική ανεργία, σύμφωνα με τα στοιχεία του ΟΑΕΔ, εκτιμάται σε 1.090.000 άτομα.

Τον Μάρτιο του 2020, λαμβάνοντας υπ’ όψιν τρία σενάρια για τον τουρισμό, την πορεία της πανδημίας, της ελληνικής οικονομίας και βασιζόμενοι στην ανάλυση των στατιστικών της ανεργίας και της ύφεσης της περιόδου 2010-2019, οι εκτιμήσεις μας προέβλεπαν ότι η ύφεση το 2020 στην Ελλάδα θα ήταν -10% (βασικό σενάριο), -8,8% (αισιόδοξο σενάριο) και -12% (απαισιόδοξο σενάριο) και το επίπεδο της ανεργίας τον Δεκέμβριο του 2020 θα ήταν 1.100.000 άτομα, χωρίς να λαμβάνεται υπ’ όψιν κάποιο πρόγραμμα στήριξης, όπως το SURE.

Οι τότε αρχικές επίσημες εκτιμήσεις προέβλεπαν επίπεδο ύφεσης το 2020 3%-4% και η επικαιροποίησή τους (Ιούνιος 2020) ύφεση -8% και τον Νοέμβριο του 2020 ύφεση -10%.

Στις συνθήκες αυτές ο κρατικός προϋπολογισμός του 2021 εκτιμά ότι ο ρυθμός μεταβολής του ΑΕΠ κατά το τρέχον έτος θα είναι 4,8% και τα έσοδα του τουρισμού θα προσεγγίσουν το επίπεδο του 60% των εσόδων του 2019. Η πρόσφατη εκτίμηση της Επιτροπής για το 2021 θεωρεί ότι ο ρυθμός μεταβολής του ΑΕΠ στην Ελλάδα, κατά το τρέχον έτος, θα είναι 3,5%.

Αντίστοιχα στην τελευταία (Φεβρουάριος 2021) έρευνά μας προβλέπεται ότι το 2021 ο ρυθμός μεταβολής του ΑΕΠ στην Ελλάδα θα είναι 3,2% (βασικό σενάριο), 2,2% (απαισιόδοξο σενάριο) και 4,1% (αισιόδοξο σενάριο).

Η έρευνα βασίστηκε στην ανάλυση των μηνιαίων οικονομικών στοιχείων για την ανεργία, το εισόδημα των εργαζομένων, τις επενδύσεις, τους πόρους (4,9 δισ. ευρώ το 2021 από Ταμείο Ανάκαμψης, REACT-EU1 και δάνεια), την κατανάλωση, τις συνολικές ημέρες αυστηρού lockdown, μερικού lockdown και ημερών λειτουργίας της οικονομίας με υγειονομικά πρωτόκολλα, όπως την περίοδο των πέντε μηνών Ιουνίου – Οκτωβρίου 2020 και τον σημερινό ρυθμό εμβολιασμού.

Επιπλέον, θεωρήθηκε ότι το 2021 τα έσοδα του τουρισμού θα διαμορφωθούν στο 40% (βασικό σενάριο), στο 35% (απαισιόδοξο σενάριο) και 45% (αισιόδοξο σενάριο) των εσόδων του έτους 2019.

Οι εκτιμήσεις για τον τουρισμό έλαβαν υπ’ όψιν, μεταξύ των άλλων, την ανάλυση της JP Morgan για τον παγκόσμιο ρυθμό εμβολιασμού, θεωρώντας ότι οι χώρες (ΗΠΑ, Αγγλία, Ισραήλ) που προηγούνται και θα έχουν φτάσει το ποσοστό ανοσίας εντός του 2021 θα αποτελούν σημαντικό ποσοστό του τουριστικού ρεύματος στη χώρα μας κατά το τρέχον έτος. Επίσης, χρησιμοποιήθηκαν μεταβλητές που ενσωματώνουν πιθανότητες για μεταβολή του ρυθμού εμβολιασμού αλλά και πιθανότητες για την ενδεχόμενη πορεία των μεταλλάξεων και πώς αυτές θα επηρεάσουν την επίτευξη της ανοσίας. Ειδικότερα, στο βασικό σενάριο θεωρήθηκε ότι το πρόγραμμα SURE θα ολοκληρωθεί τον Απρίλιο του 2021 και ότι από τον Μάιο του 2021 και μετά η ελληνική οικονομία θα λειτουργήσει με υγειονομικά πρωτόκολλα.

Σε αυτό το βασικό σενάριο, λαμβάνοντας υπ’ όψιν τη λήξη του προγράμματος SURE και την πιθανή αύξηση των ευέλικτων μορφών απασχόλησης που σήμερα αντιστοιχεί στο 48%, σύμφωνα με τα στοιχεία της ΕΡΓΑΝΗ, εκτιμάται ότι η ανεργία το 2021 θα πλήξει 860.000 άτομα (18,7% του εργατικού δυναμικού).

Το ΑΕΠ κατά το 2021 θα διαμορφωθεί στο επίπεδο των 171,3 δισ. ευρώ.

Κατά συνέπεια, στην προοπτική αυτή η ελληνική οικονομία θα καλύψει κατά το τρέχον έτος μόνο το 1/3 των απωλειών του 2020 και η επιστροφή της στα επίπεδα του 2019 θα συντελεστεί κατά το 2023.

Στην αγορά εργασίας θα δεσπόζουν η εκτεταμένη ευελιξία (απασχόληση, αμοιβές, συλλογικές συμβάσεις, χρόνος εργασίας) και το υψηλό επίπεδο ανεργίας, σε βαθμό που θα διευρύνονται οι εισοδηματικές και κοινωνικο-οικονομικές ανισότητες.

Τα δυσμενή αυτά χαρακτηριστικά, συνοδευόμενα, μεταξύ των άλλων, από τα δημοσιονομικά ελλείμματα και την αύξηση (339 δισ. ευρώ ή 208% του ΑΕΠ) του δημόσιου χρέους κατά το 2020, σηματοδοτούν την αναγκαιότητα σοβαρής κατανόησης και ολιστικής-αποτελεσματικής αντιμετώπισης των παραγωγικών, τεχνολογικών, δημοσιονομικών και κοινωνικο-υγειονομικών προβλημάτων της ελληνικής οικονομίας. Διαφορετικά, η μη επίτευξη κατά την τρέχουσα δεκαετία μέσων ετήσιων επιδόσεων τουλάχιστον +4% θα συμβάλει στην επώαση των παραγωγικών και αναπτυξιακών αιτίων απασφάλισης της επόμενης κρίσης χρέους και των δυσμενών συνεπειών της.

*Ο κ. Σάββας Γ. Ρομπόλης είναι ομότιμος καθηγητής του Παντείου Πανεπιστημίου και ο κ. Β. Γ. Μπέτσης διδάκτωρ του ίδιου πανεπιστημίου.