Η Ευρωπαϊκή Ενωση (ΕΕ) είναι «επιφυλακτική» απέναντι στα θετικά σημάδια που έχει επιδείξει τελευταία η Αγκυρα και είναι προετοιμασμένη «για όλα τα σενάρια», τονίζει σε αποκλειστική συνέντευξη στο «Βήμα» ο πορτογάλος υπουργός Εξωτερικών Αουγκούστο Σάντος Σίλβα. Η Πορτογαλία ασκεί αυτό το εξάμηνο την εκ περιτροπής προεδρία του Συμβουλίου της ΕΕ και έχει, μεταξύ άλλων, να διαχειριστεί την «καυτή» Σύνοδο Κορυφής του προσεχούς Μαρτίου, η οποία εν πολλοίς ίσως κρίνει το μέλλον των ευρωτουρκικών σχέσεων.

Οι κυρώσεις δεν είναι ο πολιτικός στόχος

Ερωτηθείς εάν η ΕΕ πρέπει να εμπιστευθεί την Τουρκία δεδομένης της απρόβλεπτης στάσης του καθεστώτος Ερντογάν όλο αυτό το διάστημα, απαντά ότι «είμαστε προετοιμασμένοι για όλα τα σενάρια. Βλέπουμε», εξηγεί, «με μεγάλη επιφύλαξη αλλά ταυτόχρονα δεν απορρίπτουμε τα θετικά μηνύματα από την τουρκική πλευρά» υπογράμμισε. «Πολιτικός μας στόχος δεν είναι να επιβάλουμε κυρώσεις στην Τουρκία ή σε οποιοδήποτε άλλο έθνος, αλλά να αποτρέψουμε την αστάθεια, να υπερασπιστούμε τα συμφέροντά μας, να έχουμε θετικές σχέσεις με όλους στον κόσμο» είπε. Πρόσθεσε δε ότι «μερικές φορές πρέπει να εφαρμόσουμε κυρώσεις για να βοηθήσουμε τις χώρες να σεβαστούν τα ανθρώπινα δικαιώματα, να αποτρέψουμε ενέργειες και εχθρικές πράξεις κατά των συμφερόντων των κρατών-μελών».

Αυτή την περίοδο ο πορτογάλος ΥΠΕΞ υπενθύμισε ότι λαμβάνει χώρα μια παράλληλη διαδικασία εν όψει της Συνόδου Κορυφής. Αρχικά, προετοιμάζεται ο σχεδιασμός των κυρώσεων σύμφωνα με την εντολή του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου του Δεκεμβρίου και, δεύτερον, η έκθεση, σε συνεργασία με την Επιτροπή, του ύπατου εκπροσώπου Εξωτερικής Πολιτικής της ΕΕ Ζοζέπ Μπορέλ συνολικά για τις ευρωτουρκικές σχέσεις.

Ο κ. Σάντος Σίλβα εξήγησε ότι οι πρόσφατες συναντήσεις μεταξύ ευρωπαίων και τούρκων αξιωματούχων ήταν «ενδιαφέρουσες» και «παραγωγικές». Ερωτηθείς δε εάν θεωρεί πως η Μόσχα βλέπει με χαρά την έκρυθμη κατάσταση στην Ανατολική Μεσόγειο απάντησε: «Αυτό είναι ένα πολύ δύσκολο ερώτημα και θα χρειαζόμουν 30 σελίδες ανάλυσης, ας το αφήσουμε στους αναλυτές». Διευκρίνισε ότι ανησυχία για την Ευρώπη δεν συνιστούν μόνο τα διμερή ζητήματα μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας.

«Εχουμε επίσης το Κυπριακό, τις δραστηριότητες που έχει η Τουρκία στη Λιβύη, στο Ναγκόρνο-Καραμπάχ, στη Συρία. Πρέπει λοιπόν να αντιμετωπίσουμε το τουρκικό ζήτημα με πολύ προσεκτικό τρόπο», είπε, προσθέτοντας ότι η Ευρώπη πρέπει να μιλήσει στην Τουρκία για το Μεταναστευτικό. «Η Τουρκία είναι μια χώρα που φιλοξενεί εκατομμύρια πρόσφυγες και μετανάστες και έχουμε μια συμφωνία μαζί της από το 2016. Τον επόμενο Μάρτιο θα είναι η πέμπτη επέτειος αυτής της συμφωνίας και πρέπει να μιλήσουμε με την Τουρκία» σημειώνει. «Εχουμε δύο μήνες μπροστά μας μέχρι τη Σύνοδο Κορυφής του Μαρτίου, ας δούμε ποια θα είναι η επόμενη κίνηση» προσθέτει.

Οι διερευνητικές επαφές και τα 12 μίλια

Στο ερώτημα για την ατζέντα που θέλει να θέσει η Τουρκία στις διερευνητικές επαφές με την Ελλάδα, όπως η αποστρατιωτικοποίηση των νησιών, κάτι που αποκλείει κατηγορηματικά η Αθήνα, απέφυγε να πάρει ξεκάθαρη θέση. «Είναι διμερείς συνομιλίες. Ξέρετε, υπάρχουν διαμάχες μεταξύ των κρατών-μελών ακόμα και εντός της ΕΕ. Αλλά έχουμε μια μέθοδο για την αντιμετώπιση αυτών των διαφορών, και αυτή είναι τα διπλωματικά μέσα» είπε. Πρόσθεσε δε ότι «εάν δεν αρκούν, τότε προσφεύγουμε στη Δικαιοσύνη, υπάρχουν διεθνή δικαστήρια, ευρωπαϊκά δικαστήρια στα οποία μπορούμε να θέσουμε τη διαφορά μας και να αποδεχθούμε τις νομικές λύσεις και δικαστικές αποφάσεις σε ό,τι αφορά τα θαλάσσια ζητήματα, τα ζητήματα καθορισμού των χωρικών υδάτων και την υφαλοκρηπίδα».

Σημείωσε, ωστόσο, ότι η κατάσταση στην Ανατολική Μεσόγειο είναι «εξαιρετικά περίπλοκη». «Γνωρίζουμε», προσθέτει, «ότι κάθε χώρα έχει το δικαίωμα να επεκτείνει έως και 12 μίλια τα χωρικά ύδατα που βρίσκονται υπό τον έλεγχό της. Αν κοιτάξετε πάντως τον χάρτη της Μεσογείου, τίθενται περίπλοκα ζητήματα τα οποία εάν δεν διευθετηθούν με διπλωματικά μέσα μπορούν να διευθετηθούν από ένα δικαστήριο». Κληθείς να σχολιάσει τις πιέσεις της Αθήνας για τις ευρωπαϊκές χώρες που εξάγουν όπλα στην Τουρκία απάντησε: «Θα έλεγα ότι ως μέλος του ΝΑΤΟ το πρόβλημά μου ήταν το γεγονός ότι οι Τούρκοι αγόρασαν όπλα από τη Ρωσία».

H «επιλεκτική» παρουσία του ΝΑΤΟ

Στις Βρυξέλλες θεωρούν ότι το αναμενόμενο νέο «ευρωαμερικανικό deal» μεσοπρόθεσμα θα κατανείμει «αρμοδιότητες» μεταξύ Ευρώπης και ΝΑΤΟ σε ό,τι αφορά ζητήματα ασφάλειας ευρωπαϊκού ενδιαφέροντος στην παγκόσμια σκακιέρα.

Στην τελευταία Σύνοδο Κορυφής αναφορικά με την Τουρκία οι Ευρωπαίοι αποφάσισαν μεταξύ άλλων να περιμένουν και τη νέα κυβέρνηση του Τζο Μπάιντεν στις ΗΠΑ πριν λάβουν οποιαδήποτε απόφαση για την Τουρκία προκειμένου να υπάρξει ευρωατλαντική ευθυγράμμιση στο θέμα. Κοινοτικές πηγές στις Βρυξέλλες επεσήμαναν στο «Βήμα» ότι κερδίζουν συνεχώς έδαφος οι πιέσεις, κυρίως του Βερολίνου, για ενισχυμένο ρόλο του ΝΑΤΟ στην ελληνοτουρκική διαμάχη στην Ανατολική Μεσόγειο.

«Κάποιοι θα ισχυριστούν ότι η εμπλοκή των ΗΠΑ στην Ανατολική Μεσόγειο θα βγάλει την ΕΕ από τη δύσκολη θέση, αλλά πρέπει να αναγνωριστεί ότι στην ελληνοτουρκική διαμάχη η Ελλάδα είναι μέλος της ΕΕ και η Τουρκία υποψήφια προς ένταξη» επεσήμαναν οι πηγές.

Η ανωτέρω τάση επιβεβαιώνεται στις δηλώσεις του πορτογάλου υπουργού Αμυνας Ζοάου Γκόμες Κραβίνιου στο πορτογαλικό πρακτορείο ειδήσεων Lusa. «Το ΝΑΤΟ, με μια ισχυρή παρουσία και μια αφοσιωμένη αμερικανική κυβέρνηση, μπορεί να κάνει μεγάλη διαφορά στην υλοποίηση μιας πλατφόρμας κατανόησης για το θέμα της Ανατολικής Μεσογείου, η οποία θα μπορούσε να ωφελήσει επίσης την ΕΕ, ιδίως στον τρόπο που η ΕΕ σχετίζεται με την Τουρκία, μια προσέγγιση που δεν μπορεί να είναι «ο νικητής τα παίρνει όλα»» τόνισε ο κ. Γκόμες Κραβίνιου.

Αντίθετα με τον κεντρικό ρόλο του ΝΑΤΟ στην Ανατολική Μεσόγειο, ο πορτογάλος υπουργός Αμυνας προκρίνει ισχυρότερη παρουσία της ΕΕ και λιγότερη του ΝΑΤΟ στην περιοχή του Σαχέλ στην Αφρική, όπου διακυβεύονται ζωτικά γαλλικά συμφέροντα. «Το Σαχέλ είναι μια περιοχή μεγάλης αστάθειας, αποτελεί άμεση απειλή για την Ευρώπη και πιστεύω ότι τα κράτη-μέλη της ΕΕ και ο ευρωπαϊκός στρατός πρέπει να έχουν σημαντική ευθύνη. Η υποστήριξη του ΝΑΤΟ στην περιοχή είναι ευπρόσδεκτη, κυρίως όσον αφορά τις πληροφορίες που μπορεί να παρέχει» σημείωσε.