Ο ορυμαγδός των πληροφοριών για την αριθμητική της πανδημίας, το τι μέλλει γενέσθαι με τα lockdown, τα επιδόματα και το άνοιγμα της αγοράς δείχνει να επισκιάζει το τραγικό γεγονός αυτό καθ’ εαυτό: Την απώλεια εκατοντάδων ανθρώπινων ψυχών.

Η ανακοίνωση των μακάβριων στατιστικών δεν συνοδεύεται από τη θλίψη, τον προβληματισμό και την αγωνία που θα άρμοζε στην έκταση της τραγωδίας.

Αντιμετωπίζεται αντιθέτως συχνά με απάθεια και αδιαφορία ή στην καλύτερη περίπτωση με εκείνο το είδος της περιέργειας με το οποίο αναζητούμε πληροφορίες π.χ. για τον καιρό. «Τι καιρό θα κάνει αύριο;» «Πόσους νεκρούς είχαμε σήμερα»;

Και η συζήτηση σταματά κάπου εκεί. Καταναλώνουμε τη συμφορά και προσπερνάμε. «Αλλάζουμε κανάλι» και περνάμε στην επόμενη είδηση, σαν να πρόκειται για εικονική πραγματικότητα. Αδιαφορούμε για το γεγονός ότι πίσω από τους αριθμούς και τις ψυχρές στατιστικές κρύβονται άνθρωποι με ονοματεπώνυμο που αφήνουν πίσω τους οικογένειες, αγαπημένα πρόσωπα, καριέρες. Η ενσυναίσθηση απουσιάζει.

Σε άλλες – όχι τόσο μακρινές – εποχές ο θάνατος τόσων ανθρώπων είναι βέβαιο ότι θα προκαλούσε ισχυρό σοκ. Πώς εξηγείται λοιπόν η σημερινή στάση; Πρόκειται για μετάλλαξη ή ψυχολογική αντίδραση εγγεγραμμένη στις εργοστασιακές μας ρυθμίσεις που ενεργοποιείται όταν τα πράγματα ζορίζουν;

Ο κυνισμός, η αναλγησία, ο κοινωνικός αυτοματισμός και η αδιαφορία δεν είναι καινοφανή φαινόμενα, ούτε αποτελούν «παρενέργειες» της πανδημίας. Προϋπήρχαν και ενστάλαζαν με δηλητήριο επί χρόνια τον κοινωνικό ιστό προκαλώντας του εν τέλει μιθριδατισμό. Η σταδιακή εξοικείωση με τη βαναυσότητα, την κάθε μορφής βία και την πολυετή οικονομική κρίση αδρανοποιεί τα κοινωνικά αντανακλαστικά και οδηγεί στην ανοσία στα όσα συμβαίνουν γύρω μας.

Υπάρχει ωστόσο και άλλη, περισσότερο επιστημονική ανάγνωση σύμφωνα με την οποία όταν τα κρούσματα μετριούνται σε εκατομμύρια η απάθειά μας μεγαλώνει και οδηγεί σε αποστασιοποίηση.

Ανατρέχοντας στην Ιστορία, διαπιστώνουν πως είναι φυσικό όσο αυξάνονται τα θύματα μιας καταστροφής τόσο να μειώνεται η συμπόνια μας. Με αυτό τον τρόπου είμαστε σχεδιασμένοι από την εξέλιξη.

«Η ενσυναίσθηση που έχουμε για τον πόνο και την απώλεια των άλλων κατακρημνίζεται όσο ο αριθμός των θυμάτων αυξάνεται».