Η Πολιτική είναι διαδικασία διαρκώς εξελισσόμενη και ευθέως επηρεαζόμενη από αλληλουχία απρόβλεπτων κατά βάση γεγονότων και μεταβαλλόμενων συνθηκών.

Και επιπλέον τίποτε δεν είναι αδιάφορο στην Πολιτική.

Ολες οι επιλογές και οι πρωτοβουλίες επιδρούν κάποια στιγμή στον χρόνο.

Την ώρα που αναλαμβάνονται μπορεί να φαντάζουν μικρές και αδιάφορες, αλλά εξελισσόμενες πιθανώς να αποδειχθούν σπουδαίες. Και αντιθέτως, πρωτοβουλίες που προβάλλονται ως μεγαλειώδεις να μην ευδοκιμούν στον χρόνο.

Ετσι σπάνια η Πολιτική εξελίσσεται ευθύγραμμα και ακόμη σπανιότερα κατά τις επιθυμίες των διακόνων της.

Σενάρια επί σεναρίων και σχέδια επί σχεδίων έχουν πάμπολλες φορές ολοκληρωτικά αποτύχει, εκθέτοντας τους εμπνευστές τους.

Στην τρέχουσα συγκυρία για παράδειγμα, το αποτέλεσμα της μακρόχρονης δίκης των νεοναζιστών της Χρυσής Αυγής δεν ωφέλησε εκείνους που σχεδόν «δικαιωματικά» προσδοκούσαν κέρδη. Κέρδη μετρούν οι επίμονοι ακτιβιστές, αριστεριστές και αναρχικοί κατά βάση, που δεν εγκατέλειψαν ούτε στιγμή το πεδίο της μάχης με τους νεοναζιστές, και παραδόξως οι «συστημικές» δυνάμεις, οι οποίες ανέλαβαν την ευθύνη και το ρίσκο να τους παραπέμψουν στη Δικαιοσύνη κατηγορώντας τους για σύσταση και διεύθυνση εγκληματικής οργάνωσης και μαζί επέλεξαν να συγχωνεύσουν τις πάμπολλες υποθέσεις επιθέσεων, να αντιμετωπίσουν δηλαδή ως ενιαίες και κεντρικώς διευθυνόμενες τις νεοναζιστικές «επιχειρήσεις» και να μην απομονώσουν τη δολοφονία Φύσσα, να μην την αντιμετωπίσουν ως μεμονωμένο γεγονός, όπως πολλοί ζητούσαν.

Εχει δε εξαιρετικό ενδιαφέρον το γεγονός ότι εκείνοι που «δικαιωματικά» – ως πολιτικά συγγενείς προς τα θύματα – προσδοκούσαν οφέλη είναι σήμερα σχεδόν υπόλογοι γιατί σε ανύποπτο χρόνο «έπαιξαν» με το νεοναζιστικό μόρφωμα, θεωρώντας ότι δι’ αυτών μπορούν να εκθέσουν τους πολιτικούς τους αντιπάλους.

Και εκεί που ο ΣΥΡΙΖΑ ανέμενε να «ρεφάρει» από ενδεχόμενη αλλαγή του κλίματος, πάλι χάνει και απειλείται με νέα βύθιση σε κρίση εσωστρέφειας, όπως μαρτυρούν τόσο η κακή υποδοχή που επιφύλαξαν οι συγκεντρωμένοι έξω από το Εφετείο στον κ. Τσίπρα όσο και η σύγκρουση με τον Κοντονή.

Συμβαίνει δε αυτό σε χρόνο κατά τον οποίο η κυβέρνηση δοκιμάζεται από του κορωνοϊού το φθινοπωρινό άλμα και ίσως θα συνεχίσει να δοκιμάζεται από το ακόμη υψηλότερο χειμερινό που πιθανώς να ακολουθήσει. Και βεβαίως από της οικονομίας τη βύθιση που η υγειονομική κρίση προκαλεί.

Παρά ταύτα έχει περιθώρια χειρισμών. Διαθέτει τους πόρους του Ταμείου Ανάκαμψης ανεκμετάλλευτους και μπορεί να προσδοκά ότι προϊόντος του χρόνου η πανδημία θα ελεγχθεί και οι οικονομικές συνθήκες θα βελτιωθούν.

Ωστόσο τίποτε δεν βεβαιώνει ότι οι πολιτικές συνθήκες θα εξελιχθούν ευθύγραμμα. Ο κίνδυνος μιας αναιμικής ανάκαμψης είναι υπαρκτός και ικανός να διατηρήσει ατμόσφαιρα δυσπραγίας και ανέχειας στην οικονομία και στην κοινωνία. Προϊόντος του χρόνου και στον βαθμό που μετά την πανδημία δεν εκδηλωθεί το προσδοκώμενο αναπτυξιακό κύμα, η κυβέρνηση θα βρεθεί στη δυσάρεστη θέση να αντιμετωπίσει ταυτόχρονα και τις απαιτήσεις των εταίρων για δημοσιονομική διόρθωση.

Ας μην ξεχνάμε ότι η Ελλάδα παραμένει υπερχρεωμένη και κάποια στιγμή θα κληθεί να αντιμετωπίσει τα χρέη της. Του χρόνου τέτοια εποχή, σε περίπτωση που η οικονομία δεν αναπτύσσεται με ικανοποιητικούς ρυθμούς, η σημερινή κάλυψη της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας και η παρεπόμενη ασυλία των αγορών θα πάψουν.

Και τότε θα τεθεί εκ νέου ζήτημα επιστροφής σε καθεστώς πρωτογενών πλεονασμάτων και δημοσιονομικών περιορισμών.

Από μόνο του το ενδεχόμενο αυτό είναι ικανό να οδηγήσει σε πολιτικές εξελίξεις. Ο Πρωθυπουργός θα έχει πολλούς λόγους τότε να διεκδικήσει επιβεβαίωση της λαϊκής εντολής για να αντιμετωπίσει όσα δεν μπόρεσε τώρα λόγω των έκτακτων συνθηκών. Αν μάλιστα μέχρι τότε ο κ. Τσίπρας δεν έχει καταφέρει να «σπάσει» το ισχυρό ακόμη αντι-ΣΥΡΙΖΑ μέτωπο, ο κ. Μητσοτάκης θα οδηγήσει με μεγαλύτερη άνεση τη χώρα στις εκλογές. Ελπίζοντας βεβαίως ότι θα τις κερδίσει και έτσι να μεταθέσει τη διεκδίκηση του κ. Τσίπρα για επάνοδο στην εξουσία στο 2025! Αλλά είπαμε, η Πολιτική δεν εξελίσσεται ευθύγραμμα, ούτε ο πολιτικός χρόνος ταυτίζεται με τον φυσικό.