Οι καταιγιστικές εξελίξεις των τελευταίων 24ώρων στην Ανατολική Μεσόγειο προμηνύουν πολλές κινήσεις στη σκακιέρα τους επόμενους μήνες, καθώς η Αθήνα επιδιώκει να ανασχέσει την τουρκική υπερδραστηριότητα έτσι όπως αυτή εκδηλώθηκε με την υπογραφή των δύο Μνημονίων Συναντίληψης με την κυβέρνηση του Φαγέζ αλ – Σαράζ στη Λιβύη για την οριοθέτηση θαλασσίων ζωνών και για την παροχή στρατιωτικής βοήθειας. Η ελληνική κυβέρνηση επιδιώκει να επεκτείνει το «τόξο διπλωματικής απομόνωσης» της Άγκυρας και την ίδια στιγμή να ρίξει γέφυρες προς την πλευρά του Χαλίφα Χαφτάρ στη Λιβύη, με σκοπό να ανατρέψει το Μνημόνιο για τις θαλάσσιες ζώνες σε περίπτωση που αυτός τελικά επικρατήσει στον εμφύλιο πόλεμο που σπαράσσει τη χώρα.

Οι ελληνικές κινήσεις, με αποκορύφωμα την επίσκεψη του υπουργού Εξωτερικών Νίκου Δένδια στη Βεγγάζη την Κυριακή 22 Δεκεμβρίου και τη συνάντησή του με τον Χαφτάρ (την οποία ακολούθησαν άλλες δύο στάσεις, μία στο Κάιρο και μία στη Λευκωσία για να συναντηθεί με τον αιγύπτιο και τον κύπριο ομόλογό του, Σαμέχ αλ – Σούκρι και Νίκο Χριστοδουλίδη αντιστοίχως), καθώς και η παράλληλη ανακοίνωση της υπογραφής στις 2 Ιανουαρίου 2020 στην Αθήνα της διακρατικής συμφωνίας για την κατασκευή του αγωγού φυσικού αερίου East Med από τους κκ. Κυριάκο Μητσοτάκη, Νίκο Αναστασιάδη και Βενιαμίν Νετανιάχου, έχουν σκοπό να απαντήσουν στην επιδίωξη δημιουργίας τετελεσμένων από την Άγκυρα στην Ανατολική Μεσόγειο.

Αν η Τουρκία είναι διατεθειμένη, όπως ξεκάθαρα άφησε να εννοηθεί στην αποκλειστική συνέντευξή του στο «Βήμα» ο υπουργός Εξωτερικών Μεβλούτ Τσαβούσογλου, να κινηθεί προς το Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης, τότε η ελληνική πλευρά θα πρέπει να έχει καθαρό πεδίο στην Ανατολική Μεσόγειο ώστε μία οριοθέτηση υφαλοκρηπίδας και ΑΟΖ σε όλο το «θαλάσσιο μέτωπο» με την Τουρκία (Αιγαίο – Ανατ. Μεσόγειος) να μπορεί να πραγματοποιηθεί. Αυτό θα

έπρεπε ιδεατά να πραγματοποιηθεί πριν από την επανέναρξη των διερευνητικών επαφών διότι, σε διαφορετική περίπτωση, θα υπάρχει ανισορροπία στη διαπραγμάτευση. Ωστόσο, το «παράθυρο» που άνοιξε ο κ. Τσαβούσογλου ακολούθησε η αποστροφή του Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν περί «γκρίζων ζωνών» – αποδεικνύοντας ότι οι συνομιλίες, εφόσον πραγματοποιηθούν, θα είναι για γερά νεύρα.

Αυτό που θα έπρεπε να αποφευχθεί, σημειώνουν άριστα ενημερωμένες διπλωματικές πηγές, είναι η καλλιέργεια πρόωρων και υψηλών προσδοκιών. Κατ’ αρχήν, το σκηνικό στη Λιβύη είναι ακόμη πολύ ρευστό και ασαφές. Ορθώς η Αθήνα επεδίωξε, έστω με καθυστέρηση, επαφές με την πλευρά Χαφτάρ. Δεν είναι όμως απολύτως σαφές αν έπρεπε να δοθεί τόση μεγάλη δημοσιότητα, όταν ακόμη και μεγαλύτερες χώρες τηρούν πιο προσεκτική και ισορροπημένη στάση, κινούμενες με πιο «γκρίζες μεθόδους». Επίσης, προς το παρόν, η Ελλάδα εξακολουθεί να αναγνωρίζει, ως μέλος του ΟΗΕ και της ΕΕ, ως νόμιμη κυβέρνηση της Λιβύης αυτή της οποία ηγείται ο κ. Σαράζ. Θα είχε ενδιαφέρον να μάθουμε αν έχουν γίνει κινήσεις και προς αυτή την κατεύθυνση.

Παράλληλα, η Αθήνα εμφανίζεται στην παρούσα φάση να ακολουθεί πιστά την «τριάδα» Σαουδικής Αραβίας – Αιγύπτου – Ηνωμένων Αραβικών Εμιράτων (ΗΑΕ) στην υπόθεση της Λιβύης. Στη βορειοαφρικανική χώρα εκτυλίσσεται μια αδυσώπητη μάχη ισλαμιστών και συντηρητικών σουνιτικών καθεστώτων με εμφανή μιλιταριστικά χαρακτηριστικά. Στην εξίσωση παίζουν επίσης ρόλο οι Ρώσοι, οι Αμερικανοί, οι Γάλλοι και οι Γερμανοί – με μάλλον αντικρουόμενα συμφέροντα κι επιδιώξεις. Ποιες επαφές έχουν άραγε γίνει προς αυτές τις κατευθύνσεις;

Σε αυτό το πλαίσιο, κρίσιμος παράγοντας είναι το Κάιρο. Οι δημόσιες καλές σχέσεις δεν έχουν προς το παρόν μεταφραστεί σε ουσιαστικά ανταλλάγματα για την Αθήνα και αυτό πρέπει να αναστραφεί. Η ελληνική κυβέρνηση πρέπει να πιέσει το Κάιρο στο ζήτημα της οριοθέτησης θαλασσίων ζωνών και η προσεχής συνάντηση εμπειρογνωμόνων των δύο πλευρών στις 8 Ιανουαρίου οφείλει να παράγει αποτελέσματα. Δεν χωρούν πια άλλες καθυστερήσεις και η Αθήνα πρέπει να αξιοποιήσει όσους μοχλούς πίεσης διαθέτει, όχι «να βάζει πλάτη» για

την Αίγυπτο εντός ΕΕ ή σε άλλα fora σε θέματα ανθρωπίνων δικαιωμάτων χωρίς ανταλλάγματα.

Τέλος και αναφορικά με τον αγωγό East Med, η υπογραφή της διακρατικής συμφωνίας για την κατασκευή του στην Αθήνα σε περίπου δύο εβδομάδες είναι χρήσιμη αλλά όχι αναγκαία συνθήκη για την υλοποίηση αυτού του μεγαλεπήβολου έργου. Αναμφίβολα, οι τρεις ηγέτες που θα την υπογράψουν θα κερδίσουν πολιτικούς πόντους – ο καθένας για τους δικούς του λόγους. Η απόφαση της Ιταλίας να μην παραστεί – εκτός κι αν υπάρξει αλλαγή το προσεχές διάστημα – εγείρει ερωτηματικά, καθώς το συνολικό έργο έχει ανάγκη τη συμμετοχή της λόγω της παρουσίας της στον αγωγό IGI Poseidon. Η ιταλική πλευρά συνεχίζει να επικαλείται εσωτερικούς πολιτικούς λόγους που δεν πείθουν κανέναν. Και φυσικά, η Αθήνα θα πρέπει να στείλει ξεκάθαρο μήνυμα στη Ρώμη για εποικοδομητική στάση στις συνομιλίες της 30ής Δεκεμβρίου περί επικαιροποίησης της συμφωνίας οριοθέτησης της υφαλοκρηπίδας, του 1977.

Αυτό που δεν πρέπει να λησμονείται είναι ότι σε λίγες εβδομάδες, στις 7 Ιανουαρίου, ο Πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης θα διαβεί το κατώφλι του Οβάλ Γραφείου για να συναντηθεί με τον Ντόναλντ Τραμπ. Οι συνομιλίες με τον απρόβλεπτο αμερικανό Πρόεδρο θα είναι ένα κρίσιμο τεστ για την αξιοπιστία των Ηνωμένων Πολιτειών, τη στιγμή που η διάσταση απόψεων μεταξύ του Λευκού Οίκου και του στρατιωτικο-διπλωματικού κατεστημένου στην Ουάσιγκτον δεν επιτρέπουν τον παραμικρό εφησυχασμό στην Αθήνα.