Σε μια χώρα όπου το παράλογο είχε γίνει καθεστώς, το παραμικρό βήμα προς την πολυθρύλητη κανονικότητα συνιστά είδηση. Πράγματα δεδομένα και αυτονόητα για τις ανεπτυγμένες χώρες, στην Ελλάδα γίνονται πρωτοσέλιδα, όταν κάποια στιγμή συμβούν. Οπως το γεγονός ότι τα πολιτικά κόμματα κατάφεραν να συμφωνήσουν σε κάτι, στην εξ αποστάσεως ψήφο των αποδήμων, έστω με εκπτώσεις και αναγκαίους συμβιβασμούς. Ή το γεγονός ότι η εκάστοτε αντιπολίτευση δεν θα μπορεί πλέον να προκαλεί εκλογές ιδιοτελώς, εργαλειοποιώντας τον θεσμό του Προέδρου της Δημοκρατίας.

Τέτοιου είδους παραδείγματα μπορούμε να βρούμε πολλά. Ιδίως στον χώρο της οικονομίας, όπου τα βήματα προς τη σωστή κατεύθυνση έχουν αποσπάσει πλήθος επαινετικών σχολίων από το εξωτερικό, με πιο πρόσφατα και χαρακτηριστικά αυτά του Μάριο Ντράγκι. Και εδώ κρύβεται η παγίδα που πρέπει να προσεχθεί καθώς, όπως έχει δείξει πολλές φορές η Ιστορία, ο εφησυχασμός και η επανάπαυση καραδοκούν.

Εγινε το μισό βήμα, όμως δεν αρκεί. Ο δρόμος είναι ακόμη μακρύς και ανηφορικός. Η θέση της Ελλάδας στη διεθνή κατάταξη ανταγωνιστικότητας εξακολουθεί να υποχωρεί, η ανεργία παραμένει σε υψηλά επίπεδα, οι καθυστερήσεις στην απονομή της δικαιοσύνης σημαντικές, τα γραφειοκρατικά εμπόδια ανυπέρβλητα και τα βάρη για τους μισθωτούς δυσβάσταχτα. Η ανάπτυξη κρίνεται μεν ικανοποιητική, είναι όμως όμηρος των πολλών αβεβαιοτήτων που κυριαρχούν στο διεθνές περιβάλλον.

Γι’ αυτό και απαιτούνται τολμηρότερα βήματα και κυρίως προσήλωση στην πιστή και πλήρη εφαρμογή των αναγκαίων μεταρρυθμίσεων. Η αξιόπιστη και απρόσκοπτη εφαρμογή των διαρθρωτικών αλλαγών είναι το κλειδί για να πειστούν οι διεθνείς επενδυτές και οι εγχώριες επιχειρήσεις ότι στην Ελλάδα διαμορφώνεται πλέον ένα μόνιμο πλαίσιο κανόνων. Προς την κατεύθυνση αυτή πρέπει να τρέξει η κυβέρνηση. Η επάνοδος στον ίσιο δρόμο σε ρυθμούς βάδην, όταν οι άλλοι τρέχουν, δεν διασφαλίζει την επιτυχία.