Η περιπέτεια του Πέτρου Τατσόπουλου με τάραξε. (Αυτή τη στιγμή που γράφω είναι ακόμα στην Εντατική.)

Ο θάνατος έχει το απόλυτο, το οριστικό. Δεν μπορείς να κάνεις τίποτα παρά να θρηνήσεις. Ο «παρ’ ολίγον θάνατος» έχει τη φοβερή αιχμή. Eναν πόντο από ‘κει, η ζωή. Εναν από εδώ, το μηδέν. Ανάμεσα: τα πάντα και τίποτα.

Κι όσο πιο ζωντανός, ζωηρός, δυναμικός ο άνθρωπος τόσο πιο ανορθογραφία ο θάνατός του. Ακόμα και η απλή απειλή.

Ας ξεφύγει αυτή τη φορά ο Πέτρος – σίγουρα θα τον προλάβει αργότερα κάπου αλλού ο Χάροντας. Αλλά ας είναι τότε γέρος, ανήμπορος, κουρασμένος από τη ζωή. (Αν και δεν μπορώ να τον φανταστώ έτσι…)

Κάθε φορά που περνάει δίπλα μου ο δρεπανηφόρος θυμάμαι έναν παιδικό μου διάλογο:

«Ολοι;» ρωτούσα επίμονα. «Ολοι; Δεν θα γλιτώσει κανένας;».

Θυμάμαι και την περίφημη ερώτηση στον Αντρέ Μαλρό. Στα πρώτα του χρόνια, κομμουνιστής ινστρούχτορας ζωγράφιζε σε μια συγκέντρωση εργατών τον κόσμο του μέλλοντος. Αταξική κοινωνία, αδελφοσύνη και φροντίδα για όλους, ισότητα και αγάπη, προχωρημένη τεχνολογία στην υπηρεσία όλων – ένα υπέροχο ειδύλλιο…

«Και με τον θάνατο τι θα κάνετε, σύντροφε Μαλρό;» ακούστηκε μια βραχνή φωνή από το βάθος.

Και η ουτοπία ξεφούσκωσε σαν τρύπια σαμπρέλα.

ΤΙ ΣΟΦΙΣΤΕΙΕΣ ΕΧΟΥΝ σκαρφιστεί οι άνθρωποι για να κρυφτούν και να κρύψουν. Επίκουρος: «Ὁ θάνατος οὐδὲν πρὸς ἡμᾶς· τὸ γὰρ διαλυθὲν ἀναισθητεῖ͵ τὸ δ΄ ἀναισθητοῦν οὐδὲν πρὸς ἡμᾶς».

Μα, μεγάλε μας φιλόσοφε, δεν συζητάμε για τη φύση του θανάτου. Ομως νιώθουμε τον φόβο του. Σωστά μίλησες: «Ενα τίποτα είναι για εμάς ο θάνατος» είπες, γιατί «όταν υπάρχουμε εμείς, ο θάνατος είναι απών, και όταν ο θάνατος είναι παρών, δεν υπάρχουμε εμείς».

Κι όμως, ο θάνατος είναι παρών σε όλη μας τη ζωή, μας συντροφεύει και μας καταδυναστεύει, ενώ υπάρχουμε. Αυτό που περιγράφεις είναι ένα δευτερόλεπτο που αληθεύει μόνο μαθηματικά. Και που κανείς δεν θα προλάβει να το καταγράψει.

Να τι μου κάνεις, Πέτρο. Με στέλνεις στον Πλάτωνα. «Φιλοσοφία, μελέτη θανάτου». Αλλά ο Πλάτωνας πίστευε στην ύπαρξη μιας αθάνατης ψυχής. Στον «Κρατύλο» και στον «Μένωνα» μιλά για το σώμα-τάφο της ψυχής. Που μετά θάνατον, ελεύθερη από το σώμα, θα συνέχιζε να ζει, να στοχάζεται, να συναναστρέφεται σπουδαίους ανθρώπους… Ετσι που ο Σωκράτης την περιγράφει στον «Φαίδωνα», μα τον Θεό κάνει τη μεταθανάτια ύπαρξη να φαίνεται πολύ καλύτερη από την επίγεια. Αυτός λοιπόν είναι ένας μισός θάνατος – αν όχι και κάτι λιγότερο.

Πρόδρομος της χριστιανικής μεταφυσικής ο Πλάτωνας. Γι’ αυτό – και για την αυταρχική του σκέψη στην «Πολιτεία» και στους «Νόμους» – πάντα προτιμούσα τον Αριστοτέλη. Μεγάλος ποιητής ο Πλάτων, αλλά δεν θα ήθελα να ζω κάτω από τη σκέπη του.

Να λοιπόν, Πέτρο, που με ξαναπήγες στην πρώτη μου ερωμένη, τη φιλοσοφία.

Και τι γίνεται όμως με αυτούς που δεν πιστεύουν ούτε στην αθανασία της ψυχής ούτε στη μέλλουσα ζωή;

Κάποτε τις νύχτες, έφηβοι, τραγουδάγαμε μεθυσμένοι το άσμα της αθανασίας:

«Δεν θα πεθάνουμε ποτέ, κουφάλα νεκροθάφτη!»

Κι αυτός γελούσε κάτω από τα μουστάκια του.

Πέτρο, να γίνεις γρήγορα καλά και να συνεχίσεις. Να σε χαιρόμαστε οι φίλοι και σένα και τα βιβλία σου. Να σε χαίρονται και οι γυναίκες που αγάπησες και σε αγάπησαν – αυτός κι αν είναι λόγος να ζεις!..