Έναν πολύ σκληρό δικομματισμό, ο οποίος θα γίνει ακόμη πιο σκληρός στο δρόμο προς τις εθνικές κάλπες της 23ης ή 30ης Ιουνίου, όποτε κι αν γίνουν αυτές, αναδεικνύει η εκλογική αναμέτρηση της 26ης Μαίου.

Στις ευρωεκλογές του 2014 ΣΥΡΙΖΑ και Νέα Δημοκρατία είχαν πάρει συνολικά ένα ποσοστό της τάξης του 49,3%, δηλαδή κάτω από 50%, κάτι που σημαίνει ότι εκείνη η ψήφος είχε μια διασπορά στα άλλα κόμματα.

Στη Χρυσή Αυγή που είχε πάρει 9,4%, στο ΚΙΝΑΛ που πήρε 8,2%, στο Ποτάμι που πήρε 6,6%, στο ΚΚΕ που είχε 6,07% και φυσικά στον Ανεξάρτητους Ελληνες που πήραν 3,47%.

Στην εκλογική αναμέτρηση της 26ης Μαίου είναι φανερό ότι οι πολίτες ψήφισαν με εθνικά χαρακτηριστικά. Σα να ψήφιζαν για εθνικές εκλογές δηλαδή εντάσσοντας στην απόφασή τους όλα τα συναισθήματα που έχουν. Οργή ή απογοήτευση για τον ΣΥΡΙΖΑ ή ακόμη και μια διάθεση να δώσουν μια ακόμη ευκαιρία στον Τσίπρα, αλλά αυτό σε μικρό ποσοστό.

Ο σκληρός δικομματισμός αντικατοπτρίζεται με ένα ποσοστό που θα ξεπεράσει το 55%, πάνω από 6-7 μονάδες περισσότερες από το 2014 δηλαδή και είναι πρόκριμα για το τι θα συμβεί στις εθνικές κάλπες, είτε γίνουν σύντομα είτε το φθινόπωρο.

Αυτοδυναμία;

Η Νέα Δημοκρατία έχει όλα τα επιχειρήματα να ισχυρίζεται ότι μπορεί να οδηγηθεί σε αποτέλεσμα που θα της δίνει αυτοδυναμία. Ένα ποσοστό πάνω από 36% είναι φανερό ότι μπορεί να επιτευχθεί ευκολότερα αφού η αξιωματική αντιπολίτευση καταγράφει πολύ πάνω από 30% που είναι το ψυχολογικό όριο.

Κάποιοι δεν θα απέκλειαν ακόμη κι ένα ποσοστό που θα είναι στις εθνικές εκλογές της 23ης ή 30ης Ιουνίου κοντά στο 40% ή και πάνω από αυτό, με δεδομένο ότι εκκινεί από μια μεγάλη βάση.

Από την άλλη, στον ΣΥΡΙΖΑ θα πρέπει να είναι ευχαριστημένοι για το ποσοστό που φαίνεται να παίρνουν και είναι μεγάλο για ευρωεκλογές και για ένα κόμμα που έχει τη φθορά της τετραετούς εξουσίας.

Αν ο ΣΥΡΙΖΑ πήγαινε ποσοστό κοντά ή πάνω από 27% θα ήτανκοντά σε αυτά που είχε πάρει το 2014 και τότε ο Αλέξης Τσίπρας ζήτησε εκλογές. Ισως μάλιστα κανείς να μην περίμενε ότι το κυβερνών κόμμα (αλλά και η ΝΔ) θα έφτανε σε τόσο μεγάλο ποσοστό.

Όμως, η ανάλυση αυτή δεν σημαίνει σε καμιά περίπτωση ότι δεν είναι ήττα του ΣΥΡΙΖΑ και μάλιστα μεγάλη. Και θα πρέπει ξεκάθαρα ο κ. Τσίπρας να αποφασίσει τι θα πράξει. Ο ίδιος έχει πει ότι αν ο ΣΥΡΙΖΑ ηττηθεί θα ηττηθεί και η πολιτική του πρόταση σε σύγκριση με αυτήν της Νέας Δημοκρατίας.

Επομένως, ακόμη και με μία ψήφο διαφορά η ήττα είναι ήττα και δεν υπάρχουν δικαιολογίες. Όπως δεν υπάρχουν «ανούσιες» νίκες, όποια κι αν είναι η διαφορά. Δύο, τρεις ή επτά ή 10 μονάδες η Νέα Δημοκρατία καταγράφει μεγάλη νίκη, ο Αλέξης Τσίπρας ηττάται για πρώτη φορά από το 2015, από τρεις απανωτές νίκες (συμπεριλαμβανομένου και του δημοψηφίσματος).

Δεν πλήρωσαν

Θα πρέπει να σημειωθεί επίσης και το εξής: Η ΝΔ για πρώτη φορά μετά από χρόνια καταγράφει ένα ποσοστό πάνω από 30%. Ο Κυριάκος Μητσοτάκης δείχνει να είναι πιο άνετος στην προεδρία της ΝΔ, δεν μπορεί σε καμιά περίπτωση να αμφισβητηθεί και θεωρείται ότι είναι πολύ πιο κοντά για να γίνει πρωθυπουργός.

Η ΝΔ δεν πληρώνει το… παρελθόν της, έχει αντοχές κι εμφανίζεται ως το αστικό, συντηρητικό κόμμα που εκπροσωπεί μια μεγάλη μερίδα του ελληνικού λαού.

Από την άλλη, ο ΣΥΡΙΖΑ ηττάται αλλά υπάρχουν και κάποια στοιχεία που πρέπει να αναλυθούν.

Το πρώτο είναι ότι δεν κατέρρευσε μετά από 4 μνημονιακά χρόνια, όπως έγινε με το ΠΑΣΟΚ. Το ΠΑΣΟΚ βεβαίως πλήρωσε το παρελθόν του, ο ΣΥΡΙΖΑ δεν έχει τέτοιο παρελθόν.

Ο Αλέξης Τσίπρας είναι αδιαμφισβήτητος ηγέτης και ο ΣΥΡΙΖΑ δείχνει πιο πολύ προσωποπαγής από άλλα κόμματα. Η προεκλογική εκστρατεία στηρίχθηκε στο πρόσωπο του πρωθυπουργού και σ’ αυτό θα στηριχθεί και στις εθνικές κάλπες.

Και στην περίπτωση του ΣΥΡΙΖΑ φαίνεται να παγιώνεται η παρουσία και η ηγεμονία του στο χώρο της κεντροαριστεράς. Πολλοί λένε ότι με όσα μέτρα πήρε ο ΣΥΡΙΖΑ, με τις κωλοτούμπες που έκανε, τα λάθη, τις ψεύτικες προσδοκίες, τον άκρατο λαϊκισμό του, τη συμφωνία των Πρεσπών θα έπρεπε να καταρρεύσει. Να πάρει δηλαδή ένα ποσοστό κάτω από 20%, ειδικά στις ευρωεκλογές που είναι πιο «εύκολη» η ψήφος προς τα μικρά κόμματα.

Αυτό δεν έγινε και μάλλον θα έπρεπε να είναι χαρούμενοι στην Κουμουνδούρου. Εχουν πλέον ένα κόμμα που έχει μια δύναμη της τάξης του 25% και από εκεί θα πρέπει να ξεκινήσουν την… αντεπίθεσή τους. Γνωρίζοντας όμως ότι στις εθνικές εκλογές αυτό το ποσοστό μπορεί να γίνει ακόμη μικρότερο, αλλά σίγουρα δεν θα επιστρέψει στο 4%.